Η γέννηση και ο θάνατος μιας λέξης
Από την αρχαία ελληνική μέχρι τη χριστιανική γραμματεία, η έννοια της ευθανασίας απαντάται ελάχιστες φορές και με διαφορετική κάθε φορά απόδοση (Μένανδρος, Καίσαρας Αύγουστος, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Δαμάσκιος κ.ά.). Στην υψηλότερη ερμηνεία του, ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει την ολοκλήρωση μιας καλής ζωής, που προσδιοριζόταν από μία πορεία ηθικής δημιουργίας, κατά την οποία ο θανών είχε προοδεύσει ατομικά και, παράλληλα, είχε συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Αργότερα, ο F. Bacon έδωσε στη λέξη τη σημασία του εύκολου θανάτου για την ανακούφιση της σωματικής ταλαιπωρίας. Επομένως, αρχικά εστίαζε στην ποιότητα της ζωής που προηγήθηκε, ενώ κατόπιν στον ίδιο τον θάνατο και, έτσι, μετατράπηκε από σύμβολο ελπίδας σε απελπισμένο στίγμα.
Αρχαία Ελλάδα. Η σφραγίδα της δόξας
Σε συνέχεια των όσων αναφέρθηκαν προηγούμενα, στην Αρχαία Ελλάδα, η ευθανασία συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα «ύψιστα αγαθά», μαζί με την παιδεία και τη φιλία. Παράδειγμα ευθανασίας θα μπορούσε να είναι εκείνο ενός άντρα που είχε φτάσει μέχρι τα γεράματα χωρίς ασθένειες, έχοντας αφήσει –κυρίως- πίσω του άξιους απογόνους (φυσικούς ή πνευματικούς) ή είχε πεθάνει σε μία μάχη. Σε αυτήν την περίπτωση, η αυτοκτονία μεταμορφώνεται σε αυτοθυσία για την προστασία της πατρίδας ή μιας άλλης ιδέας, όπως στην περίπτωση της Αντιγόνης, η οποία προτίμησε να πεθάνει έντιμα θάβοντας τον αδελφό της Πολυνείκη. Τότε, πρόκειται για μία από τις σπουδαιότερες πράξεις που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος, δηλαδή το να επιδείξει «ευψυχία». Τελικά, η ευθανασία δεν είναι ένα γρήγορο τέλος στη βιολογική φθορά, αλλά μία διαδρομή προς την αθανασία, που απαιτεί συνεχή άσκηση στη ζωή, θυμίζοντας την πλατωνική ρήση σχετικά με τη φιλοσοφία, πως είναι «μελέτη θανάτου».
Από τη Ρώμη στην Ιαπωνία. Στο όνομα της τιμής
Καθώς διανύουμε τους ρωμαϊκούς χρόνους, παγιώνεται η τακτική του κατ’ επιλογήν θανάτου, υποκινούμενος από την ανάγκη αποκατάστασης της τιμής. Τότε, ανάγεται σε ηρωισμό, ενώ η αυτοκτονία για διαφορετικούς λόγους εξακολουθεί να κατακρίνεται. Τα παραδείγματα είναι πολλά: ο Θεμιστοκλής ήπιε αίμα ταύρου προκειμένου να μην υπηρετήσει τον Αρταξέρξη και ο Δημοσθένης κώνειο για να μην πέσει στα χέρια των Μακεδόνων. Ο Βρούτος έπεσε πάνω στο σπαθί του, όταν έχασε τη μάχη με τον Αντώνιο. Επίσης, η Λουκρητία αυτοκτόνησε επειδή ατιμάστηκε από τον Σέξτο Ταρκύνιο (θέμα που έχει εμπνεύσει ζωγράφους σαν τους Tiziano & Rubens) και, φυσικά, η Κλεοπάτρα όταν ο Οκταβιανός κατέκτησε την Αλεξάνδρεια.
