Ιάμβλιχος

Πρόκειται για τον σημαντικότερο, μετά τον Πλωτίνο, νεοπλατωνικό φιλόσοφο. Επηρέασε αποφασιστικά την εξέλιξη της πλατωνικής φιλοσοφίας από τον 4ο αιώνα μέχρι και την Αναγέννηση. Υπήρξε εκδότης των έργων του Πορφύριου στη Ρώμη και ιδρυτής της Νεοπλατωνικής σχολής στη Συρία. Ήταν επίσης ο βιογράφος του Πυθαγόρα και μυστικιστής, φιλόσοφος και μαθηματικός.

Τα στοιχεία για τη ζωή του Ιάμβλιχου είναι πενιχρά. Ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένεια και γεννήθηκε στη βόρεια Συρία (περίπου 245-325 μΧ). Δάσκαλοί του υπήρξαν ο Ανατόλιος και ο Πορφύριος.

Του αποδίδονται υπομνήματα σε πλατωνικούς διαλόγους, σε αριστοτελικά συγγράμματα, καθώς σε και λοιπά έργα, που όμως δεν σώζονται, πέρα από αποσπάσματα. Ο Ιάμβλιχος θεώρησε ότι κάθε πλατωνικός διάλογος έχει έναν βασικό σκοπό και προσπάθησε να τον αναδείξει. Επίσης, καθόρισε τη σειρά με την οποία πρέπει να διδάσκονται οι διάλογοι του Πλάτωνα με βάση τον βαθμό δυσκολίας τους (από τον απλούστερο στον πιο δυσνόητο) και εγκαινίασε έτσι το νεοπλατωνικό πρόγραμμα σπουδών που ακολουθήθηκε, κατά τον 5ο και 6ο αιώνα, στις φιλοσοφικές σχολές της Αθήνας και της Αλεξάνδρειας.

Έχουν διασωθεί τα εξής έργα του: Περί των αιγυπτίων μυστηρίων, Περί του πυθαγορείου βίου, Προτρεπτικός στη φιλοσοφία, Περί της κοινής μαθηματικής επιστήμης, Εισαγωγή στην Αριθμητική Εισαγωγή του Νικόμαχου, όπως και διάφορες επιστολές του Ιαμβλίχου.
Με το έργο του «Τα θεολογούμενα της αριθμητικής», θέλησε να ξαναδώσει έμφαση στην αριθμολογία του Πυθαγόρα και σχεδόν θεοποίησε τους αριθμούς καθώς τους θεωρούσε τη ψυχή του κόσμου.

Ο Ιάμβλιχος επεξεργάστηκε και συστηματοποίησε τον νεοπλατωνισμό του Πλωτίνου, θεωρείται δε ο πρώτος σχολαστικός φιλόσοφος στην ιστορία. Εμπλούτισε το σύστημα αυτό με πληθώρα στοιχείων από τα μεσογειακά μυστήρια. Σκοπός του έργου του είναι η ενοποίηση των θρησκευτικών και φιλοσοφικών ιδεών του αρχαίου ελληνορωμαϊκού κόσμου σε ένα ενιαίο σύστημα εσωτερικής ανάπτυξης. Η μελέτη και ο στοχασμός γύρω από τις ανώτερες αλήθειες, είναι μεν σημαντικά, αλλά δεν αρκούν να ανυψώσουν τον άνθρωπο πνευματικά.

Ο Ιάμβλιχος πιστεύει ακράδαντα στη δύναμη της ιεροπραξίας. Οι διάφοροι τρόποι λατρείας στις ιερουργίες εξαγνίζουν το θείο κομμάτι που βρίσκεται ήδη μέσα μας και μας απελευθερώνει από τα λάθη μας, καθιστώντας μας με αυτόν τον τρόπο φιλικούς προς τις ανώτερες φύσεις. Οι θεοί λοιπόν συσχετίζονται μόνο με αγαθούς ανθρώπους που είναι εξαγνισμένοι διά της ιερατικής τέχνης, προστατεύοντάς τους συγχρόνως από τα πάθη και από κάθε είδους δεινά.

