Η Ιωνική Σχολή: Θαλής & Αναξίμανδρος

Γνώρισε τα βιβλία των Εκδόσεών Νέα Ακρόπολη
Ανακάλυψέ το

Κάποτε στις ιωνικές ακτές πραγματοποιήθηκε ένα από τα σημαντικότερα άλματα στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης. Επρόκειτο για μια νέα, διαφορετική προσέγγιση της Αλήθειας, της Γνώσης για το Σύμπαν. Μέχρι τότε, αυτή η προσέγγιση προσφερόταν μέσα στους Ναούς, στα μυστηριακά κέντρα, που ήταν προσιτά σε εκλεκτούς πυρήνες ανθρώπων υψηλής πνευματικής αγωγής.

Με την εμφάνιση της Φιλοσοφίας, που πραγματώνεται στην Ελλάδα, στις ακτές της Ιωνίας πρώτα και αργότερα στην Κάτω Ιταλία και στην κυρίως Ελλάδα, η αναζήτηση της γνώσης γίνεται κάτι το δυναμικό, προσιτό σ’ ένα μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, και βγαίνει στην «Αγορά». Το μυστήριο δεν θα βρίσκεται πλέον σ’ ένα κέντρο, σε μια κλειστή εστία, αλλά βγαίνει στους δρόμους, καθώς οι προσωκρατικοί ταξιδεύουν, συζητούν και διαδίδουν τις «νέες» αντιλήψεις. Αντιλήψεις, όχι τόσο νέες όσο δοσμένες με νέους τρόπους, εφ’ όσον επρόκειτο για τη Σοφία των Μυστηρίων – στα οποία ήταν μυημένοι οι περισσότεροι απ’ τους προσωκρατικούς – αλλά εκφρασμένη με τρόπο νοητικό, φιλοσοφικό και διαισθητικό, μυθικό και μυστικιστικό.

Πολύ σύντομα, αλλά περιεκτικά, θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια πανοραμική άποψη για τις ιδέες και τη συμβολή του κάθε φιλόσοφου, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί με μια πρώτη προσέγγιση να αναγνωρίσει, πέρα από ομοιότητες και διαφορές ανάμεσά τους, το κοινό μεταφυσικό και εσωτερικό υπόβαθρο που διέπει ολόκληρη την προσωκρατική φιλοσοφία, που ήταν πραγματικά μια ριζοσπαστική επανάσταση, όχι μόνο για την εποχή εκείνη, αλλά και για τη μετέπειτα εξέλιξη και πορεία του δυτικού στοχασμού.

Πρώτος ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρήθηκε, σύμφωνα με έναν χαρακτηρισμό του Καντ, θεμελιωτής της νέας φιλοσοφικής και επιστημονικής ερμηνείας του κόσμου. Ιδρυτής της Ιωνικής Σχολής, ίσως ήταν φοινικικής καταγωγής, αλλά το πιθανότερο ήταν ότι καταγόταν από Έλληνες γονείς. Σύγχρονος του Επιμενίδη και του Σόλωνα, επισκέφθηκε, όπως και ο τελευταίος, τη χώρα των Πυραμίδων, πραγματική «πανεπιστημιοχώρα» της εποχής, και μυήθηκε από τους ιερείς σε πολλά θέματα. Πιθανότατα, όπως διαφαίνεται από τη σκέψη του, μυήθηκε και στη Βαβυλωνία. Εκεί μπήκε σε επαφή με το Πάνθεον της χώρας, απ’ όπου πήρε μάλλον την ιδέα για το Ύδωρ ως ανώτατη Αρχή του Κόσμου, που οι Βαβυλώνιοι ιερείς συμβόλιζαν με τους θεούς Απσού (το γλυκό Νερό, αρσενικής φύσης) και Τιαμάτ (το αλμυρό Νερό, θηλυκής φύσης, τη Μεγάλη Μητέρα). Από την ένωσή τους δημιουργήθηκαν τα πάντα, ορατά και αόρατα.