Αξιοσημείωτο είναι ότι τους ίδιους λόγους συναντούμε και σε άλλους τόπους και θρησκείες. Ο βασιλιάς της Παλαιάς Διαθήκης Σαούλ ζήτησε από τον ιπποκόμο του να επισπεύσει τον θάνατό του όταν ηττήθηκε από τους Φιλισταίους, ενώ μία διαφορετική περίπτωση είναι εκείνη του Ινδού Καλανού, φίλου του Μ. Αλέξανδρου. Όταν ο γιόγκι συνειδητοποίησε πως η πολυτέλεια με την οποία ζούσε τον αποξένωσε από τον ασκητισμό, αυτοπυρπολήθηκε σε στάση λωτού. Τέλος, στην Ιαπωνία οι Σαμουράι τελούσαν το «χαρακίρι», μετά από έγκριση και σε δημόσια θέα όποτε ήταν εφικτό, όταν αποτύγχαναν να δώσουν τη νίκη στον άρχοντά τους. Επιπλέον, εφαρμοζόταν ως πολιτική διαμαρτυρία (θυμίζει τη μη βίαιη αντίσταση των βουδιστών μοναχών του Θιβέτ, που καίγονταν ζωντανοί μπροστά στα κινεζικά στρατεύματα), αλλά και ως τιμωρία για αδικήματά τους. Το τυπικό περιελάμβανε διαλογισμό και άλλες διαδικασίες εξαγνισμού (π.χ. λευκή ενδυμασία, συγγραφή ποιήματος). Κατόπιν, αυτο-μαχαιρώνονταν και έπειτα αποκεφαλίζονταν με τη βοήθεια εκπαιδευμένου προσώπου, που μπορούσε να είναι ο αντίπαλός τους. Συνεπώς, δεν πρόκειται για «κοινή» αυτοκτονία, επειδή απαιτούσε ειδική έγκριση και κατάλληλη προετοιμασία.
Τα φιλοσοφικά ρεύματα μπρος στο ανίατο: λύτρωση ή απόδραση;
Συχνά θα συναντήσουμε τις κοινωνίες να απαγορεύουν την αυτοκτονία, όχι μόνο με εξαίρεση τις περιόδους πολέμου, αλλά και στην περίπτωση ασθένειας. (Ίσως το πρώτο παράδειγμα ευθανασίας τέτοιου τύπου να είναι μυθολογικό, αφού είναι σε όλους γνωστό το τέλος του Ηρακλή.) Βέβαια, το πότε ορίζεται «δίκαιο» να εφαρμοστεί είναι θέμα ηθικής και πολιτικής, παρά ιατρικής. Στον ιπποκρατικό όρκο αναφέρεται: «ούτε θα χορηγήσω σε κανέναν δηλητήριο όταν μου ζητηθεί να το κάνω ούτε θα προτείνω κάτι τέτοιο», αν και οι απόψεις διίστανται για το κατά πόσο θίγει το θέμα της «απλής» από την δολοφονία «από οίκτο». Πάντως, στην ιδανική του πολιτεία ο Πλάτωνας το απαγορεύει και, μάλιστα, κατακρίνει όσους προσπαθούν τεχνητά να παρατείνουν τη ζωή εκείνων που νοσούν θανάσιμα, εκτός αν πρόκειται για επώδυνη ανίατη ασθένεια. Το τελευταίο μέτρο ήταν πραγματικότητα στην ελληνική αποικία της Μασσαλίας, όπου χορηγούσαν δηλητήριο σε ανίατους ασθενείς που ήθελαν να τερματίσουν τη ζωή τους, αφού περνούσαν τον έλεγχο της Γερουσίας.