Το «Περί των αιγυπτίων μυστηρίων» αποτελεί το σημαντικότερο έργο του, με τον τίτλο αυτό να δίνεται κατά την Αναγέννηση από τον Marsilio Ficino. Στόχος του συγγράμματος είναι η υπεράσπιση των θρησκευτικών τελετουργιών της αρχαιότητας. Πρόκειται για το μοναδικό σύγγραμμα φιλοσοφίας της θρησκείας που διασώζεται από την αρχαιότητα. Το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει τις απαντήσεις που δίνει ο Ιάμβλιχος στις ερωτήσεις που ο δάσκαλός του Πορφύριος απηύθυνε επιστολικά σε έναν αιγύπτιο ιερέα ονόματι Ανεβώ. Ο συγγραφέας υιοθετεί το προσωπείο του Αβάμμωνος, ενός ανώτερου από τον Ανεβώ αιγύπτιου ιερέα, προκειμένου να αναιρέσει τις αμφιβολίες του Πορφύριου σχετικά με τη σημασία των θρησκευτικών τελετουργιών. Στόχος του έργου είναι να φανεί ότι η ποθητή λύτρωση της ανθρώπινης ψυχής δεν μπορεί να επέλθει με θεωρητική μόνον ενατένιση και γνώση, όπως δίδασκε ο Πλωτίνος, αλλά χρειάζεται αναγκαστικά η συνδρομή της θείας χάριτος, η οποία παρέχεται μέσω της ενεργού συμμετοχής του ενδιαφερομένου σε ιερές τελετές. «Η θεουργική ένωση επιτυγχάνεται μόνο με την τελειωτική λειτουργία των ανείπωτων πράξεων που εκτελούνται ορθά, πράξεων που υπερβαίνουν κάθε νόηση και με τη δύναμη των άφατων συμβόλων, που είναι νοητά μόνο στους θεούς», γράφει στο Περί των Αιγυπτίων Μυστηρίων. Αυτές οι πράξεις και τα σύμβολα επιτρέπουν στον άνθρωπο να υπερβεί τα όρια του συγκεκριμένου νου, της περιορισμένης λογικής σκέψης, και να έρθει σε άμεση επαφή με το θείο.

Ο όρος θεουργία (θεός + έργον) είναι το «το έργο που επιτελούν οι άνθρωποι επί των θεών». Ο όρος αναφερόταν ειδικά στις μαγικές πρακτικές που απώτερο στόχο είχαν την ένωση της ανθρώπινης ψυχής με έναν θεό αλλά μπορούσε επίσης, όπως συμβαίνει στον Ιάμβλιχο, να περιλαμβάνει το σύνολο των παραδοσιακών τρόπων λατρείας (θυσίες, πομπές, μαντεία κλπ.). Κεντρικό ρόλο στις θεουργικές τελετουργίες έπαιζαν τα σύμβολα ή συνθήματα, υλικά αντικείμενα που θεωρούνταν ότι διαθέτουν ιδιαίτερες δυνάμεις ώστε να προκαλούν θαυματουργικά αποτελέσματα (εμψυχώσεις αγαλμάτων, αισθητές φανερώσεις θεών και δαιμόνων, τηλεκίνηση κλπ.). Θεουργός ήταν ο γνώστης και χρήστης όλων αυτών των ιερών πρακτικών και συμβόλων. Η γνώση που διέθετε ονομαζόταν επίσης, εκτός από θεουργία, ιερατική τέχνη και βασιζόταν στη φυσική διασύνδεση και αλληλεπίδραση των μερών του σύμπαντος.

