Αρχαϊκό βήμα: Διογένης ο Έλλην

 

Μαρτυρία του Μαρίνου του Τύριου, που διασώθηκε από τον Πτολεμαίο, μας πληροφορεί για τον άγνωστο εξερευνητή Διογένη που ανακάλυψε τις πηγές του Νείλου

Οι αρχαιότερες αναφορές για τη χώρα των πηγών του Νείλου ανάγονται στις απώτατες εποχές της προϊστορίας, τότε που ο βασιλιάς της Ατλαντίδας Αζάης και αργότερα, ο απόγονός του γιος του Αρκάδα και της Ερατούς Αζάν, έδωσαν τα ονόματά τους στα γεωγραφικό τοπωνύμια των βορείων ορεινών όγκων της Αρκαδίας, αλλά και στη δυσπροσπέλαστη ανατολική όχθη της Αιθιοπίας. Και οι δυο αυτές περιοχές είχαν το όνομα Αζανία, ενώ το πέλαγος που εκτεινόταν στις ακτές της Αιθιοπίας Αζάνιον.

Από τότε ο Νείλος ξεχάστηκε, για να ανακαλυφθεί και πάλι στους ιστορικούς χρόνους. Πέντε αιώνες μετά την αποτυχημένη απόπειρα του Καμβύση (στα τέλη του 6ου π.X. αιώνα), ο αυτοκράτορας Νέρων έστειλε μια ομάδα πραιτοριανών, με επικεφαλής δυο εκατόνταρχους, για να πραγματοποιήσουν μια αναγνώριση σε βάθος, κατά μήκος της

πεδιάδας του Νείλου, πέρα από κάθε γνωστό γεωγραφικό όριο. Ωστόσο, κι αυτή η αποστολή απέτυχε, χωρίς να μάθουμε τις λεπτομέρειες, αφού ο αφηγητής της Σενέκας, μανιώδης συλλέκτης αρχαίων χειρογράφων και ανώτερος συγκλητικός της Ρώμης, απέκρυψε τις αναφορές των εκατόνταρχων, θεωρώντας τες κρατικό μυστικό (Seneca «Questioni di Storia Naturale» Vl,6 και μετά). Ο ίδιος, αναφερόμενος στην ύπαρξη της Αμερικής, έγραφε σχετικά: «Θα έρθει μια μέρα, όπου ο Ωκεαvός θα απελευθερώσει τις αλυσίδες με τις οποίες φυλακίζει τον κόσμο και θα ανοίξει μια μεγάλη γη. Η Τηθύς θα ανακαλύψει νέους κόσμους και η Θούλη δεν θα είναι πια η πιο μακρινή γη». (Βλέπε Giuseppe Gilberto Biondi: «Lucio Seneca Medea» 375-379, 119, 74 και 75, ed. Rizzoli Roma, 1989).

Αυτός που ανακάλυψε τις πηγές του Νείλου ήταν ένας Έλληνας, του οποίου γνωρίζουμε το μικρό όνομα, Διογένης. Έζησε κατά πάσα πιθανότητα στο τέλος του 1ου αιώνα, γιατί ο Πλίνιος που πέθανε το 79 δεν τον αναφέρει, ενώ τον αναφέρει ο Πτολεμαίος, ο οποίος όμως αντλεί τις πληροφορίες του από το χαμένο, δυστυχώς, έργο του Μαρίνου του Τύριου, της προηγούμενης γενιάς. Επειδή ο Κλαύδιος Πτολεμαίος έζησε πιθανά μεταξύ του 100 και του 178, ο χρονικός προσδιορισμός της εξερευνητικής αποστολής του Διογένη στα τελευταία χρόνια του 1ου αιώνα είναι απόλυτα λογική και πιστευτή. Στην αποστολή του ο Διογένης αλλάζει γραμμή προσέγγισης. Αντί να ανέβει το ποτάμι, όπως λογικά γίνεται για όποιον θέλει να φτάσει στις πηγές του, αντιμετώπισε το πρόβλημα από την ανατολή.

Αποβιβάστηκε στην ανατολική αφρικανική ακτή και εισχωρώντας στην ηπειρωτική χώρα, προχώρησε δυτικά ή πιθανόν βορειοδυτικά, μέχρι που έφτασε στις μεγάλες λίμνες και στα ψηλά βουνά του Ισημερινού. Το ταξίδι φαίνεται ότι πραγματοποιήθηκε από απλή σύμπτωση. Ο Διογένης δεν ήταν εξερευνητής, αλλά ένας απλός έμπορος που έκανε τακτικά τη διαδρομή προς την Ινδία, από όπου έφερνε μπαχαρικά. Στην εποχή του ήδη γνώριζαν και αξιοποιούσαν τους μουσώνες. Αυτό βέβαια απαιτούσε περισσότερη προσοχή κατά τη στιγμή της αναχώρησης από το ακρωτήρι των Αρωμάτων, το σημερινό Guardafui, από αριστερά για να κατευθυνθούν στη συνέχεια ευθεία και να μπουν στην Ερυθρά Θάλασσα, περνώντας το στενό του Bab el Mandeb.