Για τους Στωικούς, τους Κυνικούς και τους Επικούρειους, η ζωή δεν είχε νόημα σε κάθε τίμημα, δηλαδή η παράταση της ζωής δεν ήταν πάντα αυτοσκοπός. Γενικότερα, με τη θεωρία και τη δράση τους παρότρυναν τους ανθρώπους να ελευθερωθούν από τον φόβο του θανάτου, διδάσκοντας τη ματαιότητα του να προσπαθεί κανείς να τον αποφύγει και, αντίθετα, προέτρεπαν την επιδίωξή του όταν το έργο της ζωής εκπληρωνόταν. Ειδικότερα, σε περιπτώσεις σοβαρής ασθένειας και γηρατειών, αλλά και πολιτικής ήττας, ενθάρρυναν την ευθανασία σε σημείο που την ταύτιζαν με την ηθική ελευθερία. Έτσι, η πρώτη ιστορική πράξη ευθανασίας πιθανολογείται εκείνη του Σενέκα, ενώ όταν ο Ζήνων ο Κιτιεύς (σε μεγάλη ηλικία) παραπάτησε και έπεσε, απήγγειλε έναν στίχο προς τη γη: «Έρχομαι, τι με καλείς;» και στη συνέχεια αυτοκτόνησε κρατώντας την αναπνοή του. Ο δε Διογένης ο Κυνικός σατίριζε φιλοσόφους που έφταναν σε μεγάλη ηλικία, όπως τον ίδιο τον ιδρυτή της Σχολής των Κυνικών, Αντισθένη.
Για τον λόγο αυτό, πολλοί φιλόσοφοι αποχωρούσαν από τη ζωή υπέργηροι, με τη μέθοδο της ασιτίας (Πυθαγόρας, Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας). Πάντως, αν φύγουμε για λίγο από την Ελλάδα και ταξιδέψουμε στην Άπω Ανατολή, θα συναντήσουμε την “prayopavesa”, τον αποδεκτό τρόπο για να πεθάνει ο ινδουϊστής, που έγκειται ακριβώς στη λήψη νερού, χωρίς τροφή. Σύμφωνα με τον νόμο, η απόφαση του ενδιαφερομένου πρέπει να γίνεται δημόσια βάση του κανονισμού και αφορά πολίτες που έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους και η έλευση του θανάτου φαίνεται επικείμενη. Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι δε συνδέεται με αισθήματα απογοήτευσης, θλίψης ή θυμού, αλλά γαλήνης, όπως και το «χαρακίρι».
Από την άλλη πλευρά, υπήρχε ισχυρή και η αντίπαλη θέση που τασσόταν κάθετα ενάντια στην ευθανασία, όπως οι Πυθαγόρειοι, που αποκήρυσσαν την παρέμβαση και την καταστροφή της ανθρώπινης ζωής. Επίσης, διαβάζουμε στον Σοφοκλή πως, όταν ο μυθικός βασιλιάς Φιλοκτήτης δαγκώθηκε από φίδι, παρακάλεσε τους στρατιώτες του να τον σκοτώσουν, όμως εκείνοι τον εγκατέλειψαν στη Λήμνο. Ακόμη, ο Επίκτητος δεν υπερασπίζεται την αυτοχειρία για την αντιμετώπιση ασθένειας, αλλά μία στάση που εντάσσεται στο στωικό πνεύμα αταραξίας. Το ίδιο υποστηρίζει και ο Αριστοτέλης, δηλώνοντας πως το να θέσει κάποιος τέρμα στη ζωή του εξαιτίας πόνου είναι πράξη δειλή και κακή τόσο για τον ίδιο όσο και για την πόλη του.
Προφταίνοντας τον θάνατο
Εκτός από τα διάσπαρτα παραδείγματα ευθανασίας λόγω γήρατος, η συγκεκριμένη τακτική είχε λάβει τον χαρακτήρα εθίμου σε διάφορες κοινωνίες ανά τον κόσμο. Σε αυτές, οι γέροι αιτούσαν τη θανάτωσή τους, την οποία επέβαλλαν στον εαυτό τους μετά από έγκριση των συμπολιτών τους, πριν την εγκατάσταση σοβαρών ασθενειών. Με τον τρόπο αυτό, απάλλασσαν του νεότερους από τη σωματικά και συναισθηματικά επιβαρυμένη φροντίδα τους, προστάτευαν τους ίδιους από την ταλαιπωρία, ενώ παράλληλα δινόταν η ευκαιρία στην κοινωνία να εξοικονομήσει πόρους από την περίθαλψη των μη παραγωγικών μελών της. (Τον 19ο αι., αυτές θα είναι οι βάσεις της θεωρίας του ωφελιμισμού.)
