Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων

 

Ο Νίκος Καζαντζάκης ταξιδεύοντας στο Μοριά, επισκεπτόμενος τη Λακεδαίμονα συναντά έναν ίσκιο που τριγύριζε τις πέτρες, με λυτά μαλλιά και ραβδί στο χέρι. Ήταν ο Γεώργιος Πλήθων με χλωμό πρόσωπο, κουρασμένο αντρείο χέρι. «Είναι η μοίρα μου» είπε, «Είμαι από τη γενεά της Κασσάνδρας, βλέπω πρώτος από όλους τον όλεθρο και φωνάζω, μα κανένας δεν ακούει». Η Αυτοκρατορία… οι άρχοντές της δεν είχαν αρχοντικές αρετές, ήταν αγράμματοι, ακόλαστοι, απάνθρωποι, τυραννούσαν το λαό…κι οι καλόγεροι, που αφήνουν τα εγκόσμια για τα ουράνια, κατασκευάζουν εαυτοίς αρχήν και κηφηνώδη έξιν. Τους λέει περιττούς, ακάθαρτους, τεμπέληδες, και ότι Άγιος δεν είναι ο στείρος και απομακρυσμένος απ’ τους ανθρώπους, αλλά όποιος ζει και δρα μέσα στην κοινωνία και διαιωνίζοντας το γένος του, γίνεται δημιουργός ζωής και αθανασίας. (Γραμμένο το 1937)

Θα ήταν μια συναρπαστική εμπειρία ν’ ακούει κανείς τον Γεώργιο Γεμιστό – Πλήθων να διδάσκει στον Μυστρά ή στη Φλωρεντία. Ασφαλώς ήταν ο πιο πρωτότυπος και ίσως ο πιο λαμπρός φιλόσοφος που έζησε κατά τον τελευταίο αιώνα του Βυζαντίου.

Τα πνευματικά του ενδιαφέροντα αγκάλιαζαν ολόκληρο το πεδίο που ήταν γνωστό τότε ως «Φιλοσοφία». Υποστήριζε απόψεις για τη θεολογία, την ιστορία, τη μεταφυσική, τις φυσικές επιστήμες, την κοσμολογία, την ηθική, την ψυχολογία, τη νομολογία, την πολιτική θεωρία, την κοινωνιολογία και την οικονομία.

Για την εποχή του οι ιδέες του ήταν επαναστατικές και ανατρεπτικές, με βασικό άξονά του τις αναβιώσεις από την κλασική Ελλάδα και την αρχαία Ανατολή.

Η πολιτική θεωρία του αντικατόπτριζε τις ιδέες της Πολιτείας του Πλάτωνα. Παρομοίως, η οικονομική του θεωρία παρουσίαζε ομοιότητες με τον Πλατωνισμό, ιδιαίτερα στη διάκριση τριών αλληλοαποκλειόμενων τάξεων της Πολιτείας.
Πολλές από αυτές τις ιδέες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως προανακρούσματα του μέλλοντος. Ήταν ο πρώτος που συνέλαβε την ιδέα του Ελληνικού κράτους ως έθνους, τη στιγμή ακριβώς που διαλυόταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Στην κλυδωνιζόμενη αυτοκρατορία των αρχών του 15ου αιώνα δεν μπορούσε να καταβληθεί καμιά αξιόλογη ανορθωτική προσπάθεια για να αντιμετωπισθεί η αποπνικτική κατάσταση που επικρατούσε. Έτσι, στα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μια πνευματική άνθηση συμβαίνει στο Μυστρά στην οποία συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό η πολυσχιδής προσωπικότητα του πλατωνικού φιλοσόφου Γεώργιου Γεμιστού, ο οποίος άλλαξε το όνομα του σε Πλήθων και έζησε στο δεσποτάτο του Μυστρά όπου ίδρυσε Πλατωνική Ακαδημία με πλήθος μαθητών.

 

Τα πρώτα βήματα του Πλήθωνος

Υπήρξε φιλόσοφος και κοινωνικός μεταρρυθμιστής, με έντονη θρησκευτική και εκπαιδευτική δράση. Από τους κυριότερους εκπροσώπους του ουμανισμού της εποχής, έζησε στο Δεσποτάτο του Μυστρά και ασχολήθηκε με το έργο του Πλάτωνα. Άσκησε έντονη κριτική στο χριστιανισμό και πρότεινε την ίδρυση μιας νέας θρησκείας. Έθεσε επίσης τα θεμέλια της σύγχρονης αστρονομίας.

Γεννήθηκε γύρω στο 1355 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε γηραιός στο Δεσποτάτο του Μυστρά ανάμεσα στο 1450 με 1452. Προερχόταν από επιφανή οικογένεια.

