Η κοινωνία

 

Πώς να μιλήσουμε για την κοινωνία χωρίς να αναφερθούμε στον άνθρωπο, αυτόν που τόσες φορές έχουμε μνημονεύσει μέχρι τώρα; Γιατί μια κοινωνία δεν είναι κάτι αφηρημένο, αλλά στηρίζεται στο βασικό της συστατικό στοιχείο: τον άνθρωπο.

Επίσης η Μάγια είναι αυτή που σχηματίζει τις κοινωνίες και το κάνει γιατί, προκειμένου να διαιωνίσει το έργο της, χρειάζεται να ομαδοποιήσει τους ανθρώπους, χρειάζεται να τους τέρψει και να τους κάνει να παίζουν μεταξύ τους. Δεν αρκεί πια η μικρή οικογενειακή ομαδοποίηση, ο περιορισμένος πυρήνας των δύο, τριών η δέκα προσώπων, αλλά τώρα το παιχνίδι απαιτεί έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό. Η Μάγια χρειάζεται να σχηματίσει κοινωνίες και κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται την ανάγκη να ενώνεται κοινωνικά. Το χαρακτηριστικό σημείο της κοινωνίας είναι η ανάγκη, όμως δεν είναι όπως στον έρωτα, όπου υπάρχει μια ανάγκη να συμπληρωθούν οι ψυχές ή όπως στη φιλία που συμπληρώνει αρετές. Η ανάγκη της κοινωνίας είναι αυτή της βιολογικής επιβίωσης.

Υπάρχουν πολλά πράγματα που ένας άνθρωπος μόνος του δεν μπορεί να κατορθώσει για να επιβιώσει είτε επειδή του λείπει χρόνος για να τα πραγματοποιήσει είτε επειδή του λείπει ενέργεια είτε επειδή του λείπουν οι απαραίτητες γνώσεις. Ένας άνθρωπος μόνος δεν μπορεί να φροντίσει για σπίτι, τροφή, ρούχα, μεταφορές, χειροτεχνήματα ούτε ακόμα για άμυνα ούτε για επίθεση. Ένας άνθρωπος μπορεί να τα καταφέρει καλά σε ένα απ’ αυτά τα πράγματα, όχι όμως σε όλα. Έτσι ανταλλάσσει τις δυνατότητές του με αυτές άλλων ανθρώπων, που συμπληρώνουν εκείνους τους παράγοντες που λείπουν από εκείνον. Σε αυτό το κοινωνικό παιχνίδι υπάρχει μια δυνατή εξάρτηση: ο καθένας χρειάζεται τους άλλους για να μπορεί να υπάρξει, έστω και μόνο φυσικά, πράγμα που όμως αντιπροσωπεύει για τους πόθους της Μάγια μια από τις πιο σημαντικές μορφές ύπαρξης.

Από πότε υπάρχουν κοινωνίες; Από τότε που η Μάγια παίζει, από τότε που ένωσε διάφορους ανθρώπους για να ανταλλάσουν τα χαρίσματά τους και να μοιράζονται από κοινού τις χαρές και τις λύπες τους. Στις πιο πρωτόγονες κοινωνίες -πρωτόγονες από πλευράς δυνατοτήτων και όχι από άποψη αρχαιότητας- η σχέση μεταξύ των ανθρώπων περιοριζόταν μόνο στην ανταλλαγή υλικών αγαθών. Όμως στο βαθμό που οι κοινωνίες εξελίχθηκαν, μαζί με την εξέλιξη των ανθρώπων που τις συνιστούσαν, εμφανίστηκαν άλλες ανάγκες. Δεν άλλαξε το χαρακτηριστικό σημείο της κοινωνίας -η ανάγκη- όμως σίγουρα άλλαξε το είδος της ανάγκης.