Η Θεουργία ήταν ο τρόπος, η επικοινωνία, για να κατέλθουν τα πλανητικά πνεύματα, οι Θεοί του Φωτός. Για αυτή την επικοινωνία όμως χρειαζόταν μεγάλη καθαρότητα ψυχής, αγνότητα ζωής και γνώση των ιεραρχιών. Ένας θεουργός έπρεπε να είναι ιεροφάντης και γνώστης της εσωτερικής γνώσης των Ιερών όλων των μεγάλων χωρών.

 Οι Νεοπλατωνιστές της σχολής του Ιάμβλιχου ονομαζόταν θεουργοί γιατί, εφάρμοζαν την τελετουργική μαγεία και επικαλούνταν τα πνεύματα αρχαίων ηρώων και θεών, και άλλων θείων πνευματικών οντοτήτων. Οι θεουργοί δεν ενοχλούν τις θείες οντότητες για ασήμαντα πράγματα, αλλά για τη κάθαρση της ψυχής και τη λύτρωση.

Όλοι οι θεοί είναι ευεργετικοί, ενώ η απελευθέρωση των ψυχών επιτυγχάνεται μέσω των υπερουράνιων θεών σε άμεση σχέση με την ενάρετη ζωή που οφείλουμε να βιώνουμε. Από το Εν και Αγαθό, που είναι πρωταρχικό και ακίνητο, προέρχεται ο Νους και μέσω αυτού ο άνθρωπος συνδέεται με τις θείες οντότητες. Ο νους, ο όποιος προέρχεται από τη Μονάδα, στρέφεται συνεχώς προς αυτήν και συνυπάρχει πάντοτε με τους θεούς. Αυτός λοιπόν είναι που γνωρίζει την αντιστοιχία των συμβόλων τα οποία χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε ώστε να τους επικαλεσθούμε. Οι θεοί επίσης χρησιμοποιούν τους δαίμονες για να μας αποκαλύψουν την βούλησή τους μέσα από φυσικά σημάδια. Το κάθε έθνος, όπως και το κάθε ιερό έχει έναν θεό-προστάτη, κάτι που συμβαίνει και για τον άνθρωπο, όπου η κάθε ενσαρκωμένη ψυχή έχει τον δικό της προστάτη-δαίμονα. Αν καταφέρουμε μέσω της ιερουργίας να μας παρουσιαστεί ο οικείος μας δαίμονας, τότε αυτός, θα μας αποκαλύψει το όνομα του, την λατρεία του, καθώς και τον σωστό τρόπο ώστε να τον επικαλούμαστε κάθε φορά που το επιθυμούμε. Ο δαίμονας που μας προστατεύει, μπορεί να υποχωρήσει ή να μπει στην υπηρεσία ενός θεού, ο οποίος μέσω της θεουργίας γίνεται ο επόπτης μας. Η πλειοψηφία των ανθρώπων παραμένει υποταγμένη στις πέντε αισθήσεις, αλλά κάποιοι καταφέρνουν να ξεφύγουν από τα δεσμά της Μοίρας χρησιμοποιώντας τη βοήθεια των θεών ή των δαιμόνων.