Στην Κέα της κλασικής εποχής, οι ηλικιωμένοι κάτοικοι έπιναν ένα δηλητήριο στη διάρκεια τελετής, για τους παραπάνω λόγους. Νωρίτερα, ο Ηρόδοτος αναφέρει ένα έθιμο των Βακτριών, οι οποίοι έτρεφαν άγριους σκύλους με την ονομασία «ενταφιαστές», διότι καταβρόχθιζαν τους γέρους και τους ανήμπορους. Στην άλλη πλευρά του Ωκεανού, οι γέροι Ινδιάνοι έμπαιναν στη φωλιά του λύκου, ενώ στην Ασία αναφέρεται πως ήταν σύνηθες να αφανίζουν όσους ήταν πάνω από 60 χρονών είτε με απομόνωση, οπότε πέθαιναν από ασιτία (το ίδιο απαντάται και σε φυλές της Αφρικής), είτε κατακρημνίζοντάς τους από τους βράχους (όπως και οι Σπαρτιάτες). Παρόμοια, οι Ρωμαίοι εξόριζαν τους ηλικιωμένους σε νησιά. Σε μια φυλή ιθαγενών στην Αυστραλία, ο πατέρας ζητούσε από τον πρωτότοκο γιο να τον θανατώσει και ανάλογες περιπτώσεις μπορούμε να συναντήσουμε σε φυλές των Πολυνησίων και των Εσκιμώων. Τέλος, οι Γότθοι το θεωρούσαν ατιμωτικό να πεθάνουν από φυσικά αίτια., γι’ αυτό…
Κοινωνική ευγονική (Προφταίνοντας τη ζωή)
Αν θεωρήσουμε ένα ολόκληρο έθνος ως ασθενή, τότε ίσως μπορούμε να προσεγγίσουμε τη λογική της κοινωνικής ευγονικής, στην οποία η διαφορά είναι πως δε χρειάζεται να υπάρχει η συγκατάθεση των μελλοθάνατων (όπως θα γινόταν κάποια χειρουργική αφαίρεση ενός μη υγιούς τμήματος του σώματος, προκειμένου να μην αρρωστήσει όλος ο οργανισμός). Πρόκειται για έναν κοινωνικό «σχεδιασμό» που εφαρμοζόταν συχνά στο παρελθόν μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου έλαβε διαστάσεις γενοκτονίας, οπότε απαγορεύτηκε. Οι Σπαρτιάτες έριχναν στον γκρεμό τους εγκληματίες και τα άρρωστα βρέφη (αφού τα εξέταζαν, αποφάσιζαν αν έπρεπε να εκπαιδευτούν ή να σταλούν στον «Αποθέτη», ένα βάραθρο του Ταΰγετου). Στην Αθήνα, ο Πλάτωνας υποστήριζε τη βρεφοκτονία για λόγους ευγονικής με έκθεση σε φωτιά και ο μαθητής του Αριστοτέλης προτείνει νόμο που απαγορεύει την ανατροφή μειονεκτικών παιδιών. Στην Ιαπωνία, τα ελαττωματικά βρέφη υπόκεινται στην τακτική του αραιώματος, που ονομάζεται “mabiki”. Πολλοί είναι και οι σύγχρονοι υποστηρικτές και εφαρμοστές, όπως ο νομπελίστας φυσιολόγος Alexis Carrel και ο Αμερικανός Πρόεδρος Roosevelt. Έτσι, εκτός από τη χιτλερική Γερμανία, πολλά άλλα κράτη εφάρμοσαν την ευθανασία για να απαλείψουν ανεπιθύμητες ομάδες ανθρώπων (Σουηδία, Δανία, Ελβετία, Βέλγιο κ.ά.)
