Σε προηγούμενα τεύχη είδαμε τους τρεις κύριους εκπρόσωπους της λεγόμενης Σχολής της Μιλήτου: τον Θαλή και τους διαδόχους του στη Σχολή, τον Αναξίμανδρο και τον Αναξιμένη. Συνεχίζοντας τη γραμμή της Ιωνικής Φιλοσοφίας, και αν και η Μιλήσια Σχολή έχει αποδυναμωθεί λόγω της Περσικής απειλής, βρίσκουμε τον Ηράκλειτο από την Έφεσο (544-484 π.Χ.). Ήταν ευγενής, από την αριστοκρατική και ιερατική οικογένεια από όπου προέρχονταν οι βασιλείς της Εφέσου, και η οποία αποτελούσε το ιερατείο του Ναού της Εφέσιας Αρτέμιδος, που θεωρήθηκε ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου.

Η παράδοση αναφέρει ότι, απογοητευμένος από την κατάπτωση των ηθών, τις συνεχείς κοινωνικές διαταραχές και τη διαφθορά, παραχώρησε τα βασιλικά του δικαιώματα στον αδελφό του και αποτραβήχτηκε στην ιδιωτική ζωή, για να ασχοληθεί με τη Φιλοσοφία. Κάτι παρόμοιο με αυτό που έκανε ο πρίγκιπας Σιντάρτα Γκωτάμα, ο αργότερα ονομαζόμενος Βούδας, περίπου την ίδια εποχή στην Ινδία.
Ο Ηράκλειτος έγραψε ένα έργο, το “Περί Φύσεως” ή κατά άλλους “Περί του Παντός”, που το εναπόθεσε ως προσφορά στο Ναό της Εφέσιας Αρτέμιδος, λέγοντας ότι μόνο ένας Μύστης ή κάποιος με την καθοδήγησή του θα μπορούσε να το καταλάβει. Πράγματι η γλώσσα του Ηράκλειτου είναι δύσκολη, δυσνόητη μερικές φορές, με βαθιές μεταφορικές μεταφυσικές έννοιες, που τον έκαναν να χαρακτηριστεί ως «ο Σκοτεινός φιλόσοφος». Και ο χαρακτήρας του ήταν εσωστρεφής, σκυθρωπός, σαν να τον διακατείχε μια βαθιά θλίψη ή ένα μεγάλο βάρος στην ψυχή. Ίσως το ύφος του επηρεάστηκε από τους ιερατικούς τρόπους έκφρασης της οικογένειάς του, όταν υπηρετούσε στο Ναό. Πάντως λέγεται ότι ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης ποτέ δεν αποχωρίζονταν τα γραπτά του, είτε αυτά ήταν το αναφερόμενο έργο – που μερικοί αμφισβητούν ότι το έγραψε ως συστηματικό σύνολο – ή κάποια τμηματικά και σκόρπια αποφθέγματα που συλλέχθηκαν αργότερα. Από το σύνολό τους μάς είναι γνωστά 137 αποφθέγματα χωρίς να είναι βέβαιο πόσα είναι γνήσια και πόσα όχι.
Για τον Ηράκλειτο, η Αρχή του Κόσμου είναι το Πυρ, η Κοσμική Φωτιά, όχι όμως με τη φυσική μορφή του αισθητού υλικού κόσμου, αλλά σα μια λεπτή, μορφοπλαστική και καταστρεπτική ταυτόχρονα δύναμη, που διεισδύει παντού και βρίσκεται κρυμμένη παντού μέσα στην καρδιά των πραγμάτων, από τη μικρή πέτρα μέχρι τους θεούς. Το σύμπαν υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει ανέκαθεν ως αιώνιο Πυρ, γιατί δεν πλάστηκε από τους θεούς ή τους ανθρώπους (“Κόσμον τόνδε ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ’ ην και έστι και έσται, πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και σβεννύμενον μέτρα”). Δεν αναφέρεται όμως στο φυσικό ορατό Σύμπαν ως κάτι αιώνιο, γιατί αυτό καταστρέφεται και ξαναδημιουργείται, τοπικά και ολικά, εναλλακτικά και αιώνια, αλλά στην ουσία του, που ονομάζει Πυρ, δηλ. το Πνεύμα του Σύμπαντος. Πάλι βλέπουμε ότι στη φιλοσοφία του ενυπάρχει το ίδιο πράγμα με διαφορετική απλώς έννοια. Τώρα ο Ηράκλειτος προβάλλει το 4ο Στοιχείο της εσωτερικής αρχαίας Παράδοσης, τη Φωτιά, ως Αρχή και Αιτία του Κόσμου. Αλλά το κάνει με τέτοιο τρόπο και αποδίδοντάς του τέτοια χαρακτηριστικά, που ουσιαστικά μένει ίδιο με το ύδωρ, το Άπειρον (Αιθήρ) ή τον Αέρα, των προηγούμενων Ιώνων Φιλοσόφων και, όπως θα δούμε θα παραμένει ίδιο με το Νου του Αναξαγόρα, δηλ. με μια Μονιστική Πρωταρχική ουσία Αιτία των πάντων. Παρόλα αυτά, υπάρχουν καθαυτές διαφορές ανάμεσα στα 4 αυτά Στοιχεία, όπως θα εξηγήσει ο Εμπεδοκλής και ακόμα καλύτερα ο Πλάτωνας, ποιοτικού τύπου (όπως στα Ινδικά Τάτβας). Απλώς οι Ίωνες πρόβαλλαν με τη σειρά το ένα εις βάρος των άλλων, δίνοντάς του πρωταρχική σημασία και σχεδόν απόλυτη κυριαρχία, ως γενάρχη της ίδιας εναλλακτικής κίνησης, ανάμεσα σε αντιθέσεις που παρουσιάζει ο κόσμος, και τις οποίες όλοι τους παραδέχονται και τεκμηριώνουν, σε αντίθεση (φαινομενική εξ’ άλλου όπως θα δούμε) με τις αντιλήψεις της Ελεατικής Σχολής.
