Michelangelo Buonarroti (1475-1564)

 

Ενώ ακόμα ο Michelangelo ζούσε, ο γνωστός καλλιτέχνης και βιογράφος της αναγέννησης Giorgio Vasari, ανάμεσα στις πολλές σελίδες που αφιερώνει για τη βιογραφία του σημειώνει μεταξύ άλλων:

«Ο πανάγαθος καθοδηγητής των κόσμων, έστρεψε το βλέμμα του προς τη γη και έστειλε ένα πνεύμα που ήταν προικισμένο με όλες τις ικανότητες σε κάθε τέχνη και κάθε επάγγελμα. Έδειξε στον κόσμο τι είναι η τελειότητα στο σχέδιο, έδωσε αναγλυφικότητα με τα παιχνίδια του σκιοφωτισμού, μέσω της γνώσης της αρχιτεκτονικής πως να κτίζει κανείς σίγουρα και με σωστές αναλογίες. Εκτός αυτού όφειλε να κατέχει την αληθινή φιλοσοφία και το στολίδι της ποίησης για να αναγνωριστεί από εμάς περισσότερο ως ουράνιος παρά γήινος θησαυρός»

Ο Buonarroti έχει χαρακτηριστεί περισσότερο ως ένα φαινόμενο, ένας «Homo Universalis», παρά ως ένας απλός καλλιτέχνης της αναγέννησης. Ίσως είναι περισσότερο γνωστός στο ευρύ κοινό σαν ένας ζωγράφος εξ αιτίας του διάσημου έργου του που έως σήμερα κοσμεί την οροφή της Capella Sistina. Αυτή είναι μια εσφαλμένη αντίληψη, μιας και ο καλλιτέχνης πέρα από τη διάσημη οροφή έχει φιλοτεχνήσει μόνο 8 ακόμη ζωγραφικά έργα!

Σαφώς ασχολήθηκε περισσότερο με την γλυπτική, στην οποία είχε ένα έμφυτο ταλέντο που, όπως θα εξηγηθεί παρακάτω, δεν έχει παρατηρηθεί ξανά έως σήμερα. Όμως δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει την ενασχόλησή του με την ανατομία (όπως έκανε και ο περίφημος σύγχρονός του Leonardo), την ποίηση, το σχέδιο και την αρχιτεκτονική.

Είναι δύσκολο στα πλαίσια μιας περιγραφικής βιογραφίας να αντιληφθούμε το εξαίσιο ταλέντο που συνόδευε από τη γέννησή του τον Michelangelo τον «θεϊκό», όπως έχει αποκληθεί από τους σύγχρονούς του. Γι’ αυτό θα ξεκινήσουμε με την αφήγηση ενός γεγονότος που συνέβη στα παιδικά του χρόνια, και σηματοδοτεί την πορεία του.

Ο μικρός Michelangelo είχε ταπεινή καταγωγή, μεγάλωσε με τον πατέρα του και τα τέσσερα αδέλφια του με πολύ λίγα υλικά μέσα. Αυτός ήταν ο λόγος που ο πατέρας του προόριζε τους γιους του να ασχοληθούν με την υφαντουργία και τον Michelangelo που είχε ήδη μεγαλώσει τον έστειλε στο Urbino να μάθει γράμματα. Ήταν όμως τέτοια η αγάπη του για το σχέδιο που ασχολούνταν αποκλειστικά μόνο με αυτό, παρά το ότι ο πατέρας του και ο δάσκαλός του τον μάλωναν και τον χτυπούσαν, θεωρώντας κάτι τέτοιο ως μια ανάξια ασχολία!

