Σε αυτό το άρθρο θα αναφέρουμε περιληπτικά λίγα από τα ελάχιστα που είναι γνωστά και επιτρέπεται να ειπωθούν σχετικά με τις διάφορες φάσεις των θείων Μυστηρίων που αναλογούν με τους βαθμούς των μυήσεων. Στη χριστιανική θρησκεία έχουν μείνει αμυδρά ίχνη των φάσεων των Αρχαίων Μυστηρίων, στα μυστήρια που τελούνται ως σήμερα για τη μετάδοση της Θείας Χάρης από την Εκκλησία και τα οποία είναι επτά: το Βάπτισμα, το Χρίσμα, η Εξομολόγηση, η Θεία Ευχαριστία, η Ιεροσύνη, ο Γάμος και το Ευχέλαιο. Στο βάθος τους μπορεί ο εσωτεριστής να αναγνωρίσει εύκολα τους μυητικούς βαθμούς ως την 7η ανθρώπινη μύηση των Αρχαίων Μυστηρίων.
Η πρώτη μυστηριακή φάση, της πρώτης μύησης, είναι αυτή του Καθαρμού μέσω του νερού. Ο εξαγνισμός από κάθε φυσική, ψυχική και νοητική ακαθαρσία είναι απαραίτητος για την είσοδο στην Ατραπό. Ο υποψήφιος μύστης πρώτου βαθμού μπορεί να παρέμενε για χρόνια σε αυτήν τη φάση, μέχρι να την ολοκληρώσει εντελώς και να περάσει στην επόμενη. Η επισφράγιση του τέλους αυτής της φάσης γινόταν με τελετές καθαρμών και σπονδών στη θάλασσα (π.χ. στα Ελευσίνια) ή σε ιερές δεξαμενές (π.χ. στους ναούς της Αιγύπτου), όπου οι μύστες λούονταν τελετουργικά, για να αποβάλλουν κάθε ακαθαρσία και να διαποτιστούν με την ενέργεια των θεοτήτων του υδάτινου στοιχείου. Αντιστοιχεί με το χριστιανικό Βάπτισμα, όπου ο μύστης “μπαίνει στο ρεύμα” (βαθμός του Σοταπάντι).
Η δεύτερη φάση στα μυστήρια είναι εκείνη του Χρίσματος ή της Καθιέρωσης, όπου ο μύστης αποκτούσε το μυστικό του όνομα και γινόταν δεκτός πλέον στη μυητική κοινότητα, για να αναλάβει υπεύθυνα κάποια αποστολή ή υπηρεσία. Ο μύστης “ενηλικιωνόταν” πνευματικά και γινόταν υπεύθυνος για τις πράξεις του μπροστά στον Εαυτό του και το Δάσκαλο ή Ανώτερο Ιερέα. Η επισφράγιση του βαθμού της δεύτερης μύησης γινόταν με μια τελετή κατά την οποία ο Ιερέας άλειφε με αρωματικά λάδια ή χρίσμα το μυημένο μεταβιβάζοντάς του τη θεία ενέργεια, που διοχετευόταν μέσα από το καθαγιασμένο και “φορτισμένο” αιθέριο έλαιο. Επρόκειτο για μια δεύτερη κάθαρση, αλλά με φωτιά αντί για νερό, γιατί το αρωματικό έλαιο του χρίσματος έχει την ικανότητα να “αιχμαλωτίζει” το φως και να λειτουργεί ως ενεργειακός συσσωρευτής, σε συνδυασμό με τα σύμβολα και τις γεωμετρικές μορφές των δοχείων στα οποία φυλαγόταν.
Στο χριστιανισμό αντιστοιχεί με το μυστήριο του χρίσματος που συμβολικά λαμβάνει το επτάχρονο παιδί, όταν υποτίθεται ότι αποκτά την υπεύθυνη χρήση του λόγου και μπορεί να γίνει υπεύθυνο μέλος της χριστιανικής κοινότητας.