Κατά τον Πλάτωνα, το Πυρ του Εφέσιου φιλοσόφου είναι έννοια ταυτόσημη με τη Δικαιοσύνη, την Ανώτατη Αρχή που εξισορροπεί τους κόσμους διαμέσου εναλλακτικών φάσεων καταστροφής, ή «εκπύρωσης» για τον Ηράκλειτο, και ξαναδημιουργίας. Παρόμοια αντίληψη θα προβάλουν αργότερα οι Στωϊκοί φιλόσοφοι στην Ελληνορωμαϊκή εποχή. Τέτοια έννοια μπορούμε να την παραλληλίσουμε με τις «Εισπνοές» και «εκπνοές» του Μπράχμα, ή Μέρες και Νύκτες του στην Ινδική Φιλοσοφία, ή με τις σύγχρονες κοσμοφυσικές ιδέες για τη Διαστολή και Συστολή του Σύμπαντος στη θεωρία του BIG–BANG.
Κατά τον Αριστοτέλη, το Πυρ είναι κάτι νοητό, όχι φυσικό, όπως είδαμε και για το Ύδωρ του Θαλή, κάτι που ταυτίζεται με την ξηρά πνοή, από την οποία συνίσταται η Ψυχή και η Ζωή. Έτσι για τον Ηράκλειτο, η πολλαπλότητα του κόσμου επιστρέφει περιοδικά στο Πυρ, το Ένα από το οποίο αρχικά προήλθε, διαλύεται σε Αυτό και από εκεί ξανά εκπορεύεται, για να δημιουργήσει νέους κόσμους. Ένα αιώνιο γίγνεσθαι, μια συνεχόμενη ροή σε κυκλική δυναμικότητα – από εκεί το ρητό του «Τα πάντα ρει»-, αυτό είναι το Ον του Σύμπαντος ή καλύτερα, το Υπάρχειν του Σύμπαντος, για τον Ηράκλειτο. Όμως, στην αρχή και στο τέλος της κάθε επιστροφής ή «εκπύρωσης» και της κάθε νέας δημιουργίας, βρίσκεται αιώνια το Ένα, το Σταθερό Πυρ, σαν αιώνιο Ον όπου τα πάντα διαλύονται κυκλικά και κυκλικά ξαναγεννιούνται. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να πούμε ότι η ουσία, αυτό δηλ. που κρύβεται πίσω από την αιώνια δυναμική φιλοσοφία του Ηράκλειτου, διαφέρει πολύ από την Ελεατική, και πιο συγκεκριμένα, παρμενίδεια αντίληψη του Ακίνητου Όντος, και συνεπώς της μη-οντότητας της απατηλής μεταλλακτικότητας των φαινομένων, ένα είδος “Μάγια”, πλάνης στην Ινδική Φιλοσοφία.