Από την παιδική του ηλικία απέκτησε κλασική παιδεία πιθανώς έχοντας δάσκαλο τον Δημήτριο Κυδώνη, βυζαντινό λόγιο και αξιωματούχο με επαναστατικές ιδέες. Ο Πλήθων αποφάσισε παράτολμα το 1380 σε ηλικία περίπου 25 ετών να ταξιδέψει στην Αδριανούπολη, που τότε ήταν πρωτεύουσα του Οθωμανού ηγεμόνα Μουράτ Β΄, ο οποίος επιδεικνύοντας πνεύμα ανεξιθρησκείας είχε μετατρέψει την πόλη σε κέντρο συνάντησης προσωπικοτήτων και διαφόρων ρευμάτων του πολυθεϊσμού και του παγανισμού. Όπως γράφει ο Γεώργιος Σχολάριος ή Γεννάδιος, μαθητής του Πλήθων και αργότερα φανατικός εχθρός του, μας λέει ότι ήλθε σε επαφή και μαθήτευσε για αρκετά χρόνια κοντά σε έναν μυστηριώδη Ιουδαίο, τον Ελισσαίο, που υπηρετούσε στην αυλή του Σουλτάνου Μουράτ Β’. Ο Σχολάριος λέει ότι ο Ελισσαίος, φαινομενικά ήταν Ιουδαίος, ενώ πραγματικά ήταν «ελληνιστής» και «πολυθεϊστής» όπως τον αναφέρει στην επιστολή του προς τον Ιωσήφ τον Έξαρχο. Από αυτόν ο Πλήθων διδάχτηκε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Αβερρόη, και τις διδασκαλίες του Ζωροάστρη.

Όταν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη κι άρχισε να διδάσκει, η εκκλησία ενοχλήθηκε έντονα από την προτίμηση του στο αρχαιοελληνικό πνεύμα και ιδιαίτερα στον Πλάτωνα, αλλά και από την επιρροή που ασκούσε, και πίεσε τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ τον Παλαιολόγο να τον διώξει, ονομάζοντάς τον «αποστάτη» όπως τον Ιουλιανό.

Η αποπομπή του μάλιστα θεωρήθηκε από το Σχολάριο μεγάλη επιείκεια, επειδή κατ’ αυτόν έπρεπε να στιγματιστεί ή να απελαθεί «εις βάρβαρον…γην» ή να αχρηστευθεί με «άλλον τίνα τρόπον». Έτσι ο Πλήθων αποσύρθηκε στο Μυστρά για πρώτη φορά το 1409.

 

Δεσποτάτο του Μυστρά

Παρόλες τις επιθέσεις της εκκλησίας και ιδιαίτερα του μαθητή του Σχολάριου, οι Παλαιολόγοι και σαν αυτοκράτορες και σαν δεσπότες του Μορέως τον τιμούσαν βαθιά για το ήθος και τη σοφία του. Υπήρξε δάσκαλος του νεαρού γιού του αυτοκράτορα Μανουήλ στον Μυστρά, πράγμα που αποδεικνύει ότι ο ίδιος ο αυτοκράτορας δεν τον θεωρούσε επικίνδυνο, αφού τον άφησε να γίνει παιδαγωγός του γιού του.

Ο Μυστράς αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα και κατά τον 14ο -15ο αιώνα βρισκόταν σε μεγάλη ακμή. Αποτέλεσε εμπορικό και πνευματικό κέντρο της εποχής του και σ’ αυτό βοήθησαν σημαντικά οι σχέσεις του με την Ιταλία. Μάλιστα, σύμφωνα με τον καθηγητή Νίκο Ζία, στον Μυστρά συντελέστηκε η τελευταία λάμψη της βυζαντινής τέχνης, ενώ είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του δεσποτάτου στη μετάβαση από το Βυζάντιο στον νέο Ελληνισμό. Έτσι, στα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μια πνευματική άνθηση συμβαίνει στον Μυστρά στην οποία συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό η προσωπικότητα του Πλήθωνος, ο οποίος υπηρέτησε ως ανώτατος λειτουργός της δικαιοσύνης, «ως δικανικός και καθολικός κριτής του Μορέως», ως σύμβουλος των Παλαιολόγων και ως δάσκαλος ενός κύκλου μαθητών, μεταξύ των οποίων συναντάμε τον μετέπειτα καρδινάλιο της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας Βησσαρίωνα ο οποίος αναφέρει, «…ου μετά Πλάτωνα σοφώτερον ουκ έφυσεν η Ελλάς», τον Γεώργιο Σχολάριο, αργότερα Γεννάδιο και πρώτο πατριάρχη της ορθοδοξίας επί τουρκοκρατίας, ο οποίος, παρόλο που στράφηκε εναντίον του, τον προσφωνούσε «φίλων άριστε και σοφότατε», τον Μάρκο Ευγενικό, τον Μιχαήλ Αποστόλη, τον τελευταίο ιστορικό του Βυζαντίου Λαόνικο Χαλκοκονδύλη και πολλούς άλλους.

 

Σύνοδος Φεράρας – Φλωρεντίας

Το 1437-39 ο Πλήθων πείστηκε να συνοδεύσει τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ στη Σύνοδο Φερράρας –Φλωρεντίας για την ένωση των δύο εκκλησιών. Μέλος της αποστολής ήταν και ο μαθητής του Βησσαρίων. Το ταξίδι αυτό στην Ιταλία αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της διάδοσης των ελληνικών γραμμάτων στη Δύση. Στη σύνοδο ο Πλήθων υποστήριξε τις απόψεις των βυζαντινών κι αντιτάχθηκε στην ένωση των Εκκλησιών.