Πίστευε στην ύπαρξη 3 κόσμων: του ορατού (ή αισθητού) που είναι ο κατώτερος, του νοερού που θεωρείται ο ενδιάμεσος κόσμος και του νοητού ο οποίος είναι ο ανώτερος. Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν τον διαχωρισμό υπάρχουν ξεχωριστοί τύποι θυσιών που αφορούν τα διάφορα είδη που ζουν στον κάθε κόσμο. Όπως είναι φυσικό αναφέρει την ύπαρξη πολλών ενδιάμεσων όντων μεταξύ του Ενός και του κόσμου. Υπάρχουν ουράνιοι, υπερουράνιοι, φυσικοί, αέριοι, υδάτινοι θεοί, δαίμονες, ήρωες και άχραντες- αμόλυντες ψυχές. Όλα τα πράγματα είναι γεμάτα από αυτούς και όπως ακριβώς οι ακτίνες του ηλίου αγγίζουν τα πάντα εξωτερικά, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο κι οι θεοί φωτίζουν οτιδήποτε μετέχει σε αυτούς με κάποιο τρόπο. Έτσι κάποια μέρη, αγάλματα κλπ θεωρούνται ιερά. Στο έργο του Περί αγαλμάτων, ανέλυε τη σωστή κατασκευή αγαλμάτων. «Τα αγάλματα που απεικονίζουν θεούς κατασκευάζονται από μυημένους καλλιτέχνες και με την εποπτεία ιερέων της αντίστοιχης θεότητας. Αποτυπώνουν τη μυστηριακή γλώσσα του σώματος η οποία μετέδιδε πληροφορίες κατευθείαν στο υποσυνείδητο εκείνου που έβλεπε το άγαλμα και προκαλούσε στην ψυχή αγαλλίαση», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο Ιάμβλιχος δεν θεωρεί την ύλη ως κάτι κακό, αλλά ότι έχουμε ενσαρκωθεί για να εκπληρώσουμε κάποιο ρόλο, που μπορεί να εκπληρωθεί μόνο με τη λατρεία των θεών και μέσα από τα μυστήρια. Η γνώση των θεών συνοδεύεται με μία στροφή προς τον εαυτό και την αυτογνωσία. Η συνεχής μάλιστα προσευχή αυξάνει την ικανότητα της ψυχής να επικοινωνεί με τους θεούς. Οφείλουμε δε να συνδυάζουμε την προσευχή με τη θυσία ώστε να επιτύχουμε την τέλεια ιερατική λειτουργία. Αυτός που γνωρίζει την αντιστοιχία των συμβόλων μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ώστε να τους επικαλεσθεί μέσω της μεταξύ τους αντιστοιχίας.

Κάποια λοιπόν σύμβολα αντιστοιχούν μεταξύ τους λόγω της ομοιότητας τους. Μπορούμε δηλαδή να χρησιμοποιήσουμε λίθους, ζώα ή μέρη ζώων, αρώματα, χρώματα, βότανα, ονόματα, αστρολογικές χρονικές στιγμές ώστε να καταφέρουμε να εξυψωθούμε και να γίνουν άξιοι της προσοχής των θεών. Τα σύμβολα αυτά μπορεί να είναι οπτικά ή ηχητικά όπως είναι οι ύμνοι, οι επικλήσεις και οι επωδές. Χρησιμοποιούσαν ακόμα και τη συμβολική σημασία των αριθμών. Ο Ιάμβλιχος πίστευε ότι οι θεοί τοποθετούν κάποια σύμβολα ακόμα και σε κάθε ενσαρκωμένη ψυχή, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι το αγνοούν. Κι αυτά ακριβώς τα σύμβολα είναι που θα χρησιμοποιήσουν προς όφελος τους οι θεουργοί ώστε να ξαναενωθούν με τη Μονάδα.

Είναι εξίσου βασικό οι αρχαίες προσευχές, τα ιερά άσυλα και κυρίως τα ονόματα επίκλησης των θεών να διατηρούνται αναλλοίωτα γιατί διαφορετικά χάνουν την αποτελεσματικότητά τους. Ο Ιάμβλιχος απορρίπτει οποιονδήποτε νεωτερισμό σε θέματα θρησκευτικότητας. Θεωρεί, μάλιστα, ότι η σχέση ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο, είτε πρόκειται για τις λέξεις μιας ανθρώπινης γλώσσας είτε για τους όρους ενός ιερού συμβολικού συστήματος, δεν είναι προϊόν ανθρώπινης σύμβασης αλλά σχέση φυσική. Κατά συνέπεια υποστηρίζει ότι στις θεουργικές τελετές, ακόμα και τα πιο ακατανόητα ονόματα  ή σύμβολα οφείλουν να διατηρούνται αναλλοίωτα αφού διαθέτουν εσωτερικές συνάφειες με τα υπεραισθητά όντα στα οποία αναφέρονται και τα κινητοποιούν. Ο Ιάμβλιχος τονίζει την αξία της Θεουργίας, που είναι η μαγική δύναμη των τύπων και των τελετών, για να μπορεί κανείς να έλθει σ’ επαφή με τις θεότητες, οι οποίες μπορούν να συλλάβουν (ως γλώσσα επικοινωνίας), μόνο τα σύμβολα και τους τύπους που οι ίδιες έχουν εμπνεύσει στους ανθρώπους. Γι’ αυτό και καταδίκαζε τη συνεχή τάση των Ελλήνων για νεωτερισμούς και καινοτομίες.