Ο Θαλής υπήρξε δάσκαλος του Πυθαγόρα και του Αναξίμανδρου, ο οποίος ήταν συγγενής του και τον διαδέχτηκε στη διεύθυνση της Ιωνικής Σχολής της Μιλήτου. Καταπιάστηκε με μαθηματικά, γεωμετρικά, γεωδαιτικά, αστρονομικά, μηχανικά και οικονομικά ζητήματα. Αν και του αποδίδεται η πατρότητα στην ιστορία της επιστήμης σε πολλά από αυτά τα θέματα, το πιθανότερο είναι να τα διδάχτηκε στα μεγάλα μυητικά κέντρα της εποχής όπου είχε μαθητεύσει. Επίσης ασχολήθηκε με την πολιτική του τόπου του.

Όπως και σε άλλους προσωκρατικούς, έτσι και στο Θαλή, έχει αποδοθεί ο χαρακτηρισμός του «υλιστή φιλοσόφου», σε αντιπαράθεση με τους προγενέστερούς του ή τους Πυθαγόρειους που θεωρούνται «θεολόγοι», υποστηρικτές της πνευματικής και θεϊκής υπόστασης του σύμπαντος. Πιστεύουμε ότι πρόκειται για μια μάλλον βεβιασμένη κρίση. Όπως συμβαίνει με το Πυρ του Ηράκλειτου, που οι περισσότεροι σύγχρονοι μελετητές συμφωνούν ότι δεν πρέπει να θεωρηθεί κατά λέξη ως μια ορατή φλόγα1, το ίδιο πρέπει να ισχύει και για το Ύδωρ του Θαλή και για τις άλλες «Αρχές» των επόμενων προσωκρατικών. Δεν επρόκειτο για κάτι φυσικό, υλικό, αλλά για την πνευματική υπόστασή του, παγκόσμιας ισχύος, που το συμβόλιζαν, για να γίνουν πιο κατανοητοί, με το υλικό του πανομοιότυπο πάνω στη φυσική και ορατή Γη.

Για τον Θαλή λοιπόν, η πρώτη απόλυτη Αρχή των πάντων είναι το Ύδωρ, από το οποίο είναι δημιουργημένα τα πάντα, σε διάφορους σχηματισμούς και μεταλλάξεις του. Το Ύδωρ του Θαλή είναι μια Ζωτική Αρχή του Κόσμου, αυτό που τον εμψυχώνει, δηλαδή του δίνει ζωή διεισδύοντας παντού, ακόμη και στο μικρότερο μόριο μιας πέτρας. Εκεί βασίζεται η Υλοζωική θεωρία, που αποτελεί μια επεξεργασμένη μορφή του θεολογικού πανθεϊσμού των αρχέγονων μυστηριακών θρησκειών.

Σύμφωνα με μερικούς αρχαίους συγγραφείς, όπως τον Εύδημο, τον Αέτιο, τον Πρόκλο και τον Πλούταρχο, ο Θαλής διδάχτηκε την ιδέα αυτή στην Αίγυπτο, όπου ο θεός Νουν, συμβολίζοντας τον πρωταρχικό Ωκεανό, Χάος ή Άβυσσος, είναι το Παγκόσμιο Ύδωρ από όπου θα πλαστούν όλοι οι θεοί και όλα όσα περιέχονται μέσα του. Κατά άλλη εκδοχή, μπορεί να την έμαθε στη Βαβυλωνία από την έννοια του αρχέγονου υδάτινου θείου ζευγαριού Απσού – Τιαμάτ, όπως ήδη αναφέραμε. Επίσης στη Βεδική Κοσμολογία συναντάμε τον Ωκεανό, τα Παγκόσμια Ύδατα, ως πρωταρχική Αρχή απ’ όπου γεννήθηκε το Ένα με την απεραντοσύνη του σύμπαντος. Βλέπουμε λοιπόν ότι ουσιαστικά ο Θαλής δεν είπε τίποτα καινούριο, απλώς το έθεσε με νέα ορολογία, σε νέες, πιο λογικές και προσιτές βάσεις, γεννώντας έτσι την πρώτη φιλοσοφία που ήταν αποκολλημένη από τη μυστηριακή θεολογία και τον Μύθο.