Θρησκείες της Μεσογείου. Τα δώρα της ζωής και του θανάτου
Όλες οι θρησκείες διδάσκουν την ιερότητα της ζωής και δε θα πρέπει να νομίζουμε πως οι αρχαίοι λαοί ακύρωναν αυτήν τη βασική αξία με την υιοθέτηση της ευθανασίας, παρά κατέφευγαν στην τραγική διέξοδο μόνο όταν πίστευαν πως ο τερματισμός της ζωής συνιστά αγαθό ανώτερο από τη συνέχισή της. Επιπλέον, παρότι οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες που εξαπλώθηκαν στη συνέχεια φαίνεται πως είναι απόλυτες κατά της ευθανασίας (η ζωή είναι ένα θείο δώρο και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να το τερματίσει, εκτός από την ουράνια απόφαση ), τη δικαιολογούν σε περιόδους πολέμου. Στον χριστιανισμό, περιπτώσεις όπως εκείνες των 400 παιδιών που πνίγηκαν στη θάλασσα για να μην πέσουν στα χέρια των Ρωμαίων δεν αποδοκιμάζονται, ενώ θα μπορούσαμε εδώ να εντάξουμε και τον θρυλικό «Χορό του Ζαλόγγου». Μάλιστα, σε καιρούς πολέμου εκτελούνταν και ομαδικές πράξεις ευθανασίας, σαν τον Ναπολέοντα που είχε διατάξει να θανατώνονται με όπιο οι στρατιώτες οι οποίοι προσβλήθηκαν από πανούκλα στην Αίγυπτο, για την ανακούφιση των ίδιων (“mercy killing”) και την προστασία των υπολοίπων.
Από την Αναγέννηση στο σήμερα. Δικαίωμα στον θάνατο
Η καθιερωμένη έννοια του όρου για τον σύγχρονο δυτικό κόσμο διαμορφώθηκε τον 15ο-17ο αι., στη διάρκεια μίας εποχής όπου ο ατομικισμός έπαιρνε το προβάδισμα από τη θρησκευτική αυθεντία. Ορόσημο αποτέλεσε το έργο “Utopia” του Άγγλου φιλόσοφου και πολιτικού Th. More, ο οποίος προτείνει την ευθανασία σε περιπτώσεις επώδυνης ασθένειας (μια αρμοδιότητα των ιερέων και των αρχόντων και όχι των γιατρών). Παρόμοια, ένας άλλος Άγγλος φιλόσοφος και πολιτικός, ο R. Bacon, υποστηρίζει ότι σκοπός της ιατρικής είναι η αποκατάσταση της υγείας και η καταπράυνση των πόνων, η οποία μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο στην ίαση, αλλά και στην εξασφάλιση ενός ανώδυνου θανάτου. Επιπλέον, για τον Montesquieu: «επιτρέπεται στον καθένα να απομακρύνεται από την κοινωνία εάν έχει ενοχλήσεις από αυτήν, οπότε και επιτρέπεται να εγκαταλείπει τον βίο του όταν γίνεται αφόρητος», ενώ ο D. Hume γράφει: «ένα άνθρωπος ο οποίος αποχωρεί από τη ζωή αυτή δε βλάπτει την κοινωνία». Αργότερα, όμως, επανεμφανίζεται η αντίθεση προς την ευθανασία, με τον Kant -πιθανά τον μεγαλύτερο φιλόσοφο της νεότερης εποχής- να χαρακτηρίζει την αυτοκτονία ανήθικη πράξη ως παραβίαση του καθήκοντος προς τον Θεό.