Για το τι συνέβη στο Διογένη, μας πληροφορεί ο Πτολεμαίος: «Σχετικά με τα ταξίδια από το ακρωτήριο των Αρωμάτων στη Ράπτα, ο Μαρίνος ο Τύριος αφηγείται ότι κάποιος Διογένης, ένας από αυτούς που συνήθισαν να ταξιδεύουν προς την Ινδία, ενώ προσπερνούσε το ακρωτήρι των Αρωμάτων, παρασύρθηκε από το βόρειο άνεμο. Ενώ έπλευσε έχοντας τη χώρα των Τρωγλοδυτών στα δεξιά, μετά από είκοσι πέντε μέρες πορείας έφτασε στις λίμνες από όπου γεννιέται ο Νείλος, νότια των οποίων βρίσκεται το ακρωτήρι της Ράπτα» (Κλαύδιος Πτολεμαίος «Γεωγραφική Υφήγησις» 1,9 και XIV,2 και 17). Συνεπώς ο Διογένης αποβιβάστηκε στις ακτές της ανατολικής Αφρικής κατά σύμπτωση και χωρίς τη θέλησή του, γιατί παρασύρθηκε από τη δύναμη ενός εχθρικού ανέμου. Άθελά του έγινε εξερευνητής και αυτό το λέμε γιατί είχε τη διαύγεια να καταλάβει αμέσως την κατάσταση που διαμορφώθηκε και να κρατήσει ένα ημερολόγιο πεπραγμένων, σύμφωνα με τα δικά του συμπεράσματα και τις πληροφορίες που συγκέντρωνε επί τόπου.

Έτσι λοιπόν ο Έλληνας Διογένης άνοιξε το δρόμο, τον οποίο ακολούθησε μετά από δυο χιλιετίες αυτός που θεωρούμε σαν τον κλασσικό εξερευνητή των πηγών του Νείλου, ο Άγγλος Τζων Σπέηκ που το 1863 έστελνε από το κέντρο της Αφρικής ένα από τα διασημότερα τηλεγραφήματα της ιστορίας με τα λόγια: «το ζήτημα του Νείλου ταχτοποιήθηκε». (W. R. Clark «Explorers of the World”, σελ. 106-123 London, 1964).

Δεν έχει σημασία να προσδιορίσουμε την ακριβή θέση της Ράπτα γιατί δεν ενδιαφέρει και τόσο το σημείο της αναχώρησης του Διογένη για την ενδοχώρα. Είτε ταυτίζεται με το Dar es Salaam ή με το ακρωτήριο Delgado, το σημαντικό είναι το σημείο της άφιξης και πάνω σε αυτό δεν υπάρχουν αμφιβολίες. Οι λίμνες, δυο όπως αναφέρεται και σε άλλα αποσπάσματα του Πτολεμαίου, είναι η λίμνη Βικτόρια και η λίμνη Albert, συνδεδεμένες μεταξύ τους με το ελώδες εκείνο μέρος που ονομάζεται λίμνη Kyoga, το οποίο δημιουργείται από την πηγή του Νείλου στη Βικτόρια. Αν οι ίδιοι εκατόνταρχοι του Νέρωνα δεν μας πληροφορούσαν ότι είχαν σταματήσει στο Sudd, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι είχαν συναντηθεί με το Διογένη, γιατί από τη λίμνη Βικτόρια ο Νείλος βγαίνει σχηματίζοντας τους καταρράκτες Ripon. Στην υπόθεση αυτή η αναφορά του Σενέκα στη “λίμνη των καταρρακτών” είναι ιδιαίτερα σημαντική (Βλέπε αναλυτικά Γ. Χαραλαμπόπουλος «Διογένης, ο Εξερευνητής του Νείλου», Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 382, σελ.42-51).

Παρόλα αυτά ο Διογένης ο Έλληνας είναι ο πρώτος λευκός που αντικρίζει τις πηγές του Νείλου και, όπως αναφέρει και ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Ρώμης Κλάουντιο Φίντζι στο έργο του «Στις Εσχατιές του Κόσμου», που μελέτησε κατά κόρον τις ελληνικές και ρωμαϊκές εξερευνητικές αποστολές, «αυτό θα ήταν αρκετό για να του απονεμηθεί ο τίτλος του μεγαλύτερου εξερευνητή όλων των εποχών» (Claudio Finzi, «Αi Confini del Mondo», σελ. 131, Roma, 1979).

 

Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα ΔΙΑΦΟΡΑ

×