Το μεγαλιθικό φαινόμενο εμφανίστηκε ξαφνικά στη γη κατά την 4η χιλιετία και διήρκησε μερικούς αιώνες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι άνθρωποι ανήγειραν χιλιάδες μνημεία σε διαφορετικά σημεία της υδρογείου. Ίδιοι τύποι κατασκευών εμφανίστηκαν στην Κορέα, το Θιβέτ, την Ινδία, τον Καύκασο, την Αφρική και την Ευρώπη.
Έχει παρατηρηθεί ότι οι εν λόγω κατασκευές δεν βρίσκονταν ποτέ πολύ μακριά απ’ τις ακτές. Στην Ευρώπη, οι μεγάλιθοι απλώνονται γύρω απ’ την ακτή του Ατλαντικού και ανεβαίνουν κατά μήκος της Βόρειας Θάλασσας ως τη Σκανδιναβία. Πολύ αργότερα εμφανίζονται στη νότια Γαλλία και την Κορσική.
Η λέξη «μεγάλιθος» προέρχεται απ’ τις ελληνικές λέξεις μέγα, μεγάλο, γιγάντιο και λίθος, πέτρα. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε τον 19ο αι. για να δείξει τους διαφορετικούς τύπους κατασκευών, που είναι τα μενίρ, τα ντολμέν, τα κρόμλεχ ή περίβολοι και οι γραμμές.
Κατ’ επέκταση, μπορούμε να μιλήσουμε για μεγαλιθικά μνημεία που χτίστηκαν με «μεγάλους λίθους», για τείχη που λέγονται «κυκλώπεια» όπως για παράδειγμα η πόλη Μάτσου-Πίτσου ή ο Ναός του Τιαχουανάκο στη νότια Αμερική, κοντά στη λίμνη Τιτικάκα. Όμως, στο παρόν άρθρο δεν θα αναφερθούμε σ’ αυτά, επειδή κατά τη γνώμη μας τα συγκεκριμένα μνημεία χτίστηκαν με άλλο τρόπο κατασκευής.
Τον 19ο αιώνα, εποχή που άρχισε η μελέτη των μεγάλιθων, ήταν κοινά αποδεκτό ότι οι κατασκευαστές αυτών των μνημείων ήταν οι Κέλτες. Σήμερα, όμως, η πρόοδος της αρχαιολογίας, της ανθρωπολογίας και των διάφορων μεθόδων χρονολόγησης μας επιτρέπουν να τα επανατοποθετήσουμε στο αληθινό τους πλαίσιο.
Η διαδεδομένη θεωρία, που ήταν γενικά δεκτή πριν δεκαπέντε ή είκοσι χρόνια, τοποθετούσε την αρχή των Ευρωπαϊκών μεγάλιθων στους αρχαίους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου και κυρίως της Κρήτης. Ωστόσο, η άποψη αυτή κατέρρευσε, όταν μπόρεσαν να χρονολογήσουν με άνθρακα 14 μερικά ντολμέν του Νορ-Φινιστέρ. Η απρόσμενη χρονολογία που έδειξε αυτή η μέθοδος τα τοποθετεί στο 3800 π.Χ. τουλάχιστον.
Να τι μας λέει ο Σαιν-Μπλάνκα: «Η νέα χρονολόγηση μας υποχρεώνει να αναζητήσουμε την αρχή αυτής της αρχιτεκτονικής κάπου στις ακτές του Ατλαντικού και όχι αλλού. Η ανατολική Μεσόγειος δεν μπορεί να δώσει κανένα αρχαιότερο πρότυπο. Η νεολιθική κουλτούρα της Ευρώπης απέκτησε μιαν αυτονομία και μια δημιουργικότητα που της είχαν για πολύ καιρό αρνηθεί. Αλλά το να τα τοποθετήσουμε χρονολογικά με μεγαλύτερη ακρίβεια δεν μας δίνει μια πειστική απάντηση στις ερωτήσεις που εξακολουθούν πάντα να μας θέτουν: σε τι χρησίμευαν; Ποιοι τα έκτισαν;»
Το γεγονός ότι είναι εκεί αποδεικνύει την ύπαρξη ενός μυστηρίου. Σήμερα, μια απ’ τις υπάρχουσες υποθέσεις είναι η ιδέα του «μεγαλιθικού πολιτισμού», πολιτισμού περισσότερο με την έννοια της «κουλτούρας» παρά του «λαού» ή του «έθνους».