Μια σημαντική συνέπεια της ιδέας αυτής στον Θαλή είναι η θεωρία του για τον παγκόσμιο Υλοζωισμό, που επωάζει έναν βαθύ πανθεϊσμό, όπως τον είχε συλλάβει ο Βento de Spinoza, ο Giordano Bruno και τόσοι άλλοι μοντέρνοι φιλόσοφοι και σύγχρονοι επιστήμονες. Ο φυσικός Fritjof Capra είπε για τον Θαλή: «Κάθε πράγμα της Φύσης ήταν γι’ αυτόν ταυτόχρονα πνεύμα, ζωή και ύλη». Τα πάντα ήταν ζωντανά, γεμάτα πνεύμα, γεμάτα θεούς, σύμφωνα με τη φράση που του αποδίδεται: «Πάντα πλήρη Θεών».

Ας προσέξουμε όμως ότι σε όλες τις Εσωτερικές Διδασκαλίες η ζωή συμβολίζεται με το Ύδωρ, που στο φυσικό επίπεδο είναι το κυρίως υπεύθυνο στοιχείο για τη ζωή. Στην ινδική παράδοση, την ενέργεια της ζωής που διαποτίζει τα πάντα, ορατά και αόρατα, σε όλα τα επίπεδα (γιατί και τα πνεύματα και οι θεοί «ζουν» με αυτή την έννοια) την ονομάζουν Πράνα, και στην Κίνα Τσι, που σύμβολό της ήταν το Νερό. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι το Ύδωρ του Θαλή δεν ήταν απλό νερό, το Η2Ο των χημικών, αλλά αυτή η Ενέργεια της Ζωής ή Χιβάμ – Πράναμ των Ινδών, που «εμψυχώνει» το Σύμπαν.

Όταν ο Θαλής μιλούσε για τους θεούς που εμψύχωναν τα πάντα, βασίστηκε στο παράδειγμα της μαγνητικής έλξης, που επιτρέπει να αποδοθεί μια κάποια ζωή στη λεγόμενη ανόργανη ύλη. Όταν έλεγε λοιπόν ότι τα πάντα ήταν γεμάτα θεούς, εννοούσε ζωντανές δυνάμεις της Φύσης, όπως σωστά διευκρινίζει ο Werner Jaeger στο έργο του «Θεολογία των πρώτων Ελλήνων Φιλοσόφων». Οι θεοί για τον Θαλή ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που εννοούν συνήθως οι άνθρωποι. Ήταν συμβολικές προσωποποιήσεις των αόρατων δυνάμεων στη Φύση, θεώρηση που θα ισχύει για όλη την προσωκρατική φιλοσοφία και γενικά για την εσωτερική φιλοσοφία.

Συνεχίζοντας τη σύντομη αναφορά σ’ αυτούς τους Φιλοσόφους-Μύστες, που υπήρξαν γέφυρες ανάμεσα στο Μυστήριο και τον λόγο, θα αναφερθούμε στον Αναξίμανδρο. Ο Αναξίμανδρος (610-545 π. Χ.), συγγενής του Θαλή και διάδοχός του στη διεύθυνση της Μιλήσιας Σχολής, έφτασε τις φιλοσοφικές και φυσικές αντιλήψεις της Σχολής των Ιώνων φιλοσόφων στη μεγαλύτερή τους ακμή, ολοκληρώνοντας την αποκόλληση από τη μυθολογική θεώρηση του κόσμου που είχαν ξεκινήσει οι προγενέστεροί του. Καταπιάστηκε, από θεωρητική και εμπειρική επιστημονική άποψη, με όλους σχεδόν τους τομείς της τότε γνώσης, όπως Αστρονομία, Βιολογία, Φυσιογνωσία, Κοσμολογία, Γεωγραφία, Γεωμετρία και Μαθηματικά, γράφοντας πολλά έργα, των οποίων δυστυχώς δεν διασώθηκαν πάρα λίγα αποσπάσματα, και αυτά από αναφορές άλλων μεταγενέστερων συγγραφέων και φιλοσόφων, όπως του Αριστοτέλη, του Σιμπλίκιου, του Ψευδο-Πλούταρχου, του Αέτιου, του Θεόφραστου, του Δ. Λαέρτιου και κυρίως του Ιάμβλιχου.

