Επιστήμονες που άλλαξαν τον κόσμο

Η σύγχρονη φυσική βασίζεται σε δύο επαναστατικές θεωρίες, την θεωρία της σχετικότητας και την κβαντομηχανική, που άλλαξαν την αντίληψή μας για την φύση της πραγματικότητας του κόσμου . Η κβαντική θεωρία έδειξε ότι τα υποατομικά σωματίδια δεν είναι απομονωμένοι «σπόροι» της ύλης, αλλά είναι μοτίβα πιθανοτήτων, διασυνδέσεις σε ένα αδιάσπαστο κοσμικό ιστό, που περιλαμβάνει τον ανθρώπινο παρατηρητή και τη συνείδησή του. Η θεωρία της σχετικότητας έχει μετατρέψει τον κοσμικό ιστό σε κάτι «ζωντανό», αποκαλύπτοντας τον εγγενώς δυναμικό χαρακτήρα του και δείχνοντας ότι η δραστηριότητά του είναι η ίδια η ουσία της ύπαρξής του. Στη σύγχρονη φυσική, η εικόνα του σύμπαντος σαν μηχανή έχει ξεπεραστεί από την εικόνα του αδιαίρετου δυναμικού συνόλου, του οποίου τα μέρη είναι ουσιαστικά αλληλένδετα και μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνο ως πρότυπα μιας κοσμικής διαδικασίας.

Παρακάτω αναφέρουμε δύο πολύ σημαντικούς επιστήμονες, ως εκπροσώπους των δύο αυτών επιστημονικών επαναστάσεων.

Max Planck – Μια επανάσταση στον Μικρόκοσμο

Στα 1874 ο Phillip von Jolly, Καθηγητής Φυσικής του Πανεπιστημίου του Μονάχου, συμβουλεύει τον δεκαοκτάχρονο τότε Max Planck ότι η Φυσική δεν έχει και πολλά να προσφέρει σε όποιον ελπίζει να προχωρήσει σε μεγάλες ανακαλύψεις, αφού έχουν σχεδόν ανακαλυφθεί τα πάντα. Ευτυχώς ο Max Planck αγνόησε τις συμβουλές του και έγινε ο φυσικός που γέννησε μια επανάσταση.

Ο Max Planck γεννήθηκε στις 23 Απριλίου 1858 στο Κίελο της Γερμανίας. Ξεκίνησε τις έρευνές του πάνω στη Φυσική, ασχολούμενος κυρίως με θερμοδυναμικά προβλήματα, ενώ στην πορεία ασχολήθηκε ειδικότερα με τα φαινόμενα της θερμικής ακτινοβολίας. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ήταν από τους βασικούς θεμελιωτές της Κβαντικής Θεωρίας, η οποία επέφερε μια επανάσταση στην κατανόηση των ατομικών και υποατομικών διεργασιών με παρόμοιο τρόπο που η Θεωρία της Σχετικότητας του Albert Einstein ανέτρεψε τις κατεστημένες αντιλήψεις για το χώρο και το χρόνο.

Η Κβαντική Θεωρία του Planck αποτέλεσε την αρχή μιας μεγάλης επανάστασης στη σύγχρονη Φυσική, που ολοκληρώθηκε με την εδραίωση της Κβαντομηχανικής και της Σχετικιστικής κβαντομηχανικής.

Η ζωή και το έργο του

Scientific Identity, Πορτρέτο του  Max Planck

Ήταν το έκτο παιδί του Wilhelm Planck  από το Γκαίτιγκεν, καθηγητή αστικού δικαίου στο Κίελο και της Emma Patzig.  Σε ηλικία 9 ετών η οικογένειά του μετακόμισε στο Μόναχο όπου εισήχθη στο Βασιλικό Μαξιμιλιάνειο Γυμνάσιο. Από νωρίς έδειξε ένα σπάνιο ταλέντο στα μαθηματικά, αλλά σε ηλικία 16 ετών δεν είχε ακόμη αποφασίσει για το αντικείμενο των κατοπινών του σπουδών.

Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου τον Οκτώβριο του 1874 και σύντομα τον κέρδισε η Φυσική. Έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για τις διαλέξεις του Kirchhoff και του Helmotz και για τη μηχανική θεωρία της θερμότητας του Clausius. Συνέγραψε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τον Δεύτερο Νόμο της Θερμοδυναμικής και το 1885 αναδείχτηκε έκτακτος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου.