Η τρίτη μυστηριακή φάση, στην τρίτη ανθρώπινη μύηση (Αναγκαμίν), είναι αυτή της “Περιβολής” κατά την οποία ο μύστης “ντύνεται” με τα χαρακτηριστικά του αξιώματός του και του επιτρέπεται να κάνει χρήση των συμβόλων και των “φυλακτών” που αρμόζουν στο αξίωμά του. Αποβάλλει τα παλιά του ρούχα, τις συνήθειες, την παλιά του γενικά προσωπικότητα και περιβάλλεται με τη νέα φωτεινή του ενδυμασία. Πεθαίνει για τον κόσμο η παλιά του προσωπικότητα και αυτός ανανεωμένος ανασταίνεται με μια νέα.
Στην τελετή των Αρχαίων Μυστηρίων, ο υποψήφιος σε αυτόν το βαθμό μύησης, που οδηγούσε στην πρώτη Πλανητική, έπρεπε να υποστεί ένα συμβολικό θάνατο (η εσωτερική παράδοση αναφέρει ότι δεν ήταν τόσο συμβολικός, αλλά ότι ο υποψήφιος πέθαινε και ανασταινόταν στ’ αλήθεια, όπως εξάλλου εκφράζεται στο χριστιανικό δράμα) και ύστερα από τρεις μέρες παραμονής μέσα σε τάφο ή σε σαρκοφάγο, ανασταινόταν. Σε αυτήν τη μεταθανάτια διαδικασία ο υποψήφιος περνούσε στον αόρατο κόσμο μια σειρά από δοκιμασίες (στον Άδη ή την Κόλαση) και αν νικούσε, περιβαλλόταν με μια χρυσή πανοπλία, σύμβολο του Αιτιατού Σώματος, το οποίο τότε άλλαζε. Όταν ανασταινόταν είχε πράγματι μια νέα προσωπικότητα, αφού το νοητικό του σώμα ήταν άλλο, φωτεινότερο και τότε ονομαζόταν “ο δύο φορές γεννημένος”, γιατί ως νικητής του θανάτου είχε αναστηθεί συνειδητά.
Το μυστήριο της Μετάνοιας του χριστιανισμού είναι αυτό που αντιστοιχεί με τη φάση της αποβολής της παλιάς προσωπικότητας ή του “ρούχου” και της “Περιβολής” με τη νέα χρυσή φωτεινή ενδυμασία. Στην τελετή, που γινόταν σε ειδικές κρύπτες, ο μύστης μετά την ανάστασή του φορούσε έναν ειδικό χιτώνα, σύμβολο της Χρυσής Πανοπλίας του νέου Αιτιατού του Σώματος, απαλλαγμένο από το καρμικά αμαρτήματα του βέβηλου παρελθόντος του.
Η τέταρτη φάση των μυστηρίων, κατά την οποία φθάνουμε πλέον στα μεγάλα μυστήρια, είναι αυτή του μύστη Αρχάτ, ο οποίος ξεπερνώντας την ανθρώπινη φύση, αρχίζει να έρχεται σε επαφή με τη θεότητα. Αυτή είναι η φάση της “μεταβίβασης του Ιερού Λόγου” και ο αρχιεροφάντης δίνει στο μύστη τα ιερά σύμβολα και τα σημάδια αναγνώρισης, για να μπορεί να επικοινωνεί και να επικαλείται τη θεότητα και του μαθαίνει τους ιερούς μαγικούς λόγους (μάντραμ, προσευχές κ.λπ.) που θα κάνουν δυνατή αυτήν την επικοινωνία. Από αυτήν τη στιγμή χάνει την καθοδήγηση του ως τώρα Δασκάλου του και μένει μοναχός του, με το Ανώτερο Εγώ του και τη Θεότητα, ως Δασκάλους. Είναι η φάση της μοναξιάς, όπου ο μύστης μένει γυμνός μπροστά στον Εαυτό του και το Θεό κρατώντας μόνο τα ιερά σημάδια και παραδίδεται σε Αυτόν.