Η άνοδος του μεγαλιθισμού τοποθετείται στη νεολιθική αγροτική εποχή, δηλαδή περίπου πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια. Αυτή, ωστόσο, δεν είναι παρά μια μέση χρονολογία καθώς οι πρώτες κατασκευές χρονολογούνται στα 5800 χρόνια περίπου ενώ οι πιο πρόσφατες στα 3800 με 4000 χρόνια.
ΟΡΙΣΜΟΙ
Οι κατασκευές είναι από ακατέργαστη πέτρα και έχουν για βασικό στοιχείο το μενίρ, που μπορεί να είναι κάθετο ή οριζόντιο. Οι διαφορετικοί τρόποι τοποθέτησής τους μέσα σε μια καθορισμένη γεωγραφική περιοχή μας δίνουν τους διαφορετικούς τύπους κατασκευών.
Το μεμονωμένο μενίρ[1] είναι μια ακατέργαστη πέτρα είτε λαξευμένη είτε λεία και το ύψος της κυμαίνεται από μερικά εκατοστά μέχρι 23 μέτρα (που είναι το ύψος του πιο μεγάλου γνωστού μενίρ στο Λουμαριάκε). Δηλαδή, μπορούν να έχουν και το ύψος ενός όρθιου ανθρώπου, όπως συμβαίνει στην περίπτωση μιας πιο πρόσφατης εποχής στη νότια Γαλλία και την Κορσική.
Ο βράχος απ’ τον οποίο κατασκευάζονται ποικίλει ανάλογα με τη γεωλογική φύση του τόπου (γρανουλίτης, ψαμμόλιθος, κουάρκιο). Συχνά, υψώνεται στην κορυφή ενός λόφου ή δεσπόζει σε κάποιο ανάχωμα ή συνδέεται με μια άλλη μεγαλιθική κατασκευή, όπως για παράδειγμα το μενίρ που βρίσκεται μπροστά απ’ το ντολμέν των επίπεδων λίθων στο Λοκμαριακέ.
Όταν 3 τουλάχιστον μενίρ είναι ευθυγραμμισμένα, έχουμε μια γραμμή. Οι πέτρες τοποθετούνται σε τακτά διαστήματα και γενικά δεν δημιουργούν στο έδαφος μια ευθεία αλλά μάλλον μια ελικοειδή γραμμή. Επίσης, διαπιστώνουμε ότι το ύψος των μενίρ μειώνεται καθώς προχωράμε απ’ την Ανατολή προς τη Δύση. Οι πιο γνωστές γραμμές βρίσκονται στην περιοχή του Καρνάκ στον κόλπο του Μορμπιχάν.
Όταν αυτή η γραμμή γίνεται καμπύλη, είτε κλειστή είτε όχι, έχουμε ένα κρόμλεχ[2] που σημαίνει στύλος. Η καμπύλη μπορεί να είναι κυκλική, ωοειδής ή ελλειπτική. Τα κρόμλεχ μπορεί να συνδέονται με τις γραμμές (στο Καρνάκ μερικές γραμμές είναι «κλειστές» στα άκρα τους από κρόμλεχ), ή με άλλες μεγαλιθικές κατασκευές, αλλά συχνότερα είναι μόνα τους. Υπάρχουν πολλά στα Βρετανικά νησιά, απ’ τα οποία το πιο ονομαστό είναι το Στόουνχεντζ στη νότια Αγγλία.