Χάρις σε διάφορες επιτυχείς έρευνες που δημοσίευσε πάνω στη θερμοδυναμική, εξελέγη διάδοχος του Kirchhoff στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και κατάφερε να αναγνωριστεί πολύ γρήγορα. Ως θαυμαστής του Helmotz , ο Planck θεωρούσε σωστό να συνδυάζει τη φυσική με τη μουσική και έτσι απόκτησε ένα αρμόνιο με 104 τόνους σε κάθε οκτάβα, χρησιμοποιώντας το για να δίνει ιδιωτικά κονσέρτα στην κατοικία του.

Ο Planck, όντας ένθερμος οπαδός της απόλυτης ισχύος των νόμων της φύσης, ασχολήθηκε αρκετά με τα φιλοσοφικά θεμέλια της επιστήμης. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι οι κύριες ασχολίες του ήταν, η θερμοδυναμική, η θεωρία ακτινοβολίας, η σχετικότητα και η φιλοσοφία της επιστήμης.

Στις 19 Οκτωβρίου 1900 σε μια συνεδρίαση της Γερμανικής Φυσικής Εταιρείας στο Βερολίνο, παρουσίασε τον δικό του νόμο για την (θερμική) ακτινοβολία, καταφέρνοντας να συνενώσει τους νόμους των Wien και Rayleigh-Jeans σε μια μόνο σχέση που απέδιδε, με πολύ ικανοποιητικό τρόπο, τα πειραματικά αποτελέσματα της ακτινοβολίας του μέλανου σώματος. Η σχέση αυτή που είναι γνωστή και σαν νόμος της κατανομής της ακτινοβολίας του Planck, λαμβάνει υπόψη της ότι ένα ηλεκτρικό φορτίο που δονείται πάνω σε ευθεία γύρω από τη θέση ισορροπίας του μπορεί να εκπέμπει ή να απορροφά ενέργεια κατά ασυνεχή μόνο τρόπο, δηλαδή κατά  διακριτά στοιχειώδη ποσά (κβάντα) ενέργειας Ε=hν.

Ενώ, όμως, η κβαντική υπόθεση του Planck εξηγούσε ρητά τα αποτελέσματα από τις παρατηρήσεις του ρυθμού εκπομπής ακτινοβολίας από θερμά σώματα, οι επιπτώσεις της δεν είχαν γίνει πλήρως αντιληπτές μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920, όταν ο Γερμανός φυσικός Werner Heisenberg διατύπωσε την περίφημη αρχή της απροδιοριστίας. Με το νόμο του αυτόν  για τη θερμική ακτινοβολία ο Planck έβαλε τις βάσεις για την κβαντική θεωρία και αργότερα την Κβαντομηχανική.

Ο Max Planck τιμήθηκε με την υψηλή διάκριση του βραβείου Νόμπελ Φυσικής το 1918, αλλά η προσωπική του ζωή σκιαζόταν από τραγωδίες. Η σύζυγός του πέθανε στις 17 Οκτωβρίου 1909, ο γιος του Karl κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και οι δύο του κόρες Μergarete και Emma στον τοκετό (1917 και 1919). Ο μεγαλύτερος γιος του εκτελέστηκε από τους Ναζί το 1944 ως ύποπτος για συνωμοσία, με σκοπό τη δολοφονία του Χίτλερ. Το 1911 ο Planck παντρεύτηκε την ανιψιά της πρώτης του συζύγου και απέκτησαν ένα γιο.

Ο Planck έζησε και του δύο παγκόσμιους πολέμους. Η αλληλογραφία του δείχνει ότι διατήρησε μια αδιάφθορη και ανεξάρτητη άποψη και μια θετική στάση για τη ζωή. Το 1944 καταστράφηκαν σχεδόν όλα τα χειρόγραφά του κατά τη διάρκεια αεροπορικής επιδρομής. Από το 1943 ως το 1945 έζησε στο Ρόγκαιτς, κοντά στο Μαγδεμβούργο, και τα επόμενα δυόμισι χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Γκαίτινγκεν, όπου και πέθανε το 1947. Νωρίτερα, είχε προλάβει να δει την ίδρυση της Εταιρείας Max Planck για την Προώθηση των Επιστημών, που διαδέχτηκε την εταιρεία του Κάιζερ Γουλιέλμου.

