Τα χορευτικά δρώμενα των αρχαίων τελετουργιών, ο χορός της ψυχής και η απελευθέρωσή της, η κορυβαντική φρενίτιδα, ο μινωικός θρονισμός και ο πόθος της αθανασίας.

Στις μυστικές θρησκευτικές τελετουργίες των αρχαίων Ελλήνων, που κυρίως ήταν εισαγωγή στα επονομαζόμενα «μυστήρια», ο χορός αποτελούσε ιδιαίτερο τελετουργικό. Τα περισσότερα από τα μυστήρια αναφέρονταν στη γονιμότητα και μετέδιδαν στον μυημένο μυστικές πληροφορίες για το πώς μπορεί να εξασφαλίσει για τον εαυτό του ευτυχισμένη ζωή μετά θάνατο.
Θα ήταν ακατανόητο στους περισσότερους από μας, σήμερα, να δανειστούμε τις θεότητες και τις λατρευτικές συνήθειες και να τα προσθέσουμε στις δικές μας. Οι περισσότερες από αυτές είχαν λατρευτικά που ήταν εκστατικά, θορυβώδη κι εντυπωσιακά. Αναφέρονται έξαλλοι νυχτερινοί χοροί, με παράφορες κραυγές, κάτω από το δυνατό διαπεραστικό ήχο από τις φλογέρες, τα τύμπανα, τα μεταλλικά κύμβαλα, τις ξύλινες καστανιέτες, τα βούκινα, τα πήλινα ή μεταλλικά κόρνα και τα κρόταλα. Μερικές από αυτές τις τελετουργίες γίνονταν δημόσια, ενώ άλλες περιορίζονταν σε ιδιωτικά σπίτια από ιδιώτες και τους φίλους τους ή σε ομαδικές συγκεντρώσεις, τους γνωστούς θιάσους.
Οι πιο σημαντικές από τις ελληνικές θεότητες στα λατρευτικά μυστήρια των οποίων κατείχαν εξέχουσα θέση ήταν η Δήμητρα και η κόρη της Περσεφόνη. Στα Ανθεστήρια, που ήταν σαν ένα είδος γιορτής όλων των ψυχών στην Αθήνα, υπήρχαν μυστήρια μόνο για την Περσεφόνη, ενώ σε άλλες περιπτώσεις μυστικιστικές τελετές γίνονταν και για τις δύο θεές μαζί. Η γιορτή των Θεσμοφορίων, για παράδειγμα, στην ουσία ήταν μια απέριττη έκφραση λατρείας στη Δήμητρα και την Περσεφόνη. Μόνο κορίτσια από αρχοντικές οικογένειες και άμεμπτοι χαρακτήρες μπορούσαν να πάρουν μέρος στα μυστήριά τους. Πολλές από τις τελετουργίες παράμεναν αυστηρά μυστικές. Γνωρίζουμε όμως, ότι περιλαμβάνονταν σε αυτές χοροί και διαγωνίσματα.
Ο Αριστοφάνης στην κωμωδία του «Θεσμοφοριάζουσες» χρησιμοποιεί μέσα στο έργο του μια ωδή (στίχοι 947-1000) με συνοδεία χορών που αντιπροσωπεύουν μερικούς από τους χορούς της γιορτής, τους οποίους ονομάζει «όργια», λέξη που αναφέρεται στο μυστικισμό. Δεν θα τολμούσε, βέβαια, να επιδείξει στο θέατρο αυθεντικούς χορούς από τα μυστήρια, ακόμα κι αν αυτός, ως άντρας που ήταν, τα είχε δει ποτέ. Τους περιγράφει στην αρχή σαν ζωηρούς και γρήγορους, σε κυκλικό σχηματισμό, στη συνέχεια ήσυχους και μετρημένους, καθώς οι χορευτές επικαλούνται διάφορες θεότητες, μετά γρήγορους πάλι, σε διπλή γραμμή και τέλος οργιαστικούς, με δυνατές κραυγές προς το Διόνυσο.
Τα μεγαλύτερα όμως από όλα τα ελληνικά μυστήρια, ήταν αυτά που γιορτάζονταν στο γνωστό λατρευτικό κέντρο της Δήμητρας και της Περσεφόνης στην Ελευσίνα. Μετά από μακριά προπαρασκευή, νηστεία και προκαταρκτικές γιορτές στην Αθήνα, τα άτομα που επρόκειτο να μυηθούν και διάφοροι άλλοι που θα έπαιρναν μέρος στις τελετές πορεύονταν όλο το δρόμο ως την Ελευσίνα, σταματώντας κάπου-κάπου σε ενδιάμεσα ιερά. Τα καθαυτό μυστήρια κρατούσαν τρεις μέρες και τρεις νύχτες, και αφορούσαν κυρίως την επιστροφή της Περσεφόνης από το βασίλειο των νεκρών για να περάσει μέρος του χρόνου με τη μητέρα της, τη Δήμητρα, μια επιστροφή που συμβόλιζε την αθανασία της ψυχής.
Αν και τα Ελευσίνια μυστήρια ήταν πολύ παλιά (φαίνεται πήγαιναν πίσω ως τους Μυκηναϊκούς χρόνους, κι ακόμα πιο παλιά), συνέχισαν μέχρι το τέλος του τέταρτου μεταχριστιανικού αιώνα, με αθρόα συμμετοχή ατόμων που μυούνταν κάθε χρόνο. Τα μυστικά των τελετών φυλάγονταν πολύ προσεχτικά.