Η επιμονή του μικρού παιδιού ήταν τόσο μεγάλη, που ο πατέρας του αναγκάστηκε να δώσει τα σχέδιά του στον γνωστό δάσκαλο και καλλιτέχνη Domenico Ghirlandaio. Έτσι πήγε στο εργαστήριό του σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών. Υπάρχουν πολλές ιστορίες για αυτή τη φάση της ζωής του Michelangelo, που δείχνουν πως από την πρώτη στιγμή το παιδί ήταν ανώτερο τεχνικά όχι μόνο από τους συμμαθητές του αλλά και τον ίδιο τον δάσκαλό του. Δεν ήταν λίγες οι φορές που διόρθωνε τα σχέδιά τους δίνοντάς τους πιο σωστές αναλογίες αλλά και τεχνικές που μέχρι τότε δεν είχαν εμφανιστεί στον κόσμο των εικαστικών. Επίσης την ίδια εποχή αντέγραψε σχέδια παλαιότερων καλλιτεχνών, τα οποία χρωμάτιζε, κάπνιζε και λέρωνε με τέτοιο τρόπο που δεν μπορούσε κανείς να αντιληφθεί τη διαφορά. Αυτό το έκανε γιατί σε κάποιες περιπτώσεις επέστρεφε τα αντίγραφα και κρατούσε τα πρωτότυπα, χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό.

Κάποια στιγμή, ο γνωστός για την αγάπη του για την τέχνη Lorenzo Medici, ζήτησε από τον Ghirlandaio να γνωρίσει τους πιο καλούς μαθητές του. Στη συνάντηση αυτή και ενώ το παιδί δεν είχε ποτέ πιάσει σμίλη στα χέρια του, κατασκεύασε από ένα μάρμαρο, το κεφάλι ενός Φαύνου ξεφεύγοντας από το αρχαίο πρότυπο. Έφτιαξε το στόμα του ανοιχτό ώστε να διαφαίνονται η γλώσσα και τα δόντια του. Έκπληκτος ο Lorenzo του είπε σε φιλικό και αστείο τόνο, όπως κανείς μιλά σε ένα παιδί: «Θα έπρεπε να ξέρεις πως οι ηλικιωμένοι άνθρωποι δεν έχουν ποτέ όλα τους τα δόντια, αλλά τους λείπει πάντα κάποιο!». Ο Vasari μας περιγράφει πως ο μικρός Michelangelo με την αγνότητα που χαρακτηρίζει ένα παιδί και χωρίς να συνειδητοποιεί το τι είχε κάνει, έσπασε ένα δόντι του Φαύνου και άνοιξε ένα βαθούλωμα που έδινε την εντύπωση ότι το δόντι έπεσε.

Ο Lorenzo αμέσως ζήτησε από τον πατέρα του μικρού να τον πάρει μαζί του με την υπόσχεση πως θα τον έχει σαν γιο του. Εκείνο το διάστημα που διήρκεσε δύο χρόνια, ο νεαρός γλύπτης άρχισε να φανερώνει τη δυναμική του έργου του και να επαληθεύει πως όσα ήδη λέγονταν για αυτόν δεν ήταν καθόλου υπερβολικά. Σε αυτά τα πρώιμα έργα δεν είναι δυνατόν κάποιος να καταλάβει πως δημιουργήθηκαν από ένα παιδί χωρίς καμία εκπαίδευση πάνω στη γλυπτική. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν η «μάχη του Ηρακλή με τους Κενταύρους», το κεφάλι Φαύνου που προαναφέραμε ή η απεικόνιση μιας Παναγίας σε μάρμαρο, στο οποίο έκανε μια σπουδή πάνω σε ένα έργο του Donatello και άλλα μικρότερης σημασίας έργα.