Για τον Αναξίμανδρο, η πρωταρχική δημιουργική Ουσία του Σύμπαντος είναι αυτό που ονομάζει «Άπειρον», στο οποίο μερικοί ερμηνευτές έχουν δει τα ίχνη του αρχέγονου Χάους των θεολογικών Κοσμογονιών, όπως της Ορφικής ή της Ησιόδειας. Την ποιότητα όμως του Απείρου ο Ίωνας αυτός φιλόσοφος δεν την προσδιορίζει καθαρά, αν και του αποδίδει χαρακτηριστικά όπως την αθανασία και την αφθαρσία, την αέναη κίνηση, αιτία της γέννησης των κόσμων, που θα έχει ως συνέπεια την «απέκκρισιν», δηλ. τη γέννηση σαν από ένα «σπέρμα» των αντίθετων μεταξύ τους στοιχείων, συνδυασμοί των οποίων θα θεμελιώσουν όλα τα άλλα υπάρχοντα. Αυτό το σύνολο αντιθέτων, αρχικώς όμως εναρμονισμένων ενιαία και ομοιόμορφα, παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά του Αιθέρα, της “πεμπτουσίας” των στοιχείων ή 5ου Στοιχείου, που στην ινδική φιλοσοφία ονομάστηκε Ακάσα. Ο Αιθέρας, αυτή η εσωτερική μεταφυσική έννοια που συνδέεται με τον θεό Δία, το λαμπερό, την πρωτοπλασματική ουσία, μπορεί να ταυτιστεί με την έννοια του Απείρου του Αναξίμανδρου, όπως συμπεραίνει ο Σιμπλίκιος στο έργο του «Περί ουρανού».

Ουσιαστικά δεν διαφέρει από τις “Αρχές” που έθεσαν οι άλλοι προσωκρατικοί για τη δημιουργία και σύσταση των πάντων. Η διαφορά δεν είναι μάλλον εννοιολογική αλλά ορολογίας. Γιατί, για παράδειγμα, η έννοια, ενεργειακή και ζωτική, του Ύδατος του Θαλή, συγκλίνει με του Αιθέρα, όπως και στην ινδική φιλοσοφία οι έννοιες του Χιβάμ-Πράναν (Κοσμική Ζωή) και του Ακάσα (Κοσμική λάμψη, αιθερική), όπου Ζωή και Φως είναι όψεις της ίδιας Πραγματικότητας.