 Ο φιλόσοφος Max Planck

Σε πολλά κείμενα του Max Planck, που δημοσιεύτηκαν μεταξύ 1908 και 1937, φαίνεται καθαρά η προσπάθειά του να γεφυρώσει τη μεταφυσική και τον επιστημονικό ρεαλισμό, προτείνοντας μια κοσμοαντίληψη που δεν αποκλείει το θρησκευτικό συναίσθημα του ανθρώπου και τις βαθύτερες φιλοσοφικές του ανησυχίες. 

Η ακεραιότητα του χαρακτήρα του και η διαρκής αναζήτηση του αληθινού τον έκαναν να ερευνά διαρκώς για τα όρια που μπορεί να έχει η θετική επιστήμη. Γνωρίζει τα πεπερασμένα όρια της επιστημονικής ερμηνείας του κόσμου και, γκρεμίζοντας τους μύθους του νεο-ορθολογισμού, συμπεραίνει: “…στο οικοδόμημα της θετικής επιστήμης λείπει μια βάση που  θα είναι εκ των προτέρων ασφαλής : δεν υπάρχει για τη θετική επιστήμη καμία αρχή που να έχει τόση καθολική ισχύ και συγχρόνως τόσο σημαντικό περιεχόμενο, ώστε να μπορέσει να της χρησιμεύσει ως επαρκές υπόστρωμα...” Παρόλα αυτά ο Planck ψάχνει επίμονα την απάντηση σχετικά με το  νόημα και τα όρια της επιστήμης.

Ως πρωτεργάτης μιας επανάστασης που τάραξε από τα συθέμελα τις κοσμοαντιλήψεις του 19ου και 20ου αιώνα, ο Planck υποστηρίζει ότι η επιστημονική κοσμοεικόνα ποτέ  δεν θα  είναι τελειωτική, αλλά θα βρίσκεται σε διαρκή μεταβολή.  Ξέρει και αποδέχεται ότι όπως η κβαντική θεωρία αντικατέστησε την κλασσική θεώρηση της φύσης, έτσι και η σύγχρονη κοσμοεικόνα μας πιθανόν στο μέλλον να αντιμετωπιστεί σαν απλοϊκή και ξεπερασμένη.

Ο Planck δεν ανήκε μόνο σε δύο διαφορετικούς αιώνες (19ο και 20ο) αλλά και σε δύο διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις της Φυσικής, στην κλασσική μηχανιστική αντίληψη και στη κβαντομηχανική αντίληψη. Βίωσε ο ίδιος τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αποδεκτή η επιστημονική επανάσταση, κάτι το οποίο συχνά μας διαφεύγει:

“Μια νέα επιστημονική αλήθεια δε συνηθίζει να εδραιώνεται με τον τρόπο που θέλει τους αντιπάλους της να πείθονται και να δηλώνουν ότι έχουν διαφωτιστεί, αλλά πολύ περισσότερο με το ότι με τον καιρό οι αντίπαλοί της πεθαίνουν και η νέα γενιά που έρχεται εξοικειώνεται από την αρχή με την αλήθεια.”.

Συνεχίζοντας τη μακριά γραμμή του Πλάτωνα και του Καντ εκφράζει την άποψη ότι ο πραγματικά αληθινός κόσμος έχει μεταφυσική έννοια και βρίσκεται πίσω από ή -καλύτερα- μέσα σε ότι μπορεί να ερευνηθεί από την επιστήμη. Προσεγγίζει αρκετά την άποψη του εσωτερισμού όταν ισχυρίζεται ότι:

 “…Το μεταφυσικά πραγματικό δε βρίσκεται στο χώρο πίσω από το εμπειρικά δεδομένο, αλλά εμπεριέχεται επίσης μέσα στο κέντρο του δεδομένου αυτού. Η φύση δεν είναι ούτε πυρήνας ούτε φλοιός, είναι όλα μαζί.” 

Έτσι ο Planck οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η μοναδική βάση στην οποία μπορεί να στηριχθεί το οικοδόμημα της επιστήμης, και κατά συνέπεια δημιουργεί στους ερευνητές τις προϋποθέσεις για έρευνα, είναι η πίστη στην ύπαρξη ενός απόλυτα πραγματικού κόσμου στη Φύση, που δεν μπορεί να κλονιστεί από κανένα ενδοιασμό.