Μεταξύ των πολλών ικανοτήτων που χρειαζόταν να έχουν οι άνθρωποι, ήταν απαραίτητα η ικανότητα να διευθετούν στοιχεία πιο λεπτά όπως η δικαιοσύνη ή η άσκηση της εξουσίας. Κι αν μέχρι τώρα υπήρχε εμπιστοσύνη στον πιο ικανό στη δουλειά, έγινε αποδεκτό ότι ο πιο δυνατός άνθρωπος θα έπρεπε να ασκεί την εξουσία για όλους κι ο πιο δίκαιος τη δικαιοσύνη. Όταν οι ανάγκες έγιναν ανώτερες η πρωτόγονη κοινωνία έδωσε τόπο στο κράτος, όπως η εξέλιξη λειτούργησε, έτσι ώστε ο άνθρωπος των παθών να παραχωρήσει τη θέση του στο σκεπτόμενο και λογικό άνθρωπο.

Παρόλο που η γέννηση του κράτους προϋποθέτει για τη Μάγια την απώλεια ενός από τα πέπλα της, αυτή έπρεπε να συνεχίσει να παίζει σ’ αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων. Πώς να το κάνει; Καλύπτοντας πλαγίως το πρόσωπο της Δικαιοσύνης και εκνευρίζοντας το αίσθημα της ισχύος. Κάνοντας τους ανθρώπους να ξεχνούν ότι, για να είμαστε καλοί σε αυτές τις λεπτές ασκήσεις, πρέπει επίσης να μετατραπούμε σε πλήρεις ανθρώπους. Δεν αρκεί πια ένα σώμα με δύναμη και ζωντάνια. Τώρα επιβάλλονται επίσης μια υγιής ψυχή κι ένα υγιές σώμα, μια δόση διαισθητικής ευφυΐας και μια ικανή ποσότητα θέλησης. Και τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν πολύ λίγοι στον κόσμο της Μάγια.

Έτσι το κράτος ποτέ δεν έπαψε να είναι μια κοινωνία όπου όλα μπορούν να αγοραστούν και να πουληθούν σύμφωνα με την προσφορά και τη ζήτηση.

Στο παιχνίδι της κοινωνίας δεν υπάρχει η ισότητα. Αυτός είναι ένας μύθος που επινόησαν οι άνθρωποι, για να μην επεμβαίνουν στο παιχνίδι της Μάγια, με τη διαφορά ότι η Μάγια επιδιώκει μια χρησιμότητα για όλους τους ανθρώπους, ενώ αυτοί που επινόησαν το μύθο της ισότητας αναζήτησαν την ωφέλεια των λίγων. Αυτών που κήρυξαν πως όλοι είναι ίσοι, όχι όμως κι αυτοί οι ίδιο.

Η πιο απλή δοκιμή μάς αποδεικνύει ότι για να λειτουργήσει μια κοινωνία -ή κράτος- δεν μπορεί να υπάρξει ισότητα. Δεν μπορεί να υπάρξει παιχνίδι που να είναι όλα τα κομμάτια ίσα, όχι όμως γιατί έχει ξεπεραστεί το παιχνίδι, αλλά γιατί δεν έχει καν αρχίσει.

Το να παίζουμε με εξωτερικές ανισότητες, για να φτάσουμε στο στόχο της ουσιαστικής ισότητας είναι ένα πράγμα, το να αγνοούμε τις ουσιαστικές ισότητες -γιατί αγνοούμε την ουσία του ανθρώπου, που είναι πνεύμα- για να εκβιάσουμε επιφανειακές ισότητες είναι κάτι άλλο, τελείως διαφορετικό.  Το πρώτο είναι το φυσικό παιχνίδι της ζωής. Κατευθύνεται από έξω προς τα μέσα, από το πολλαπλό στο ένα, από το διαφορετικό στο ταυτόσημο. Το δεύτερο είναι παραβίαση του ζωτικού νόμου, είναι να ισοπεδώσουμε την πλούσια γκάμα δυνατοτήτων που προσφέρει η φύση και να κάνουμε τους ανθρώπους σκλάβους της άγνοιας.