Το χριστιανικό μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ή Θείας Κοινωνίας αντιστοιχεί με αυτήν τη φάση. Η τελετουργική επισφράγιση αυτής της μυητικής πορείας γινόταν συνήθως με μια τελετή στον Αστρικό και όχι στο φυσικό κόσμο, όπου ο μύστης έπρεπε να υποστεί ένα συμβολικό διαμελισμό (όπως συμβολικά εκφράζεται με τον τεμαχισμό του ψωμιού -σώμα του Θεού- στην ιερή λειτουργία) και ύστερα μια ανασύνθεση και μια δεύτερη ανάσταση ενσαρκώνοντας έτσι το μύθο του διαμελισμού του Θεού, όπως του Όσιρι στην Αίγυπτο ή του Διόνυσου Ζαγρέα στην Ελευσίνα.
Η πέμπτη φάση είναι του “Ενθρονισμού”, κατά την οποία ο μύστης καθιερώνεται ως διδάσκαλος, στο βαθμό του Αντέπτο Ασέκα. Η Διδασκαλία και η Αλήθεια έχουν γίνει ένα μαζί του και είναι φωτισμένος, γιατί δέχεται απευθείας το θείο Φως μέσα του. Σε αυτήν τη φάση της Φώτισης ο μύστης γίνεται ένα κενό καλάμι, ένα τέλειο εργαλείο στα χέρια της Θεότητας για πνευματική εργασία. Ο ενθρονισμός σημαίνει τη σταθερότητα της πνευματικής του εξέλιξης, γιατί από εκεί και πέρα δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα ο μύστης να μπορεί να χρησιμοποιήσει τη γνώση για κακό, αν πέσει στα δίχτυα της Μαύρης Μαγείας. Έχει ξεπεράσει το δυισμό της εκλογής και της ελευθερίας κι έχει γίνει “δούλος του Θεού” και “Κύριος του Εαυτού του”.
Στο χριστιανισμό αυτή η φάση αντιστοιχεί με το μυστήριο της Ιερωσύνης, στο οποίο ο υποψήφιος δέχεται το Φως και τη Χάρη του Θεού και γίνεται ιερέας, για να γίνει -υποτίθεται-“δούλος του Αγαθού” και υπηρέτης των ανθρώπων. Στην τελετή που επισφράγιζε αυτήν τη μυητική φάση ο μύστης ερχόταν σε άμεση επαφή με τον θείο εκπρόσωπο του Ηλιακού Λόγου στην ανθρωπότητα, τον Μεγάλο Τελετάρχη, ο οποίος του μεταβίβαζε τη θεία του ενέργεια αγκαλιάζοντάς τον. Αν και συνήθως γινόταν η τελετή αυτή στο αστρικό επίπεδο, σε πολύ αρχαιότερα χρόνια λέγεται ότι αυτός υλοποιούνταν και συμμετείχε στη φυσική τελετή μέσα στο άδυτο του ναού.

Η έκτη μυστηριακή φάση είναι της “Ιερογαμίας”. Ο μύστης τελούσε ιερούς “βασιλικούς γάμους” με τη θηλυκή όψη της Θεότητας, τη λεγόμενη “Σάκτι” στην Ανατολή, δηλαδή εκπλήρωνε την τέλεια ενεργοποίηση της δύναμης Κουνταλίνι και φορούσε συμβολικά το ιερό στέμμα της βασιλικής κόμπρας (το ουραίο των Αιγυπτίων) και γινόταν ένας Ράτζα Γιόγκι. Αυτό ήταν το σύμβολο της φιδίσιας δύναμης που, έχοντας διαβεί το «σουσούμνα» μέσα από τη σπονδυλική στήλη, βγαίνει σαν φλόγα αόρατη από το τσάκρα του μετώπου, το Άγνια (έδρα του θεού της φωτιάς Άγνι, της Ινδίας). Αυτή η ιερογαμία ήταν εντελώς πνευματική και συμβολική, γιατί ένας από τους κύριους όρους της αφύπνισης της Κουνταλίνι και της κατάκτησης αυτού του υψηλού βαθμού μύησης, είναι η σεξουαλική αποχή. Γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγεται το λάθος, πολύ συνηθισμένο στην εποχή μας ακόμα και σε δήθεν εσωτερικά κυκλώματα, να νομίζεται δηλαδή ότι η τελετή της ιερογαμίας είχε σχέση με το σεξ. Ήταν απλώς ένα σύμβολο, όπως όταν η μυθολογία μιλάει για τους γάμους και τις ενώσεις του Δία με διάφορες θνητές και θεές. Ο μύστης ενωνόταν με τη Σοφία, την Αλήθεια, τη Δικαιοσύνη, κάνοντάς τη μυστηριακή του Σύζυγο, όπως ο Ορφέας με την Ευριδίκη, ο Χριστός με τη Σοφία, σύμφωνα με το απόκρυφο Ευαγγέλιο της Πίστης – Σοφίας, ο Ηρακλής με την Ήβη, ο Αρθούρος με την Γκουίνεβιερ (που σημαίνει στα αρχαία Βρεττανικά “το Λευκό Πνεύμα”) κ.λπ.