Το ντολμέν[3] σχηματίζεται από κάθετα τοποθετημένα μενίρ, που λέγονται επίσης ορθοστάτες, και στηρίζει μια πλάκα. Υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία σ’ αυτό το είδος κατασκευών. Έτσι, θα τα διακρίνουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες, προκειμένου να καθορίσουμε τις έννοιες:
Το λεγόμενο ντολμέν σχηματίζεται από μια πλάκα που τοποθετείται πάνω σ’ ένα ή περισσότερα υποστηρίγματα, συνθέτοντας έτσι ένα στρογγυλό ή πολυγωνικό δωμάτιο, που μπροστά του μπορεί να έχει ή και όχι ένα διάδρομο στενό και χαμηλό – σε αντίθεση με το δωμάτιο που είναι ευρύχωρο και ψηλό. Τέτοιες κατασκευές βρίσκουμε κυρίως στη μεσημβρινή πλευρά του Αρμορίκ και στις μεσημβρινές και δυτικές ακτές της Ιβηρικής. Τα υποστηρίγματα των ντολμέν μπορεί να έχουν σκαλίσματα στις εσωτερικές τους επιφάνειες και, ενίοτε, στο κάτω μέρος των πλακών της οροφής. Στο ντολμέν του τραπεζιού των εμπόρων (Λουμαριακέ) βρέθηκαν σχέδια σε σχήμα σταυρών ή σταχυών. Άλλα ντολμέν έχουν σκαλίσματα με πελέκεις από λεία πέτρα καθώς και πολυάριθμα ακατανόητα σύμβολα. Όμως, το παράδειγμα των ωραιότερων απεικονίσεων βρίσκεται αναμφίβολα στο ντολμέν του Γκράβινις, στο Λαρμόρ Μπαντέν: απ’ τους είκοσι-εννιά ορθοστάτες που αποτελούν το ντολμέν, οι είκοσι-τρεις είναι σκαλισμένοι με ανάγλυφα σχέδια που παριστάνουν κύκλους οι οποίοι μπαίνουν ο ένας μέσα στον άλλο σχηματίζοντας σπείρες που δίνουν την εικόνα γιγάντιων δακτυλικών αποτυπωμάτων σκαλισμένων στην πέτρα.
Η δεύτερη ομάδα μνημείων αποκαλείται σκεπαστή αλέα. Είναι μεταγενέστερη και έχει γενικότερη εξάπλωση ενώ αποτελείται κατά ένα μεγάλο μέρος από ένα μεγάλο επίμηκες δωμάτιο.
Ο πιο απλός τύπος είναι ένα μοναδικό μακρύ δωμάτιο, που οριοθετείται από παράλληλες πλευρές και σκεπάζεται από διαδοχικές πλάκες. Υπάρχουν, επίσης, σκεπαστές αλέες που έχουν χωρισμένα δωμάτια και κάποιες φορές είναι τοποθετημένες προς την πλευρά του κεντρικού δωματίου (σκεπαστή αλέα από πέτρινες σκαλισμένες πέτρες όπου ξαναβρίσκουμε, στυλιζαρισμένη, την απεικόνιση της θεάς-μητέρας με τη μορφή ανάγλυφων μαστών).
Οι σκεπαστές αλέες είτε υψώνονταν στην επιφάνεια της γης, είτε κατασκευάστηκαν σε βαθιές τάφρους και φαίνονται μόνο οι πλάκες της στέγης στην επιφάνεια του εδάφους. Η είσοδος ήταν συνήθως στο ένα άκρο, αλλά μερικά ντολμέν είχαν την είσοδο στο πλάι. Στην πλειοψηφία τους, οι σκεπαστές αλέες ήταν προσανατολισμένες νοτιοανατολικά και βρίσκονται συχνά κοντά σε μέρη με νερό.
Τον περασμένο αιώνα, οι οπαδοί της «προκελτικής» άποψης θεωρούσαν αυτά τα μνημεία ως τόπους θυσίας. Ωστόσο, μετά από μερικά χρόνια, οι ανασκαφές που έγιναν επέτρεψαν να αποκαλυφθεί ο ταφικός χαρακτήρας των περισσότερων ντολμέν. Επρόκειτο για χώρους ταφής, είτε για ομαδικούς τάφους είτε για οικογενειακούς. Μερικές φορές βρέθηκαν πλούσια κτερίσματα που περιλάμβαναν άρματα, οικιακά ή αγροτικά εργαλεία καθώς και κοσμήματα και πολύτιμους λίθους. Παρόλο που, όπως είπαμε, δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι όλα τα μεγαλιθικά μνημεία είναι κατασκευές της Βρετάνης ή των Κελτών, πρέπει εν τούτοις να σημειώσουμε την έκταση και τη συχνότητα των κατασκευών που βρίσκονται στην περιοχή του Καρνάκ και σ’ όλο το Μορμπιχάν. Οι παρατηρήσεις αυτές μας επιτρέπουν να σκεφτούμε ότι η συγκεκριμένη περιοχή υπήρξε ένα απ’ τα μεγάλα κέντρα άνθησης του «μεγαλιθικού πολιτισμού».