Ο καλός, ο κακός και ο ορθός θάνατος
Στο σημείο αυτό θα ήταν καλό να θίξουμε σύντομα μερικές καίριες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην κοινωνία μας και καθιστούν το διαχρονικό ζήτημα της ευθανασίας ακόμη πιο φλέγον. Η μία «εξωτερική» αλλαγή είναι ότι έχουν αυξηθεί τα χρόνια ανίατα νοσήματα, σε αντίθεση με τις παλιές αιτίες θανάτου που τερμάτιζαν σύντομα τη ζωή (η μέση διάρκεια ζωής είναι τα 75 χρόνια από τα 50 που ήταν στις αρχές του προηγούμενου μόλις αιώνα). Η άλλη, πιο «εσωτερική», είναι η αλλαγή της στάσης μας απέναντι στον σωματικό και ψυχολογικό πόνο, την ασθένεια, τον θάνατο και τις δυσκολίες γενικά, τα οποία φαίνεται ότι αποδεχόμαστε και εναρμονίζουμε στη ζωή μας πολύ δυσκολότερα από ό,τι στο παρελθόν. Με τη βοήθεια, λοιπόν, των επιτευγμάτων της ιατρικής πασχίζουμε να παρατείνουμε τη ζωή με κάθε κόστος. Για τον λόγο αυτό, έχουν εισαχθεί δύο επιπλέον σχετικοί όροι: η δυσθανασία και η ορθοθανασία. Δυσθανασία είναι η παροχή ιατρικής φροντίδας δυσανάλογη προς το αναμενόμενο αποτέλεσμα για την υγεία του ασθενή και ορθοθανασία η αποφυγή της προηγούμενης υπερβολής για την ανεμπόδιστη φυσική έλευση του θανάτου. Τόσο η ευθανασία όσο και η ορθοθανασία (με τη δυσθανασία να βρίσκεται ανάμεσά τους) έχουν δυνατά επιχειρήματα για να προβάλουν στο δικαστήριο του ανθρώπινου πολιτισμού.
Μια διελκυστίνδα χωρίς νικητή…
Κατ’ αρχάς, οι κατήγοροι της ευθανασίας μιλούν για τον «ολισθηρό κατήφορο», εννοώντας τον κίνδυνο κατάχρησής της από τον ίδιο τον μελλοθάνατο (αυτοκτονία με πρόφαση ασθένεια), τους συγγενείς (για περιουσιακούς λόγους ή επειδή δε θέλουν να επωμιστούν τη δύσκολη επιμέλειά του), τους γιατρούς (για να καλύψουν την ανεπάρκειά τους), από τρίτους (π.χ. εμπορία οργάνων) ή το κράτος (υπολογίζοντας τον ασθενή ως δαπάνη, αφού το 20% των χρημάτων για την υγεία ξοδεύεται στις τελευταίες ώρες της ζωής ή για να απαλλαγούν από αυτόν για άλλους λόγους, π.χ. εγκληματίας). Τελικά, η ευθανασία δεν είναι παρά μία επιφανειακή λύση, αντί η πολιτεία να επενδύσει στην υγεία, την παιδεία κ.λπ. για να αντιμετωπίσει ριζικά τα προβλήματά της.
Επιπλέον, εφιστούν την προσοχή στο γεγονός ότι η απαίτηση του πάσχοντα είναι επισφαλής για δύο λόγους. Πρώτον, λόγω της δεδομένης κατάστασης υγείας δε γίνεται υπό καθεστώς συναισθηματικής ασφάλειας και νοητικής διαύγειας. Δεύτερον, οι περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν περισσότερο από τον φόβο του πόνου, παρά από τον ίδιο τον πόνο. (Υπάρχουν ενδείξεις για τη μεταστροφή πολλών ασθενών που επιθυμούν την ευθανασία αν διαβεβαιώνονταν ότι θα τους παρεχόταν η αναγκαία ανακούφιση κι ακόμη ότι θα προστατευόταν περισσότερο η αξιοπρέπειά τους και η αυτονομία τους.) Δεν ξεχνούν, επίσης, ότι ο χαρακτηρισμός «ανίατο», δεν είναι μία αλάνθαστη προφητεία παρά μία κρίση βασισμένη στη στατιστική, δηλαδή πάντα υπάρχει το ενδεχόμενο της λάθος διάγνωσης ή της άγνωστης θεραπείας. Τέλος, αντικρούουν την αρχή της αυτοδιάθεσης του ατόμου, η οποία δεν είναι απεριόριστη, αφού για παράδειγμα απαγορεύεται κάποιος να γίνει δούλος ή να πάρει μέρος σε μονομαχία ακόμη και αν το επιθυμεί.