Έχει ξεπεράσει τη ματαιοδοξία που διακρίνει πολλούς σύγχρονους υπέρμαχους του απόλυτου της επιστημονικής υπεροχής, έναντι των υπολοίπων τρόπων έκφρασης, λέγοντας: “…Όσο και αν οι επιτυχίες της [της θετικής επιστήμης] είναι μεγαλόπνοες και ριζικές, ποτέ δε θα κατορθώσει να κάνει το τελευταίο βήμα προς το μεταφυσικό” και ψάχνει διαρκώς ως ένας σύγχρονος αλλά και αρχαίος φιλόσοφος για το ανώτατο αγαθό, αυτό που δεν μπορεί κανείς να μας το αφαιρέσει:

Το μόνο που επιτρέπεται με σιγουριά να διεκδικήσουμε ως κτήμα μας, το ανώτερο αγαθό, που καμιά δύναμη του κόσμου δεν μπορεί να μας το αφαιρέσει και το οποίο όσο τίποτε άλλο μπορεί διαρκώς να μας χαρίζει ευτυχία, αυτό είναι μια καθαρή συνείδηση, που εκφράζεται με ευσυνείδητη εκτέλεση του καθήκοντος.

Albert Einstein – Μια επανάσταση στον Μακρόκοσμο

Ο Albert Einstein υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες και πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του 20ου αιώνα, όχι μόνο για τη συμβολή του στην ανάπτυξη της φυσικής, αλλά και επειδή σημάδεψε με τις ιδέες του ολόκληρη την εποχή του. Γεννημένος στην πόλη Ουλμ της Γερμανίας (14 Μαρτίου 1879), ο Einstein πέρασε τα παιδικά και σχολικά του χρόνια χωρίς να παρουσιάσει κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο στις φυσικές επιστήμες. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στα Μαθηματικά και τη Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, εργάστηκε για μερικά χρόνια ως καθηγητής και έπειτα στο Γραφείο Ευρεσιτεχνιών της Βέρνης. Ωστόσο, το 1905, ο Einstein κατάφερε να αλλάξει για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το σύμπαν: ο μέχρι τότε άγνωστος στους επιστημονικούς κύκλους φυσικός δημοσίευσε στο Annalen der Physik μία μελέτη που επέκτεινε τους Νευτώνειους νόμους για την κίνηση. Επρόκειτο για την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας, που συγκλόνισε τον επιστημονικό κόσμο.

Το 1912 ο Einstein πήρε μία έδρα στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης και τρία χρόνια μετά ακολούθησε η δημοσίευση της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας. Από εκεί και έπειτα δεν σταμάτησε ποτέ η επαγγελματική καταξίωση, με κορυφαία στιγμή το Νόμπελ Φυσικής, το 1922. Παντρεύτηκε δύο φορές, συνδέθηκε με τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής του, εργαζόταν σκληρά και εξέφραζε τις απόψεις του για όλα τα ζητήματα που απασχολούσαν την κοινή γνώμη. Μετά την άνοδο του Ναζισμού, λόγω της εβραϊκής καταγωγής του, αποφάσισε να δεχτεί τη θέση καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον και διέφυγε στις ΗΠΑ όπου και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του (18 Απριλίου 1955).

Πολύ πριν η φήμη του φτάσει στο πλατύ κοινό, ή αυθεντία του Einstein είχε να γνωριστεί  από τούς συναδέλφους του φυσικούς, η  θεωρία του της σχετικότητας είχε δύο κύρια μέρη, την ειδική θεωρία και τη γενική. Μόνο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν παρατηρήσεις μιας Έκλειψης Ηλίου επιβεβαίωσαν μια πρόβλεψη της γενικής θεωρίας, έφτασαν απόηχοι στην κοινή γνώμη πώς κάτι μνημειώδες είχε συμβεί στον κόσμο της Επιστήμης.