Τα πρώτα αντίθετα που βγαίνουν από τα σπέρματα ή σπόρους του Απείρου είναι το Θερμό και το Ψυχρό, πρωταρχικό ζευγάρι αντιθέτων, όπως είναι αντίστοιχα το Γιανγκ και το Γιν στην κινέζικη φιλοσοφία. Και πάλι εδώ, οι έννοιες θερμό και ψυχρό δεν πρέπει να εννοηθούν όπως στην καθημερινή μας ζωή, αλλά περισσότερο σαν το δυναμικό ζεύγος ενεργειακών αντιθέτων του Γιν- Γιανγκ, που περιλαμβάνουν, λειτουργικά και συμβολικά, πολλές άλλες έννοιες αντιθέτων, όπως εξηγείται στο βιβλίο «Εισαγωγή στη Σοφία της Ανατολής», στο κεφάλαιο της κινέζικης φιλοσοφίας. Έτσι, όταν μας λέει ο Αναξίμανδρος ότι το ένα αντίθετο διαδέχεται το άλλο στην ανάπτυξη και λειτουργία του κόσμου, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το ένα αναδύεται μέσα από το άλλο, όπως συμβαίνει με την εναλλαγή των ενεργειών του Γιν και του Γιανγκ, αλλάζοντας τη “φορά” του παιχνιδιού των αντιθέτων, ενώ και τα δύο αντίθετα συνυπάρχουν. Έτσι, για τον Αναξίμανδρο, η «αδικία» είναι το γίγνεσθαι του κόσμου, όπου κάθε στοιχείο πρέπει να φθαρεί για να αναδειχθεί το αντίθετό του από μέσα του, ενώ παράλληλα συμβαίνει το ίδιο με το άλλο αντίθετο. Σ’ αυτή τη συμπαντική δυναμική κίνηση, που πραγματοποιείται από αναγκαιότητα (χρεών), η αδικία διορθώνεται εναλλακτικά με την «τίσι» (ανταπόδοση), δηλ. τη γέννηση ή ανάδυση του αντιθέτου. Αυτή η αμοιβαία διακύμανση οδηγεί στην ισορροπία των κόσμων, που είναι όμως μια κλασματική και συνεχόμενη εξισορρόπηση, γιατί μέσα της επωάζει την επόμενη πάλη των αντιθέτων. Έτσι, με τις έννοιες της «αδικίας», «δίκης» και «τίσεως», ο Αναξίμανδρος θεσπίζει τη συνεχόμενη δυναμικότητα του σύμπαντος, την αέναη κίνηση, όχι μόνο στα φυσικά αλλά και στα ηθικά και μεταφυσικά στοιχεία, δηλαδή στον κόσμο ως σύνολο.

Το «άπειρον» του Αναξίμανδρου είναι λοιπόν μια απεριόριστη κοσμοπλαστική δυναμικότητα, ταυτόσημη με την έννοια του Αιθέρα των κοσμολογικών μύθων ή του ινδικού Ακάσα, που περιείχε τα γενεσιουργά στοιχεία των πάντων με τη μορφή των «σπερμάτων», εν δυνάμει σπόρων, σαν εξαϋλωμένη ύλη, των ζευγών των αντιθέτων που επιτρέπουν την κίνηση και τη δυναμική ύπαρξη του κόσμου.

Η αντίληψη του «Απείρου» ως Αιθέρα ή Ακάσα, αντιστοιχεί λοιπόν με τη σύγχρονη φυσική έννοια του ενεργειακού πεδίου. Ο Paul Α.Μ. Dirac, ο μεγάλος φυσικός της αντι-ύλης, θεωρούσε ότι τα υλικά σωματίδια σε συνεχή κίνηση είναι μια διέγερση ή παραμόρφωση του «Πεδίου», που είναι για αυτόν ένα μέσο «πανταχού παρόν και τα πάντα πληρούν», σαν τον παγκόσμιο Αιθέρα του Αριστοτέλη ή το Άπειρον του Αναξίμανδρου.

Η έννοια της “Δύναμης Πεδίου” της σύγχρονης Φυσικής ως ταυτόσημη με την έννοια Ακάσα ή Αιθέρας στην αρχαία Εσωτερική ανατολική φιλοσοφία αναφέρεται στο βιβλίο μου «Θεμελιώσεις του Εσωτερισμού, 2ος τόμος». Την ίδια θεώρηση συναντάμε και στον Αναξίμανδρο με το “Άπειρον» του, όπου διαφαίνεται η υψηλή εσωτερική διαμόρφωση που έλαβε στις Μυστηριακές Σχολές, οι οποίες κατείχαν γνώσεις για την κοσμογονία, που μόλις τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα η σύγχρονη επιστήμη άρχισε να αντιλαμβάνεται.