Υπάρχουν δύο μορφές θυσιών: η μία που απευθύνεται σε ανθρώπους που είναι εντελώς εξαγνισμένοι και η άλλη απευθύνεται στις ψυχές η οποίες είναι ακόμα παγιδευμένες από το σώμα. Είναι λοιπόν εντελώς άπρεπο η θυσία να υπερβαίνει τις ικανότητες του ιερέα. Συγχρόνως οι θυσίες πρέπει να είναι αντίστοιχες με τους τόπους διαμονής των θεών. Πρέπει να τιμάς τον κάθε θεό σύμφωνα με την θέση που κατέχει απονέμοντας τα όμοια στα όμοια ώστε να μην προσφέρουμε ανάξιο δώρο. Οι βασικοί λοιπόν τύποι θυσιών είναι: 1) Οι υπερκόσμιοι κι ασώματοι θεοί αποζητούν μόνο νοητικές θυσίες. 2) Οι ενδιάμεσοι θεοί (χάρη στους οποίους ενώνονται τα εγκόσμια με τα υπερκόσμια) ζητούν τόσο υλικές θυσίες όσο και ασώματες. 3) Ενώ οι εγκόσμιοι υλικοί θεοί επιθυμούν τις υλικές θυσίες. Ο δημιουργός του σύμπαντος έκανε κάποιες οντότητες να είναι ανεξάρτητες και αυτάρκεις, ενώ κάποιες άλλες είναι υποχρεωμένες να ψάξουν για την τροφή τους. Έτσι μπορούμε να δούμε πχ. τους δαίμονες να εξαρτώνται από τους ανθρώπους για τη τροφή τους μέσω των θυσιών, ώστε αν αμελήσουμε να τους τις προσφέρουμε γίνονται αίτιοι κακών και ταραξιών.

Κατά τον Ιάμβλιχο, η τέλεση των παραδοσιακών ιεροπραξιών δεν εξαναγκάζει τους θεούς σε δράση, ούτε τους καθιστά δέσμιους της ανθρώπινης βούλησης. Οι θεοί συντονίζονται ελεύθερα με τα δρώμενα στον υλικό κόσμο και αποφασίζουν οι ίδιοι να παράσχουν βοήθεια στην εγγενή ανθρώπινη έλλειψη. Οι κανόνες, άλλωστε, τέλεσης των θεουργικών πράξεων έχουν, κατά τον Ιάμβλιχο, οριστεί από τους ίδιους τους θεούς ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων λαών.

Αν και ακολούθησε το τρισυπόστατο σχήμα μεταφυσικής δομής της πραγματικότητας (Εν, Νους, Ψυχή) που είχε εγκαινιάσει ο Πλωτίνος, ο Ιάμβλιχος εισήγαγε ορισμένες καινοτόμες διακρίσεις. Ο Ιάμβλιχος αποδέχτηκε μια ιεραρχημένη σειρά όντων κατώτερων από τους θεούς αλλά ανώτερων από τις ψυχές, τα λεγόμενα κρείττονα γένη: αρχαγγέλους, αγγέλους, δαίμονες, ήρωες, άρχοντες. Ο Ιάμβλιχος υποστήριξε ότι ολόκληρη η ανθρώπινη ψυχή και όχι μόνον το άλογο μέρος της κατέρχεται από τον νοητό χώρο και ενώνεται με το σώμα, με αποτέλεσμα η φύση της ψυχής να είναι ουσιωδώς διπλή (αθάνατη και θνητή ταυτοχρόνως) και οι λειτουργίες της εγγενώς αντιφατικές. Αυτή η διπλή φύση της ανθρώπινης ψυχής επιβάλλει, κατά τον Ιάμβλιχο, τη συνδρομή των θεών προκειμένου να επιτευχθεί λύτρωση από τον κόσμο της γένεσης και της φθοράς.