Όταν ανατράπηκε ο οίκος των Μεδίκων από τον Σαβοναρόλα, ο νεαρός γλύπτης αναγκάστηκε να φύγει για λίγα χρόνια από τη Φλωρεντία. Υπάρχει μία ακόμα αφήγηση που αφορά στην περίοδο της επιστροφής του στη Φλωρεντία. Κατασκεύασε έναν κοιμώμενο έρωτα σε φυσικό μέγεθος και μετά από έμμεση προτροπή του Lorentzo, παράχωσε το έργο στη γη, του έδωσε την εμφάνιση του αρχαίου και το πούλησε ως τέτοιο σε έναν καρδινάλιο για διακόσια δουκάτα! Ήταν όμως τέτοια πλέον η φήμη του Michelangelo αλλά και η ποιότητα του έργου, που όταν αποκαλύφθηκε η απάτη, κατηγορήθηκε ο καρδινάλιος γιατί δεν εκτίμησε την έξοχη ποιότητα αυτού του έργου και θέλησε να το επιστρέψει για τα χρήματα.

Λέγεται πως κάθε καλλιτέχνης φτάνει μέσα στη ζωή του να δημιουργήσει ένα αριστούργημα, μέσα από το οποίο μπορούμε να δούμε το τεχνικό αλλά κυρίως το καλλιτεχνικό ύψος στο οποίο κατάφερε να φτάσει, και συμβολίζει τον ίδιο και την πορεία του. Είναι μια Mona Lisa για τον Leonardo, ίσως η Ενάτη Συμφωνία για τον Μπετόβεν ή οι «Πύλες του Παραδείσου» του Giberti.

Αυτά τα αριστουργήματα αποτελούν τα δώρα χαρισματικών ανθρώπων προς την ανθρωπότητα. Όμως ο Michelangelo di Lodovico Buonarotti Simoni δεν άφησε μόνο ένα. Θα προσπαθήσουμε να αναφέρουμε τα πιο σημαντικά από αυτά.

 

Pieta (η Αποκαθήλωση)

Είναι το πρώτο επίσημό του έργο, και ίσως ένα από τα σπουδαιότερα έργα του δυτικού κόσμου. Το έργο αυτό ολοκληρώθηκε μέσα σε ένα χρόνο, από μάρμαρο που διάλεξε ο ίδιος (όπως συνήθιζε). Είναι ένα έργο το οποίο υπέγραψε αφού άκουσε δύο επισκέπτες να συζητούν και να το αποδίδουν σε άλλο καλλιτέχνη. Μετέπειτα μετάνιωσε για αυτό, θεωρώντας πως ήταν μια πράξη ματαιοδοξίας και ορκίστηκε να μην υπογράψει ξανά έργο του.

Σύντομα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως το θαυμάσιο αυτό γλυπτό έχει μια πυραμιδική διάταξη με κορυφή το κεφάλι της νεαρής Παναγίας και βάση τον βράχο του Γολγοθά. Η επαναστατικότητα στον σχεδιασμό αυτού του έργου συνίσταται κυρίως στο ότι η Παναγία απεικονίζεται ως νεαρή γυναίκα, θέλοντας έτσι να συμβολίσει την αγνότητα. Καταφέρνει παρ’ όλα αυτά να ξεπεράσει μέσα από την αισθητική του μεγαλοφυΐα, το πρακτικό πρόβλημα του να βρίσκεται ξαπλωμένος ένας 33χρονος άνδρας στην ποδιά μιας μικρόσωμης γυναίκας.

 

 

Νωπογραφία της Capella Sistina

Αποτελεί το πιο γνωστό ζωγραφικό έργο του, το οποίο ανατέθηκε από τον πάπα Ιούλιο τον Β΄ στον Michelangelo. Μάλιστα είχε δοθεί συγκεκριμένο σχέδιο και οδηγίες, το οποίο κατάργησε εντελώς και ζωγράφισε αποκλειστικά με δική του πρωτοβουλία.