Άλλο σημαντικό στοιχείο της κοσμολογικής φιλοσοφίας του Αναξίμανδρου είναι η έννοια της «δημιουργικής δίνης». Το αναξιμάνδρειο «σπέρμα», που εκπορευόμενο από το Άπειρον γεννάει τα ζεύγη των αντιθέτων, θα χαρακτηριστεί από τον Δημόκριτο, τον Εμπεδοκλή, τον Αριστοτέλη και τον Επίκουρο – οι οποίοι θα επηρεαστούν καθαρά από τη φιλοσοφία του Ίωνα αυτού προσωκρατικού – σαν δίνες ή ενεργειακοί στροβιλισμοί, που θα παράγουν τη χαοτική δυναμική των εναλλασσόμενων αντιθέσεων, που μέσα από την «αδικία» και την «τίσι» θα οριοθετήσουν τη φαινομενική ισορροπία και τάξη του κόσμου. Εδώ η σκέψη του Αναξίμανδρου αποδεικνύεται εντελώς σύγχρονη και σύμφωνη με τις πρόσφατες επιστημονικές έρευνες στον τομέα της γεωμετρίας fractal (ελλ. μορφόκλασμα ή μορφοκλασματικό σύνολο) των δυναμικών χαοτικών συστημάτων, που τις τελευταίες δεκαετίες δημιούργησε τον επιστημονικό κλάδο της Φυσικής του Χάους (Βλ. “Χάος, μια νέα επιστήμη” του Ι. GLEICK. Εκδ. Κάτοπτρον, Αθήνα 1990).

Σε αυτή τη θεώρηση του Αναξίμανδρου και άλλων προσωκρατικών και μη φιλόσοφων – όπως του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Επίκουρου και των Στωϊκών – συναντάμε τα ίχνη των εσωτερικών κοσμογονικών αντιλήψεων της Ανατολικής φιλοσοφίας, που μας μιλούν για τις πρωταρχικές περιδινήσεις των πομφολύγων ή φυσαλίδων στο κενό του Χάους ή Κοίλου Χώρου (Το Κοίλον ως απόλυτα γεμάτο όπως αναφέρεται στον 2ο τόμο του βιβλίου «Θεμελιώσεις του Εσωτερισμού»).

Σχετικά με όλα αυτά, παραθέτουμε τη μόνη φράση που μας έχει μείνει από τα γραπτά του: «εξ ων η γένεσις εστί τοις ούσι και την φθοράν εις ταύτα γίγνεσθαι κατά το χρεών· διδόναι γάρ αυτά δίκην και τίσιν της αδικίας κατά την του χρόνου τάξιν», δηλαδή «από αυτά που γεννιούνται τα υπάρχοντα πράγματα, σε αυτά κατ’ ανάγκη επιστρέφουν όταν φθαρούν γιατί τα όντα δίνουν λόγο και ικανοποίηση για την αδικία που έκαναν το ένα στο άλλο, στην καθορισμένη χρονική σειρά”.