Οι υπέρμαχοι της ευθανασίας τονίζουν τον ανθρωπισμό και την αξιοπρέπεια· κάθε άνθρωπος αξίζει να τελειώσει τη ζωή του ανθρώπινα. Πώς η ασθένεια καθιστά τη ζωή απάνθρωπη; Εκτός από τον αφόρητο πόνο, η ασθένεια συνιστά ένα είδος απώλειας της ελευθερίας, όταν χάνεται η δυνατότητα αυτονομίας, με την έννοια της αυτοεξυπηρέτησης (σίτιση, καθαριότητα κ.λπ.). Ακόμη, συνιστά ένα είδος κατάργησης της ίδιας της ζωής, όταν είναι τόσο σοβαρή που αφαιρεί κάθε απόλαυσή της και ματαιώνει κάθε σχέδιό της, ειδικά αν συνοδεύεται από αδυναμία επαφής με το περιβάλλον, δηλαδή έλλειψη συνειδητότητας (π.χ. ένας νοσηλευόμενος της μονάδας εντατικής θεραπείας συνδεδεμένος σε υποστηρικτικά μηχανήματα). Εξάλλου, θίγουν τη βαναυσότητα της ιατρικής (επεμβατικές μέθοδοι κ.λπ.) και, φυσικά, τη ματαιότητά της, αφού δε θεραπεύει, απλά παρατείνει την ασθένεια, με βαρύ οικονομικό και συναισθηματικό κόστος (συχνά, οι συγγενείς επιφορτίζονται τη φροντίδα του αρρώστου, σε βαθμό που να αναστέλλουν κάθε δική τους δραστηριότητα, επενδύοντας παράλληλα υπέρογκα ποσά).
Ο θάνατος είναι μία εγγύηση που δίνεται σε όλους μας τη στιγμή που γεννιόμαστε. Ωστόσο, μπορούμε να αποφασίσουμε εμείς τον χρόνο και τον τρόπο που θα πεθάνουμε; Υπάρχει καλός και κακός θάνατος; Τελικά, πρόκειται για ένα δικαίωμα ή μία υποχρέωση;
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Ευθανασία – Η διαχείριση της ζωής και του θανάτου – Η ευθανασία στην ιστορική αναδρομή της ανθρώπινης κοινωνίας: http://respi-gam.net/node/4754
- Στο τέλος της ανθρώπινης ζωής – Η ευθανασία: https://www.pemptousia.gr/2013/06/sto-telos-tis-anthropinis-zois-i-efthana/
- Ευθανασία. Η σημαντική του “καλού” θανάτου: http://helios-eie.ekt.gr/EIE/handle/10442/8373
- Ευθανασία και… “ευθανασία” (εκτός και εντός εισαγωγικών): www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/pastoral/avramidis_efthanasia.html
- Η ευθανασία στα θρησκεύματα: http://ikee.lib.auth.gr/record/125423
- Ευθανασία: Ηθικοί προβληματισμοί: https://drive.google.com/folderview?id=0B0LksDMWDKMcb3lQTkl5b1FWTzg&usp=sharing
Από το ίδιο Τεύχος
Περισσότερα Άρθρα ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ
8 Δεκεμβρίου, 2024 / ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
8 Δεκεμβρίου, 2024 / ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