Η διδασκαλία του Ιάμβλιχου θεμελιώνεται πάνω στην αρχή «τα πάντα είναι μέσα στα πάντα, αλλά σε καθένα σύμφωνα με τη φύση του» και στο ερμητικό αξίωμα «όπως επάνω, έτσι κάτω», δηλαδή στο αντικαθρέφτισμα των πανομοιότυπων δομών του Μακρόκοσμου στον Μικρόκοσμο. Τα «άφατα σύμβολα, που είναι νοητά μόνο στους θεούς» είναι οι αριθμοί, που αποκαλύπτουν και περιέχουν το κλειδί για την κατανόηση του Σύμπαντος. Η αριθμολογία των πυθαγορείων είναι ουσιαστικό μέρος της διδασκαλίας του Ιάμβλιχου, που την επεξεργάστηκε και τη συστηματοποίησε, χαρτογραφώντας με λεπτομέρεια την εκδήλωση του δημιουργημένου κόσμου, μέσα από διαδοχικά επίπεδα, από το Ένα στα Πολλά.

Ο Ιάμβλιχος, επίσης, καθόρισε την ιεραρχία των αρετών που βρίσκομαι σε όλους σχεδόν τους μεταγενέστερους νεοπλατωνικούς. Η πλήρης σειρά περιλαμβάνει επτά είδη: φυσικές, ηθικές, πολιτικές, καθαρτικές, θεωρητικές, παραδειγματικές και θεουργικές αρετές.

Ο ηθικός βίος θεωρείται εξίσου σημαντικός με την καλλιέργεια της ψυχής. Για τον Ιάμβλιχο το πνεύμα, η ψυχή, το σώμα και η ύλη είναι μια αδιαίρετη αλληλουχία, βαθμιαίες συμπυκνώσεις της εκδήλωσης από την «άρρητον Αρχήν» μέχρι το φυσικό κόσμο. Για αυτό η ηθική στάση και η εσωτερική ποιότητα, η συνειδησιακή κατάσταση, του ατόμου είναι ουσιαστικό να εναρμονίζονται με τους συμπαντικούς νόμους. Ο ίδιος ο Ιάμβλιχος κέρδισε με τον εγκρατή και ισορροπημένο τρόπο ζωής του το προσωνύμιο του δίκαιου, ενώ οι μαθητές του τον αποκαλούσαν «θείο» και του απέδιδαν υπερφυσικές δυνάμεις.

Ο Ιάμβλιχος ήταν ο πρώτος φιλόσοφος που θέλησε να θεμελιώσει την παραδοσιακή θρησκευτικότητα σε μεταφυσικές βάσεις. Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός βασίστηκε ουσιαστικά σε μια εκλαϊκευμένη εκδοχή της ιαμβλίχειας φιλοσοφίας, ενώ και οι βασικοί εκπρόσωποι της μεταγενέστερης νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών (Πρόκλος και Δαμάσκιος) επηρεάστηκαν από τη σκέψη του. Αλλά και η εκδοχή του πλατωνισμού που γινόταν αποδεκτή έως και την Αναγέννηση ήταν ουσιαστικά ιαμβλίχεια. Από ιστορικής απόψεως, η σημαντικότερη, μαζί με την υπεράσπιση της θεουργίας, καινοτομία του Ιάμβλιχου ήταν η αποδοχή των Χαλδαϊκών λογίων ως των ιερών γραφών του πλατωνισμού.

Βιβλιογραφία

 

Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

×