Ο Einstein εμφανίστηκε όταν η επιστήμη της φυσικής περνούσε μια κρίση χωρίς προηγούμενο. Η θεωρία σχετικότητας δεν ήταν η μόνη επαναστατική επιστημονική εξέλιξη στο πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα. Η κβαντομηχανική, όπως αναφέραμε παραπάνω, αναπτύχτηκε σχεδόν σύγχρονα κι ήταν ακόμη πιο ριζοσπαστική από την σχετικότητα. Παρόλα αυτά, δεν προκάλεσε τέτοιο δημόσιο πάταγο κι ούτε δημιούργησε έναν τέτοιο λαϊκό ήρωα. Ξεσηκώθηκε θρύλος πώς σ’ όλο τον κόσμο μόνον πέντε – έξι επιστήμονες ήταν σε θέση να καταλάβουν τη γενική θεωρία σχετικότητας. Και ίσως βέβαια, όταν η γενική θεωρία ήρθε για πρώτη φορά στο φως, αυτό να μην ήταν και μεγάλη υπερβολή. Όμως, ακόμη κι όταν δεκάδες επιστήμονες δημοσίευσαν άρθρα και βιβλία που εξηγούσαν τη θεωρία, ο θρύλος δεν έσβησε. Επέζησε για πολύ και τα ίχνη του υπάρχουν ακόμη και σήμερα -σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση κάθε χρόνο βλέπουν τη δημοσιότητα 700 ως 1.000 άρθρα που εξηγούν τη γενική θεωρία σχετικότητας-. Ο θρύλος αυτός και οι παρατηρήσεις της έκλειψης χάρισαν στη θεωρία ένα φωτοστέφανο μυστηρίου και κοσμικής μαγείας που γοήτευσε τη φαντασία ενός κοινού, πού προσπαθούσε να ξεχάσει την ένοχή και τον τρόμο του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Όμως, ακόμη και χωρίς καμιά προκατάληψη, η θεωρία σχετικότητας αποτελεί ένα εκπληκτικό επίτευγμα. Ο Einstein σ’ ένα γράμμα του, όταν ήταν 52 χρονών, ανέφερε ότι θεωρούσε τη γενική του σχετικότητα σαν το πραγματικό έργο της ζωής του, ενώ το υπόλοιπο έργο του ήταν κάτι σα μια περιστασιακή δουλειά.  Αλλά ή «περιστασιακή δουλειά» ενός Einstein δεν παραβλέπεται εύκολα! Όπως είπε ο Max Bom, « ο Einstein θα ήταν ένας από τούς μεγαλύτερους φυσικούς όλων των εποχών, εκόμα κι αν δεν είχε γράψει ούτε γραμμή για σχετικότητα».

 Τι είναι η γενική θεωρία της σχετικότητας;

Η γενική θεωρία της σχετικότητας είναι μια νέα «γεωμετρική» θεωρία της βαρύτητας. Η σχετική εργασία προδημοσιεύτηκε από τον Einstein το 1915. Η θεωρία αυτή εξακολουθεί να είναι η επικρατούσα θεωρία για τη βαρύτητα στη μοντέρνα Φυσική.

Σύμφωνα με τον Νεύτωνα, η βαρυτική έλξη είναι μία αλληλεπίδρα­ση μεταξύ μαζών. Σύμφωνα με τον Einstein, η βαρυτική έλξη είναι μια γεωμετρική ιδιότητα του χωροχρόνου! (Ο χωροχρόνος είναι «χώρος» 4 διαστάσεων, όπου η τέταρτη είναι ο χρόνος). Συγκεκριμένα, ο χω­ροχρόνος είναι ένα ευλύγιστο μέσον που μπορεί να κάμπτεται και να συστρέφεται. Ο τρόπος με τον οποίο «καμπυλώνεται» ο χωροχρόνος διαμορφώνει ένα βαρυτικό πεδίο δυνάμεων. Η παρουσία μάζας (ύλης) προκαλεί καμπύλωση (στρέβλωση) του χωροχρόνου. Αντί να φα­νταζόμαστε δυνάμεις που δρουν μεταξύ μαζών, ξεχνάμε τελείως την έν­νοια της δύναμης και θεωρούμε ότι οι μάζες, κατά την κίνησή τους, ανταποκρίνονται στην στρέβλωση του χωροχρόνου, όπου εκτίθενται. Τα φαινόμενα της βαρύτητας δεν είναι παρά οι παραμορφώσεις, τα εξο­γκώματα και τα βαθουλώματα του χωροχρόνου.

Η Γενική θεωρία της σχετικότητας εξηγεί το Νόμο της Παγκόσμιας Έλξης του Νεύτωνα ως ειδική περίπτωση. Ο Einstein συσχέτισε την καμπυλότητα του χωροχρόνου με την ύ­λη, την ενέργεια και την ορμή οιασδήποτε μάζας και ακτινοβολίας που υπάρχουν στο σύμπαν. Η συσχέτιση αυτή περιγράφεται από τις πεδιακές εξισώσεις του Einstein, που είναι ένα σύστημα μερικών διαφορικών εξισώσεων.