Ο Αέτιος αναφέρει ότι, για τον Ηράκλειτο, ο χρόνος που χρειάζεται το σύμπαν για να ολοκληρώσει έναν κύκλο δημιουργίας και καταστροφής δια εκπύρωσης ήταν προσδιορισμένος. Τον ονόμασε “Μέγα Ενιαυτό” κύκλο, που ήταν το χρονικό διάστημα που χρειάζεται το σύμπαν για να κάνει μια περιφορά, μέσα στην οποία ολοκληρώνεται η διπλή εναλλακτική διαδικασία της δημιουργίας και καταστροφής. Αυτή η ανακύκλωση των κόσμων είναι φιλοσοφικό στοιχείο που συναντάμε στα αρχαία Μυστήρια της Ανατολής και των Ορφικών, καθώς και σε άλλα αρχαία φιλοσοφικά συστήματα μυητικής παράδοσης, αλλά και σε μοντέρνα, όπως στην περίπτωση του Φ. Νίτσε, ο οποίος ισχυριζόταν ότι ήταν η μετενσάρκωση του Εμπεδοκλή, επισημαίνοντας τη μεγάλη του ταύτιση με την προσωκρατική σκέψη μυητικής και Μυστηριακής ρίζας.
Η εναλλαγή των αντιμαχόμενων αιωνίως αντιθέτων, που εκφράζει το ρητό του “Πόλεμος πάντων Πατήρ”, κορυφώνεται σε μια σχετική πρόταση του Ηράκλειτου όπου λέει: «Αθάνατοι θνητοί, θνητοί αθάνατοι, ζώντες τον εκείνων θάνατον, τον δε εκείνων βίον τεθνεώτες», δείχνοντας την ταύτιση των αθανάτων με τους θνητούς και αντίθετα, όπου οι πρώτοι περνούν στους δεύτερους και αντίστροφα. Ο μεγάλος Ινδός φιλόσοφος του αιώνα μας Sri Aurobindo, στο βιβλίο του για τον Ηράκλειτο λέει, ενισχύοντας τη μυητική ανατροφή του Εφέσιου φιλοσόφου, ότι η ύπαρξη αθάνατης αρχής στον άνθρωπο και η κάθοδος των θεών στον τροχό της θνησιμότητας ήταν ανέκαθεν θεμελιώδης διδασκαλία στους Μύστες των Μυστηριακών θρησκειών.

Για τον Ηράκλειτο, η ταύτιση των αντιθέτων είναι κύριο στοιχείο της ύπαρξης του σύμπαντος, γιατί μέσα στο ένα επωάζεται το άλλο, το αντίθετό του, η καταστροφή του, και μέσα σ’ αυτό, το πρώτο, ως νέα γέννησή του, σαν το παιχνίδι με τις ρωσικές κούκλες ή το σχήμα του κινέζικου Γιν-Γιανγκ. Σχετικά ο ίδιος αναφέρει: «Εν το Σοφόν μόνον λέγεσθαι ουκ εθέλει και θέλει Ζηνός όνομα» και «Αυτός δε Αϊδης και Διόνυσος». Το Σοφόν θέλει και δεν θέλει να ονομάζεται Ζευς, που περιέχει τον υπέρτατο θεό και την πολλαπλότητα της θνητής ζωής, ο Άδης, θεός του θανάτου, και ο Διόνυσος, θεός της ζωής, είναι ένα και το αυτό Ον. Όλα είναι δύο πλευρές του ίδιου πράγματος. Σε ποιο πράγμα ή Ον αναφέρεται όμως ο φιλόσοφος; Πρόκειται για το “Σοφόν”, μια έννοια που πλησιάζει πολύ την Παρμενίδεια αντίληψη του Όντος στην Ελεατική φιλοσοφία.
Σύμφωνα με μερικούς μελετητές, η εισήγηση της ιδέας του Σοφού κάνει τον Ηράκλειτο να “αποστασιοποιείται από τους Μιλήσιους” και να προσεγγίζει τους Ελεάτες. Πραγματικά όμως και στους Μιλήσιους φιλοσόφους είχαμε μια ιδέα Οντολογικής Ακινησίας, στην ουσία της Πρωταρχικής τους Αρχής και πέρα από τις μεταβολές των αντιθέτων του δυναμικά αντιμαχόμενου και πολλαπλού κόσμου. Συνεπώς δεν υπάρχει ουσιαστικά απόσταση, όπως και δεν υπάρχει κατά βάθος κάποια πραγματική διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην Ιωνική και Ελεατική Φιλοσοφία. Όπως ο ίδιος ο Ηράκλειτος θα έλεγε, πρόκειται για δύο όψεις του ίδιου πράγματος. Η μια θεώρηση, αυτή που προβάλλεται, είτε της συνεχόμενης δυναμικής κίνησης των πάντων είτε της ουσιαστικής σταθερότητας και ακινησίας του Όντος, εμπεριέχει και επωάζει την άλλη, την αντίθετη και ταυτόχρονα συμπληρωματική της θεώρηση.