Γνωρίζουμε παρόλα αυτά ότι οι τελετουργίες σκοπό είχαν, όπως πίστευαν, να εξασφαλίσουν στο μυημένο χαρούμενη και ειρηνική ζωή μετά το θάνατο. Γνωρίζουμε επίσης ότι χαρακτηριστικό των εορτών ήταν οι βραδινοί χοροί κάτω από το φως αναμμένων δαυλών. Αναπόφευκτα στη μύηση μερικά από τα «μυστικά» αποκαλύπτονταν κάτω από τη μορφή ενός χοροδράματος.
Ο Λουκιανός υποστηρίζει ότι η μύηση «με χορό και ρυθμό», ήταν μια βαθιά εντυπωσιακή εμπειρία. Ο Αριστοφάνης στο έργο του «Βάτραχοι» (440-459), παρουσιάζει έναν τέτοιο χορό το βράδυ στις πεδιάδες του κόσμου των νεκρών, από μια ομάδα μυστών ή ατόμων που στη ζωή είχαν μυηθεί στα Ελευσίνια μυστήρια.
Οι Ορφικοί πίστευαν ότι η ανθρώπινη ψυχή εμπεριέχει μέσα της το θείο και ότι ο άνθρωπος περνάει από πολλά στάδια μετενσάρκωσης καθώς αγωνίζεται να τελειοποιήσει τον εαυτό του και να ενωθεί με το θεό. Ωστόσο, με τη συμμετοχή του σε ορισμένες μυσταγωγικές τελετουργίες θα μπορούσε πολύ γρηγορότερα να επιτύχει αυτή την ένωση. Οι τελετουργίες συγγένευαν από τη μία μεριά με αυτές του Διονύσου και από την άλλη με αυτές της Περσεφόνης. Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό τους ήταν ένας οργιαστικός χορός στη διάρκεια του οποίου οι οπαδοί έσκιζαν σε κομμάτια ζωντανά ζώα και έτρωγαν τη ματωμένη ωμή σάρκα σαν ένα είδος μετάληψης.
Η Ρέα της Κρήτης λατρεύονταν με θορυβώδεις, συχνά πολεμικούς χορούς από τους Κουρήτες ή Κορύβαντες. Ένα χαρακτηριστικό των τελετών των Κορυβάντων ήταν, από ό,τι λέγεται, ένας διακριτικός «παιχνιδιάρικος» χορός, ο θρονισμός, που εκτελούσαν γύρω από το θρόνο όπου καθόταν ο υποψήφιος για μύηση.
Υπήρχε επίσης ένας μυστικός χορός με τον οποίο, όπως υποστήριζαν, μπορούσαν να θεραπεύσουν την τρέλα. Τις θρακικές θεότητες, Βένδιδα και Κοτυττώ τιμούσαν με «ορεσίβιους χορούς» και λιτανείες στους δρόμους, καθώς και ολονύχτιες τελετές. Στην περίπτωση της Κοτυττώς υπήρχε κι ένα τελετουργικό βάπτισμα. Τον Άδωνη, τον αγαπημένο της Αφροδίτης, που πέθανε πρόωρα, τον θρηνούσαν οι γυναίκες, με δυνατές κραυγές και με χορό πάνω στις στέγες. Τον Ζάλμοξη επίσης, θεό των νεκρών, τιμούσαν με ειδικό γι’ αυτόν χορό και τραγούδι.
Οι εκδηλώσεις αυτού του είδους βρήκαν αντίπαλη μεγάλη μερίδα Ελλήνων, ιδίως ανάμεσα στους πολιτικούς και τους φιλοσόφους. Ο Πλάτωνας, για παράδειγμα, καθόριζε βαριά τιμωρία σε όποιον από τους πολίτες επιδιδόταν σε οργιαστικές τελετές. Γι’ αυτό και κατά διαστήματα ορισμένες από αυτές απαγορεύονταν.
Φαίνεται όμως ότι ικανοποιούσαν μια συγκινησιακή ανάγκη. Ο ίδιος ο Πλάτωνας λέει ότι οι χοροί σε αυτές τις τελετές με τις βίαιες σωματικές κινήσεις, κυριολεκτικά ελευθερώνουν ανήσυχα άτομα από τις εσώτερές τους αντιθέσεις και επαναφέρουν την ψυχική τους γαλήνη.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Αριστείδης Κουιντιλιανός θεωρούσε τον ενθουσιασμό και την «κορυβαντική φρενίτιδα» σαν αρρώστιες της ψυχής, τις οποίες μπορούσαν να θεραπεύσουν, όπως και οι ίδιοι οι Κορύβαντες ισχυρίζονταν, η μουσική και ο ορμητικός χορός των οργιαστικών τελετών.
Τέτοιοι χοροί φρενίτιδας, με πολλά τινάγματα του κεφαλιού, διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα σε ορισμένες χώρες, κυρίως στην Αφρική, στη νότια Αμερική και στην Ανατολή. Ωστόσο και στους σύγχρονους ανιχνεύονται τέτοια στοιχεία.