Η γενική θεωρία της σχετικότητας λέγεται «γενική» διότι πριν από αυτήν, το 1905, ο Einstein (26 ετών τότε) διατύπωσε την ει­δική θεωρία της σχετικότητας. Το σχετικό άρθρο του είχε τον τίτλο «Πε­ρί της ηλεκτροδυναμικής των κινουμένων σωμάτων». Με αφορμή τους νόμους του ηλεκτρομαγνητισμού του Maxwell, ο Einstein έδειξε ότι όλες οι μετρήσεις του χώρου και του χρόνου εξαρτώνται από τη σχετι­κή κίνηση του παρατηρητή ως προς το παρατηρούμενο σύστημα! Το τίμημα της πρώτης απόπειρας του Einstein για μια ενιαία θεώρηση των Νόμων της Φύσης ήταν η ολική ανατροπή της αντίληψής μας για το χώ­ρο και το χρόνο.

Δεν θα εξηγήσουμε εδώ την ειδική θεωρία. Νομίζω όλοι μας έχουν ακούσει για την ισοδυναμία μάζας και ενέργειας (Ε=mc2), για τη διαστολή του χρόνου και τη συστολή του μήκους (όταν κινούμαστε με μεγάλη ταχύτητα). Πολλά έργα επιστημονικής φαντασίας έχουν ε­πηρεαστεί από την ειδική θεωρία (πολλές φορές, μάλιστα, με λάθος τρό­πο).

Η γενική θεωρία της σχετικότητας έχει αναδειχθεί ως το πιο επιτυ­χημένο μοντέλο για το σύμπαν μας. Μέχρι τώρα, όλες οι παρατηρήσεις και τα πειράματα επιβεβαιώνουν τη γενική θεωρία! Βεβαίως, υπάρχουν και σήμερα πολλά ανοιχτά ζητήματα που δείχνουν ότι η θεωρία δεν εί­ναι πλήρης. Σίγουρα, η γενική θεωρία δεν είναι ακόμη συμβατή με κά­ποιες κβαντικές θεωρήσεις του μικρόκοσμου (π.χ. το τι είναι η κβαντική βαρύτητα). Μια απόπειρα να ξεπεραστούν αυτά τα ζητήματα είναι η θεω­ρία των χορδών (string theory) που είναι μια κβαντική θεωρία όχι μικροσωματίων, αλλά μονοδιάστατων εκτεταμένων αντικειμένων (χορ­δές). Αυτή η θεωρία υπόσχεται να ενοποιήσει την κβαντομηχανική και τη γενική θεωρία της σχετικότητας, αλλά μιλά για έξι ή επτά ακόμα διαστάσεις πέρα από τις γνωστές τέσσερις. Αυτά τα ζητήματα είναι α­νοικτά θέματα της σύγχρονης έρευνας. Γενικά, 100 χρόνια μετά τη δημοσίευσή της, η γενική θεωρία εξακολουθεί να ανοίγει δρόμους και να εμπνέει την έρευνα. Ενδέχεται στο μέλλον να αλλάξουν ακόμα περισ­σότερο οι αντιλήψεις μας για τον κόσμο και την πραγματικότητα.

Βιβλιογραφία:

  1. MaxPlanck – “Νόημα και Όρια της Θετικής Επιστήμης”, Εκδόσεις UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσσαλονίκη 1998
  2. MaxPlanck – “Όψεις της Φυσικής Θεωρίας”, Εκδόσεις ΚΑΤΟΠΤΡΟ, 1997
  3. “Max Planck-Biography” Nobel Lectures, Physics 1901-1921, Εκδόσεις Elsevier Publishing Company, Amsterdam
  4. StephenHawking – “Το Σύμπαν σε ένα καρυδότσουφλο”, Εκδόσεις ΚΑΤΟΠΤΡΟ, 2001
  5. Banesh Hoffmann- “Αϊνστάιν, δημιουργός και επαναστάτης”,  Eκδ. Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΑΘΗΝΑ, 1982
  6. EINSTEINALBERT – “Η θεμελίωση της γενικής σχετικότητας” – Ειδική έκδοση για την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 2010
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα ΕΠΙΣΤΗΜΗ

×