Ανάμεσα στις πολλές έρευνες που έγιναν, οι μελέτες επικεντρώθηκαν κυρίως στον προσανατολισμό των μνημείων και στις σχέσεις που θα μπορούσαν να είχαν με τα διάφορα άστρα. Ας θυμηθούμε κατ’ αρχήν ότι κάθε μνημείο με θρησκευτικό ή λατρευτικό προορισμό, σ΄ οποιοδήποτε πολιτισμό κι αν ανήκει, έχει έναν ιδιαίτερο προσανατολισμό. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο που ξαναβρίσκουμε στους μεγάλιθους, οι οποίοι έχουν όπως πιστεύουμε παρόμοια χρήση, ορισμένους ακριβείς προσανατολισμούς.
ΚΑΡΝΑΚ
Στο Καρνάκ βρίσκουμε συνολικά περισσότερα από 3000 μνημεία κατασκευασμένα από γρανουλίτη που, όμως, η φυσική διάβρωση έχει σιγά-σιγά προσβάλει. Υποθέτουμε ότι αρχικά το σύνολο θα πρέπει να ήταν πιο γιγάντιο και ότι οι γραμμές συνδέονταν μεταξύ τους. Πράγματι, μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρεις σειρές γραμμών που κατευθύνονται απ’ την Ανατολή στη Δύση, σ’ ένα συνολικό μήκος 3900 μέτρων
Στα βόρεια του Καρνάκ, οι γραμμές του Μενέκ – που προηγούνται ενός ημικυκλικού κρόμλεχ – αποτελούνται από 1169 μενίρ ύψους από 0,6 ως 4 μέτρων και είναι τοποθετημένα σε 11 σειρές μήκους 1170 μέτρων. Μετά από μια άδεια έκταση 250 μέτρων αρχίζουν οι γραμμές του Κερμάριο, που αποτελούνται από 1029 μενίρ, ύψους 0,5 ως 6,40 μέτρων, ευθυγραμμισμένα σε δέκα παράλληλες σειρές μήκους 1120 μέτρων. Ένα θαυμάσιο ντολμέν βρίσκεται επικεφαλής της σειράς. 400 περίπου μέτρα μακρύτερα, ένα άλλο ημικυκλικό κρόμλεχ ξεκινάει τις γραμμές του Κερλεσκάν, που σχηματίζονται από 13 σειρές μήκους 880 μέτρων και 595 μενίρ, ύψους 0,8 ως 4 μέτρων.
Σ’ αυτή την περιοχή του Καρνάκ πρέπει να αναφέρουμε το επίχωμα του Σαιν Μισέλ που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της περιοχής. Μήκους 124 μέτρων, πλάτους 62 μέτρων στη βάση και ύψους 12 μέτρων, σχηματίζει ένα ορθογώνιο που η διαγώνιος του έχει ανατολικό – δυτικό προσανατολισμό. Σε βάθος οκτώ μέτρων, βρίσκουμε μια κρύπτη σε σχήμα τραπεζίου. Το επίχωμα περικλείει μια σειρά νεκρικών θαλάμων, από τους οποίους ο κυριότερος βρίσκεται στο κέντρο και περιέχει αξιόλογα κτερίσματα.
Αξίζει να αναφέρουμε επίσης και το επίχωμα του Κερκάντο, διαμέτρου 30 μέτρων και ύψους 3,5 μέτρων, που μπορεί να χρονολογηθεί γύρω στα 6500 χρόνια και είναι, έτσι, ένα απ’ τα αρχαιότερα μνημεία της Βρετάνης. Ένα κρόμλεχ από είκοσι-πέντε πέτρες περικλείει το επίχωμα. Σε ακτίνα δέκα περίπου χιλιομέτρων βρίσκουμε το μεγάλο μενίρ του ER GRAH, ύψους 23 μέτρων. Τώρα βρίσκεται πεσμένο στο έδαφος και σπασμένο σε τέσσερα κομμάτια. Όμως, αν θυμηθούμε ότι κάποτε στεκόταν όρθιο, τότε θα πρέπει να χρησίμευε ως ορόσημο για τους ταξιδιώτες καθώς και για αστρονομικές παρατηρήσεις.