Τέλος, η έβδομη μυστηριακή φάση είναι της “Εποπτείας”, που κορυφώνει τη μυητική διαδικασία στο τέλος της 7ης ανθρώπινης ή 4ης πλανητικής μύησης. Ο μύστης έχει το όραμα της Θεότητας σε μια κατάσταση έκστασης και βυθίζεται στη Συνείδησή Της. Είναι η τέλεια Ευ-δαιμονία, δηλαδή ο μύστης γίνεται Αγαθοδαίμονας, γίνεται απεσταλμένος του Θεού, Αβατάρα ή Αρχιεροφάντης. Λουσμένος από το άπλετο Φως της Θεότητας, αντικρύζοντάς Την κατά πρόσωπο, γίνεται ο ίδιος Φως και ενώνεται με την Παγκόσμια Φωτιά, γινόμενος συνειδητά Αθάνατος. Είναι η τελική αποθέωση, η Θεοφάνεια.
Τη στιγμή του θανάτου, ο άνθρωπος που έχει ζήσει ενάρετα, έχει μια μικρή αντίληψη αυτής της εκθαμβωτικής φάσης και γι’αυτό ο Πλάτωνας έλεγε ότι ο θάνατος αποτελεί μια μύηση για όλους. Στο χριστιανισμό το μυστήριο του Ευχέλαιου, που δίνεται μόνο στους ετοιμοθάνατους, είναι μια αμυδρή παρομοίωση της έσχατης αυτής μυητικής φάσης, που πολύ λίγοι άνθρωποι στην ιστορία της ανθρωπότητας έχουν ως τώρα κατορθώσει να κατακτήσουν και να κρατήσουν συνεχώς, σταθερά και συνειδητά: αποτελεί το ανώτατο εξελικτικό επίπεδο στην Αλυσίδα της Γης, ισάξιο με τον έβδομο Γύρο, στο Ατμικό Μπαλόνι ή κόσμο της Σφαίρας Φωτιάς του πλανήτη, που προαγγέλει τη Νιρβάνα, την Αιώνια Μακαριότητα.
Η αναπόφευκτη μοίρα της ανθρωπότητας είναι να ξεκινήσει, αργά ή γρήγορα, αυτήν την αναβατική πορεία προς τη μεγάλη ενοποίηση στο Παν-Ένα, αυτήν τη μυητική διαδικασία Συν-κέντρωσης, η οποία είναι εξάλλου και η μοίρα όλων των εκδηλωμένων πραγμάτων του κόσμου της πολλαπλότητας. Ας είμαστε σύμμαχοι του Χρόνου, της Ζωής και του Φωτός.
*Απόσπασμα από το βιβλίο: Τα 3 Κέντρα του Μυστηρίου, εκδόσεις Νέα Ακρόπολη
Από το ίδιο Τεύχος
Περισσότερα Άρθρα ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ
15 Φεβρουαρίου, 2025 / ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ
15 Φεβρουαρίου, 2025 / ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ
Σχετικά Άρθρα
15 Φεβρουαρίου, 2025 / ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