Με την άδεια της Μάγια θα προσπαθήσουμε να ξεδιαλύνουμε αυτό το δύσκολο πρόβλημα της ισότητας. Οι άνθρωποι είναι ίσοι στα δυο τους άκρα. Έχουν ένα σώμα με παρόμοια σύσταση, λειτουργία και ανάγκες και έχουν ένα πνεύμα που έχει την ίδια προέλευση και το ίδιο πεπρωμένο. Μεταξύ αυτών των δύο πόλων υπάρχει μια μακρά σειρά ανισοτήτων, γιατί στον αγώνα της ζωής μερικοί έχουν εξελιχθεί περισσότερο από άλλους: δεν είναι ότι είναι καλύτεροι, γιατί έτσι έτυχε, αλλά είναι καλύτεροι γιατί έχουν περπατήσει περισσότερο, έχουν υποφέρει περισσότερο, έχουν μάθει περισσότερα. Κι αυτοί που έχουν εξελιχθεί λιγότερο δεν είναι “χειρότεροι”, είναι απλώς παιδιά με λιγότερες δεξιότητες και περισσότερες ανάγκες από τους πιο εξελιγμένους, και αυτοί οι τελευταίοι δεν θα πρέπει να επωφελούνται από μια τέτοια διαφορά αλλά να εκπαιδεύουν τους άλλους.

Στη βάση αυτών των ανισοτήτων μπόρεσε η Μάγια να δυναμώσει τις κοινωνίες αφού, αν ήμασταν ίσοι, δεν θα υπήρχε τίποτα να μοιράσουμε ούτε και να ανταλλάξουμε. Τι μπορούμε ν’ αποκομίσουμε από τη δική μας εικόνα, που επαναλαμβάνεται χιλιάδες φορές σε άλλους τόσους καθρέφτες που είναι άνθρωποι ίσοι με μας; Πώς να συνδυαστούμε σε αυτήν την περίπτωση, πώς να ταιριάσουμε, πώς να ενωθούμε με κάτι που είναι ίσο με εμάς;

Η ανισότητα δεν είναι κάτι κακό αλλά είναι η αρχή ενός καλού αν μάθουμε να χρησιμοποιούμε αρμονικά όλα τα διαφορετικά κομμάτια του παιχνιδιού, μέχρι να συγκροτήσουμε μια ενότητα με νόημα. Το κακό βρίσκεται στο να μην ξέρουμε να παίζουμε, στο να μην ξέρουμε να συνδυάζουμε τα στοιχεία, στο να μην αποκτούμε το τελικό κομμάτι και στο να ξέρουμε να εξαλείψουμε τη δουλειά ξεκινώντας από το ψευδές υπόβαθρο ότι δεν υπάρχει τίποτα για να χάσουμε.

Στο παιχνίδι της Μάγια δεν υπάρχει η ισότητα. Αυτή διαμορφώνεται στη βάση του φωτός, των διαφορετικών χρωμάτων, σκιών, αποχρώσεων και χιλιάδων φανταχτερών κατασκευασμάτων, στην εξάλειψη μέχρι και του τελευταίου ίχνους των δύο ισοτήτων που επιδρούν στα ζωντανά όντα, στους ίδιους πόλους: πάνω και κάτω, στο πνεύμα και στο υλικό στήριγμα.

Θα πρέπει να αισθανόμαστε διαφορετικοί για να συμμετέχουμε στο παιχνίδι, διαφορετικοί, με διαφορετικές ανάγκες, και συμπληρωματικοί.

Γι’ αυτό στο μεταξύ, και μεταξύ των δύο ουσιωδών ισοτήτων, στη μέση, μας μένει να παίξουμε ενόσω εξελισσόμαστε. Όμως να παίξουμε μέσα στην κοινωνία.

 

*Απόσπασμα από το βιβλίο “Παιχνίδια στον Καθρέφτη”

Ετικέτες: Άνθρωποι Κοινωνία Μάγια Πλάνη
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Σχετικά Άρθρα

×