Το Σοφόν είναι η Αρχή που κυβερνά το Σύμπαν, αιώνια και διηνεκής, που εκφράζεται με το Πυρ ως δικαιοσύνη, για να κινήσει τους Τροχούς των κόσμων μέσω του πολέμου των αντιθέτων. Συγχρόνως το Σοφόν είναι και η ανθρώπινη νόηση, η λογική ή μάλλον η σοφία που μας επιτρέπει να αποκαλύψουμε και να συνάγουμε την Αλήθεια. Η ίδια η ύπαρξη του Σοφού μέσα στον άνθρωπο είναι αυτή που επιτρέπει να μπορούμε να μιλήσουμε γι’ Αυτό και να επιχειρήσουμε να το γνωρίσουμε μέσω της Φιλοσοφίας. Παρόμοια αντίληψη θα προβάλλει και ο Αναξαγόρας, όπου ο “Νους” του αντικαθιστά το Σοφόν του Εφέσιου φιλοσόφου.
Το Σοφόν, επίσης κατονομασμένο «Λόγος», του οποίου ο φορέας έκφρασης είναι το Πυρ, μια υπόσταση όχι εντελώς υλική, προσεγγίζει την έννοια του «Ατμάν» στην Ινδική Βεδαντική φιλοσοφία. Κατά καιρούς πάμπολλοι χαρακτηρισμοί δόθηκαν από διάφορους συγγραφείς σ’ αυτή την Ηράκλεια έννοια, όπως Νους, Σκέψη, Κοινή Αρχή του κόσμου, Κοσμικός Νόμος, ταυτιζόμενος με το Ινδικό Νταρμάν. Όλα αυτά και πολλά άλλα σημαίνουν το Σοφόν, κάτι δηλαδή που η περιορισμένη ανθρώπινη διάνοια δεν μπορεί να αποδώσει και να προσδιορίσει στην εντέλεια, κάτι ασύλληπτο, κατά τον Αριστοτέλη. Η φράση του Ηράκλειτου «Σοφόν εστί πάντων κεχωρισμένον», δηλ. ότι το Σοφόν είναι ξέχωρο από τα πάντα, εκφράζει καθαρά την υπερβατική, εξωκόσμια και απόκρυφη φύση του. Κατά τον Edwin Ray Guthrie, η μεγάλη αλήθεια για τον Ηράκλειτο είναι το Ένα, που είναι και το Παν, το κάθε τι. Και αυτό το Ένα, το Σοφόν ή Λόγος είναι η Θεία αρχή που μας περιβάλλει και συνεπάγεται την τάξη του κόσμου. Η ανθρώπινη νόηση και πνεύμα οφείλονται σ’ αυτήν την Αρχή που βρίσκεται και μέσα στον άνθρωπο, και όσο βρίσκεται σε όλα τα άλλα όντα, οφείλουμε και σε αυτά να αποδώσουμε ζωή, πνοή και λόγο, στο μέτρο τους.
Η Δικαιοσύνη, που συνεπάγεται από το Σοφόν, αντιπροσωπεύει, κατά τον Robert Kirk, τη ρυθμική διαδρομή των γεγονότων, την κανονικότητα του κόσμου που εναντιώνεται σε κάθε παραβίαση της φυσικής τάξης των πραγμάτων. Εδώ είναι παρούσα η μεταφυσική έννοια του Ντάρμα και του Κάρμα (νόμος της αιτίας και του αποτελέσματος) που διαποτίζει όλη την αρχαία Ινδική Φιλοσοφία.
Τέλος, η Ηράκλεια Φιλοσοφία αντιλαμβάνεται την Ψυχή σαν κάτι το μικτό, που συμμετέχει στο Ύδωρ, δηλ. στη ρευστή ζωτική ενέργεια, και στο Πυρ, ως τη θερμή πνοή και σπίθα από το Σοφόν, ως το πνεύμα, και συνεπώς τη θεωρεί εν μέρει υλική, εν μέρει πνευματική, εν μέρει φθαρμένη, εν μέρει αθάνατη. Γι’ αυτό θεωρεί ότι η ψυχή, ως ενιαίο συγκρότημα του κάθε όντος, δεν είναι αθάνατη, εκτός από την περίπτωση των Ηρώων, οι οποίοι έχουν αποκτήσει τη συνειδητότητα, και συνεπώς είναι αθάνατοι. Η συνειδητότητα αυτή, αυτογνωσία ή επίγνωση του εαυτού του όντος, είναι εκείνο το στοιχείο που επιτρέπει στο ον την πλήρη συμμετοχή και ταύτιση με το Σοφόν, συμμετέχει συνεπώς και στην αθανασία και αιωνιότητά του.
Από το ίδιο Τεύχος
18 Οκτωβρίου, 2025 / ΙΣΤΟΡΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
18 Οκτωβρίου, 2025 / ΙΣΤΟΡΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Περισσότερα Άρθρα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
18 Οκτωβρίου, 2025 / ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
18 Οκτωβρίου, 2025 / ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