Τη συμβολή των ιδεών και των πρωτοποριακών για την εποχή εκείνη σκέψεων του Αναξίμανδρου στην επιστημονική εξέλιξη, θα την εξετάσουμε παρά κάτω, ενταγμένη στα όλα προσωκρατικά επιτεύγματα. Ας τελειώσουμε όμως τη σύντομη αυτή αναφορά στο Μιλήσιο φιλόσοφο με μια σημαντική παρατήρηση σχετικά με τη βιολογία και την Ανθρωπογένεση. Ο Αέτιος λέει ότι, κατά τον Αναξίμανδρο, τα οργανικά όντα γεννήθηκαν αρχικά από το νερό, κάτω από την επίδραση των ηλιακών ακτίνων, και ήταν σκεπασμένα με λέπια ή αγκάθια, με ένα καβούκι σαν χελώνας, και αργότερα, σιγά-σιγά βγήκαν στη στεριά και άλλαξαν τρόπο ζωής και συμπεριφοράς. Και ο άνθρωπος προήλθε από αυτά. Πρώτα-πρώτα οφείλουμε ν’ αναγνωρίσουμε σ’ αυτές τις σκέψεις μια εκπληκτική διαίσθηση για την προέλευση της ζωής στη γη, όπως την αντιλαμβάνεται η σύγχρονη κοσμοβιολογική επιστήμη (κατά την άποψη επιστημόνων, όπως του βιολόγου B.S. Holdane ή του Salvatore Loria, βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας του 1969, ανάμεσα σε άλλους, και που πλέον έχει καθιερωθεί πλήρως). Κάτι άλλο που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι η μεγάλη ομοιότητα αυτών των διαπιστώσεων με τις αρχαίες εσωτερικές διδασκαλίες για την ανθρωπογένεση που περιέχονται στα ανατολικά κείμενα, τα λεγόμενα «Στάντζα των Ντζυάν», που η μεγάλη ερευνήτρια του 19ου αιώνα Ε.Π. Μπλαβάτσκυ έφερε από το Θιβέτ. Πρόσφατα ανακαλύφθηκαν αντίγραφα στα θιβετανικά αυτών των ως τότε απόκρυφων κειμένων, που χρονολογήθηκαν τον 11ο-12ο αιώνα, και διαπιστώθηκε η αυθεντικότητα της πηγής της Ε.Π. Μπλαβάτσκυ και η ακρίβεια της μετάφρασής της. Σ’ αυτά τα κείμενα περιγράφεται η αρχέγονη προέλευση του ανθρώπου και οι πρώτες του μορφές, που συμφωνούν καταπληκτικά με αυτές που μας έδωσε ο Αναξίμανδρος (βλ. “Οι Στάντζα των Ντζυάν”, συλλογή από την Ε.Π. Μπλαβάτσκυ και “Η Μυστική Διδασκαλία” της ίδιας, 3ος τόμος, σχετικά με την Ανθρωπογένεση, Εκδ. Πνευματικός Ήλιος), δείχνοντας την παγκοσμιότητα ορισμένων αρχαίων εσωτερικών διδασκαλιών, γεγονός που προϋποθέτει την ύπαρξη και λειτουργία, από πανάρχαιες εποχές, ενός είδους “Διεθνούς Θεσμού”, όπως ήταν οι Σχολές Μυστηρίων.

Υποσημείωση

1 Ο Sri Aurobindo στο βιβλίο του για τον Ηράκλειτο, εκφράζει την άποψη ότι «Ο Ηράκλειτος, στη σύλληψη του “αείζωου Πυρός” έχει μια καθαρή ιδέα ενός πράγματος που είναι κάτι περισσότερο από μια ουσία ή φυσική ενέργεια. Το “πυρ” είναι γι’ αυτόν η φυσική όψη μιας μεγάλης, φλογερής, δημιουργικής, μορφοπλαστικής και καταστροφικής δύναμης, το άθροισμα όλων των πραγμάτων που αναδύονται σε μια σταθερή και αδιάκοπη αλλαγή”. Επίσης, κατά τον Αριστοτέλη, το πυρ είναι κάτι ασύλληπτο, μια δυναμική ουσία, ένα στοιχείο καταληπτό περισσότερο με το μυαλό παρά με τις φυσικές αισθήσεις (Περί Ψυχής Α2, 405 25-290). Και επεξηγεί ο Ιωάννης Φιλόπονος: “Πυρ είναι το όνομα που δίνει στην ξηρά πνοή (πνεύμα), από την οποία συνίσταται επίσης και η Ψυχή”.

Γνώρισε τα βιβλία των Εκδόσεών Νέα Ακρόπολη
Ανακάλυψέ το
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα ΙΣΤΟΡΙΑ

×