Οι συμπτώσεις των μεγαλιθικών κατασκευών με τις σημειούμενες θέσεις του Ήλιου στα ηλιοστάσια και στις ισημερίες είναι φανερές. Έτσι, οι γραμμές του Κερλεσκάν είναι προσανατολισμένες σύμφωνα με τις ανατολές των ισημεριών, ενώ του Κερμάριο με την ανατολή του ηλιοστασίου. (παράρτημα 1)
Παράρτημα 1: Προσανατολισμοί ηλιακών τύπων
Για ένα άτομο που βρίσκεται στο σημείο Μ κάτω απ’ το γεωγραφικό μας πλάτος, ορίζεται μια γωνία σε σχέση με τη διεύθυνση Ανατολής – Δύσης. Αυτό βλέπει τις ηλιακές ανατολές να διασχίζουν τον τομέα ΑΟΒΟ. Στο ηλιοστάσιο, η γωνία ανατολής του Ήλιου είναι ίση με τη γωνία της δύσης του. Ανάμεσα σε δύο ηλιοστάσια, η φαινόμενη τροχιά έχει για μέση θέση την παρατήρηση των ισημεριών. Αυτό μας δίνει ένα ηλιοστασιακό τετράγωνο ΑΒCD. Οι προσανατολισμοί του ηλιακού τύπου είναι αυτοί που επιτρέπουν τη γωνία των 37ο.
Άλλες γραμμές είναι προσανατολισμένες σύμφωνα με την ανατολή του χειμερινού ηλιοστασίου ή σύμφωνα με τις ανατολές των ακόλουθων ημερομηνιών: 8 Νοεμβρίου, 4 Φεβρουαρίου, 6 Μαρτίου, 8 Αυγούστου. Οι ημερομηνίες αυτές ανταποκρίνονται φανερά στη σπορά, στην ανάπτυξη των φυτών, στην άνθηση και τη συγκομιδή και χρησίμευαν σαν αγροτικό ημερολόγιο. Δεν μοιάζει παράδοξο, εφόσον γνωρίζουμε τη σπουδαιότητα της γεωργίας εκείνη την εποχή. Ήταν η πιο άμεση μέθοδος μέτρησης των ρυθμών της ανθρώπινης δραστηριότητας και της σύγκρισης αυτών των ρυθμών με τις κινήσεις της γης γύρω από τον Ήλιο, ή κυρίως της φαινομενικής κίνησης του Ήλιου. Οι νεολιθικοί πρόγονοί μας παρατήρησαν πολύ νωρίς αυτές τις κινήσεις δημιουργώντας έτσι την έννοια του ημερολογίου. Η κύρια λειτουργία του ήταν να επιτρέψει στον άνθρωπο να αποκαταστήσει ένα στενό δεσμό ανάμεσα στους ίδιους τους ρυθμούς της γης και τους αρχαίους λαούς.
Υπάρχουν, άλλωστε, πολλά συστήματα ημερολογίου, κυρίως ηλιακά και σεληνιακά. Έτσι, αν ορισμένες γραμμές δεν ανταποκρίνονται σε ηλιακό προσανατολισμό, σκέπτονταν πολύ φυσικά ότι μπορεί να είχαν σχέση με τη Σελήνη. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να δει ότι ο προσανατολισμός των γραμμών του μικρού Μενέκ είναι σεληνιακού τύπου.
Σ’ αυτή την «αστρονομική» υπόθεση, ο καθηγητής Α. Θομ προσπάθησε να δείξει ότι το σύνολο των κύριων μεγαλιθικών μνημείων της περιοχής του Καρνάκ χρησίμευε ως ένα γιγάντιο αστρονομικό παρατηρητήριο, ηλιακό και σεληνιακό, με κέντρο το μεγάλο μενίρ του ER GRAH (Λοκμαριακέ). Χωρίς να επιβεβαιώνουμε αυτή την υπόθεση, μιας και δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες, είναι αναμφισβήτητο ότι οι γραμμές είχαν αστρονομική λειτουργία.