Τεχνικά ήταν ένας άθλος που διήρκεσε 4 χρόνια εξαιτίας πολλών παραγόντων. Κατ’ αρχήν ο Michelangelo είχε πολύ μικρή κατάρτιση σε σχέση με τους χρωματισμούς και μηδενική εμπειρία στην τεχνική της νωπογραφίας, κάτι που τον έκανε να ζωγραφίσει, να καταστρέψει και να ζωγραφίσει ξανά ένα τμήμα της οροφής. Επίσης επέλεξε να εργαστεί εντελώς μόνος του γιατί δεν μπορούσε να βρει καλλιτέχνες που να τον ικανοποιούν για να τον βοηθήσουν και τέλος απαιτήθηκε από τον πάπα να γίνονται οι λειτουργίες κανονικά ενόσω το έργο στην οροφή συνεχίζονταν. Γι’ αυτό ειδικά το σκοπό ο Michelangelo επινόησε και κατασκεύασε μια τοξωτή σκαλωσιά, η οποία δεν είχε κολώνες αλλά στηρίζονταν στους πλευρικούς τοίχους του ναού και μπορούσε να μετακινηθεί.

Στα τέσσερα αυτά χρόνια, ο καλλιτέχνης δούλευε συνεχόμενα κάτι το οποίο κλόνισε και την υγεία του. Έβγαινε σπάνια από το έργο, το οποίο και κρατούσε κρυφό οδηγώντας σε μια φημολογία γύρω από αυτό ενώ πλήθος κόσμου συνέρρεε έξω από το παρεκκλήσι.

 

Δαβίδ

Είναι ένα γλυπτό απαράμιλλης αισθητικής και ήρεμης δύναμης. Απεικονίζει τον αγαπημένο για τους Φλωρεντινούς ήρωα της Παλαιάς Διαθήκης Δαβίδ. Ο ήρωας αυτός αποτελεί ένα σύμβολο νίκης και επιβολής του νέου και καλύτερου πάνω στον παλιό, ακατέργαστο αν και φαινομενικά δυνατό άνθρωπο. Όμως ο Δαβίδ του Michelangelo δεν είναι ακόμη μία αναπαράσταση. Ο καλλιτέχνης επιλέγει μια πολύ ειδική στιγμή, την στιγμή της απόφασης του αδύναμου Δαβίδ να επιβληθεί πάνω στο κακό και την αδικία. Είναι εκπληκτικό το πώς μπορεί να χωρέσει με πολύ σαφή τρόπο η βούληση, η ανδρεία και η αποφασιστικότητα μέσα στο σώμα ενός εκλεπτυσμένου νεαρού άνδρα.

Όσο παρατηρεί κανείς αυτό το γλυπτό: τις σκαλισμένες κόρες των ματιών, τις φλέβες στο χέρι, την ένταση στους μυς του λαιμού, μπορεί να φανταστεί τον μόλις 26χρονο γλύπτη με τη λερωμένη του ποδιά και τη φαγωμένη από τη δουλειά σμίλη να αποκαλύπτει αυτό το θαύμα μέσα από το παγωμένο μάρμαρο. Ο ίδιος ο Michelangelo ισχυριζόταν πως δεν δημιουργεί τις μορφές αλλά τις απελευθερώνει από την περιττή και νεκρή πέτρα.

Ίσως τέτοιες ήταν οι σκέψεις που επέτρεπαν στο Michelangelo τον «θεϊκό», να μπορεί να εργάζεται και να μας αφήνει τα αριστουργήματά του χωρίς να σταματήσει μέχρι τα 89 του χρόνια. Το σίγουρο όμως είναι πως κοιτάζοντας κανείς τα έργα του, ακόμα και τον διάσημο ανολοκλήρωτο «σκλάβο που ξυπνά», μπορεί να διακρίνει μια δύναμη πέρα από τα ανθρώπινα να τον κινεί στη σύλληψη, στην απεικόνιση ή στην εκτέλεση των έργων. Όπως λέει και ο ίδιος «όσο πλούσιος κι αν έγινα, έζησα πάντα σαν φτωχός», «αφήνοντας την ψυχή μου στον Θεό, το σώμα μου στη γη και τα υλικά αγαθά στους πιο κοντινούς μου ανθρώπους».

Ετικέτες: Michelangelo Αναγέννηση Μιχαήλ Άγγελος
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα TEXNH

Σχετικά Άρθρα

×