Δεν θα μπορούσαμε να κλείσουμε αυτό το μέρος που είναι αφιερωμένο στους προσανατολισμούς, χωρίς να μιλήσουμε για ένα σημαντικό περίβολο που βρίσκεται στο Ερντεβέν, στο Μορμπιχάν. Πρόκειται για το τετράπλευρο του Κρουκούνο. Αυτός ο περίβολος, που αποτελείται από είκοσι-δύο μενίρ, σχηματίζει στο έδαφος ένα τετράγωνο με τις κορυφές του να δείχνουν τα σημεία των ηλιοστασίων. Δηλαδή, οι διαγώνιοι αυτού του τετραγώνου είναι προσανατολισμένες ακριβώς στην ανατολή του Ήλιου κατά τα ηλιοστάσια. (παράρτημα 2)
Παράρτημα 2: Προσανατολισμός σεληνιακού τύπου
Ας πάρουμε έναν παρατηρητή που βρίσκεται στο σημείο Μ απέναντι απ’ το Βορρά. Αυτός βλέπει τη Σελήνη να ανατέλλει απ’ την Ανατολή και να δύει στη Δύση. Οι διαδοχικές διευθύνσεις των ανατολών γίνονται κανονικά σε είκοσι-επτά περίπου ημέρες. Έτσι, ο παρατηρητής βλέπει την ανατολή της Σελήνης να διασχίζει το τμήμα ΑΒ. Αλλά αντίθετα με τον Ήλιο, στον οποίο οι ηλιοστασιακές διευθύνσεις δεν αλλάζουν, εδώ ο παρατηρητής διαπιστώνει ότι έχει απόκλιση απ’ το τμήμα ΑΒ ως προς το τμήμα CD. Το όριο αυτό επιτυγχάνεται σε 9,3 χρόνια, ενώ ο πλήρης κύκλος διαγράφεται σε 18,6 χρόνια. Έτσι, στο ηλιοστασιακό τετράγωνο του Ήλιου ανταποκρίνονται δύο τετράγωνα για τη Σελήνη. Έχουμε, λοιπόν, δύο τύπους πιθανών σεληνιακών προσανατολισμών: ο ένας με γωνία 46ο και ο άλλος με γωνία 28,5ο .
Κάτι άλλο που πρέπει να σημειώσουμε είναι η σχέση 3-4-5, που ονομάζεται «το τρίγωνο του Πυθαγόρα». Μια ιδιαιτερότητα αυτού του τριγώνου είναι η χρήση του απ’ τους γεωμέτρες. Πράγματι, πρόκειται για μια απ’ τις πιο απλές μεθόδους χάραξης ορθής γωνίας στο έδαφος και έχει το πλεονέκτημα να τετραγωνίζει γρήγορα ένα χώρο. Αυτή η μέθοδος, που την χρησιμοποιούσαν πολύ οι Αιγύπτιοι, έγινε αργότερα θεώρημα απ’ τον Πυθαγόρα.
Επιπλέον, η σύμπτωση ανάμεσα στους προσανατολισμούς (τις γωνίες του τριγώνου) και στην περίφημη σχέση 3-4-5 δεν μπορεί να γίνει στο βόρειο ημισφαίριο παρά σ’ ένα ορισμένο γεωγραφικό πλάτος, όπως του Κρουκούνο. Αυτό το απλό παράδειγμα είναι αρκετό για να μας αποδείξει ότι οι κατασκευαστές των μεγάλιθων είχαν καλές γεωμετρικές γνώσεις, απ’ τις οποίες ήξεραν να επωφεληθούν συνδέοντας τες με τις αστρονομικές τους γνώσεις.
Υποσημειώσεις – Ορολογίες
- PLOUHARNEL: PLOY CARNEL: Χώρος τοποθέτησης σωρού οστών
- PLOU CARNAC: PLOU CARNAC: Χώρος των οστεοθηκών
- MENEC VRAS: Τόπος ανάμνησης
- KERMARIO: KER MARIO: Πόλη των νεκρών
- MANE ER GROECH: Το βουνό των λειψάνων
- MANIO: Ύψωμα γης, τάφου
- CARNAC: Αυτός που έχει CARNS, οστεοθήκες, μέρος που βάζουν τους σωρούς των οστών
- KΕRLESCAN: KER LESKI: Φλεγόμενη πόλη, μεταφράζεται από «πόλη των λειψάνων»
[1] Η λέξη μενίρ είναι βρετονική (η Βρετάνη είναι περιοχή της Γαλλίας) που επινοήθηκε το 19ο αιώνα και σημαίνει μακρια πέτρα. Ο όρος που χρησιμοποιείται από τις λαϊκές παραδόσεις είναι PEULRAN και σημαίνει στύλος.
[2] στη γλώσσα της Βρετάνης: κύκλος, μέρος περιτριγυρισμένο από κύκλο.
[3] στη γλώσσα της Βρετάνης: πέτρινο τραπέζι.
*Από το περιοδικό Νέα Ακρόπολη της Γαλλίας