Στη διάρκεια της Συνόδου η προσωπικότητα, η μόρφωση και η ευγλωττία του Πλήθωνος εντυπωσίασε ιδιαιτέρως τους Ιταλούς ανθρωπιστές και μεταξύ αυτών τον ηγεμόνα της Φλωρεντίας Κόζιμο των Μεδίκων.

Από αυτές του τις επαφές έγινε ο εισηγητής του Πλατωνισμού στην Ιταλία της Αναγέννησης και ο εμπνευστής της ίδρυσης της Πλατωνικής Ακαδημίας της Φλωρεντίας από τον Κόζιμο των Μεδίκων. Κατά την παραμονή του στην Ιταλία, φαίνεται ότι ο Γεμιστός άλλαξε και το όνομά του σε «Πλήθων», πιθανότατα, όπως γράφει και ο Μαρσίλιο Φιτσίνο, λόγω της ομοιότητας που παρουσιάζουν τα ονόματα Pletho και Plato στα λατινικά.

Στη Φλωρεντία, μετά από παρότρυνση των θαυμαστών του, ο Πλήθων έγραψε το πόνημα: «Περί ων Αριστοτέλης προς Πλάτωνα διαφέρεται», που προκάλεσε πολλές συζητήσεις και εντάσεις ανάμεσα στους οπαδούς των δύο μεγάλων αρχαίων στοχαστών.

Στην εκφώνηση αυτής της περίφημης πραγματείας ο Πλήθων υποστηρίζει την υπεροχή του Πλάτωνα απέναντι στον Αριστοτέλη.

Ο Πλήθων πίστευε ότι ο φιλόσοφος δεν πρέπει να γράφει παρά μόνο ό,τι είναι απαραίτητο για να διευκολύνει την απομνημόνευση και την προφορική από γενιά σε γενιά μετάδοση των λόγων του. Έτσι η προαναφερόμενη πραγματεία, που την έγραψε για να δώσει στους φίλους του στην Ιταλία τη δυνατότητα να θυμούνται τα όσα τους είχε αναπτύξει προφορικά και αναλυτικά, είναι ένα πρότυπο μνημοτεχνικής, ανταποκρίνεται απόλυτα στο αίτημα του «λακωνίζειν» και δεν ξεφεύγει διόλου από την αρχή ότι ο φιλόσοφος χρειάζεται ακροατή και όχι αναγνώστη.

Ο φιλοσοφικός θρησκευτικός στοχασμός του Πλήθων έχει αφετηρία τον Πλάτωνα, την ύπαρξη των άφθαρτων και αιώνιων ιδεών και την αποδοχή της Ειμαρμένης.

Προεξέχουσα θεότητα είναι ο Δίας, από τον οποίο αντλούν την ύπαρξή τους όλες οι άλλες θεότητες. Η Ειμαρμένη αποτελεί το μέσο με το οποίο ο Δίας κυβερνά το Σύμπαν.

Η ανθρώπινη ψυχή χωρίζεται σε αθάνατη και φθαρτή. Ο άνθρωπος οφείλει κατά τον Πλήθωνα, μέσω των πράξεών του, κυρίως με την τήρηση της ευνομίας, να μοιάσει στις ανώτερες νοήμονες δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν εμφανίσεις του Θείου.

 

Περί νόμων Συγγραφή

Τα φανερά σημάδια για το επερχόμενο τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η αγωνία του Πλήθωνος για το πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί η καταστροφή τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι μόνη λύση είναι η επιστροφή στις αρχαίες ελληνικές δοξασίες. Ανάμεσα στο 1416 και το 1423, συνέταξε δύο υπομνήματα, το πρώτο προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο, «Λόγος προς τον βασιλέα Εμμανουήλ περί των εν Πελοποννήσω πραγμάτων» και το δεύτερο, «Συμβουλευτικός περί της Πελοποννήσου» προς τον δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο Β’ Παλαιολόγο.

Σε αυτά ο Πλήθων προτείνει συγκεκριμένα σχέδια στα οποία περιέχονται διορατικές προτάσεις για την άμυνα της Πελοποννήσου, την οποία θεωρούσε λίκνο των ευγενέστερων ελληνικών φύλων και πίστευε ότι από αυτή θα μπορούσε να ξεκινήσει η σωτηρία της Αυτοκρατορίας. Σε αυτά τα υπομνήματα αναφέρει μια σειρά από πρωτοποριακές προτάσεις, αναδασμό της γης, τόνωση της χειρωνακτικής εργασίας, εθνική παραγωγή και εμπόριο, διοικητική αναδιοργάνωση, φορολογία, κρατικές δαπάνες, εθνικοποίηση του στρατού, ποινές κ.ά.

Δεν επρόκειτο τόσο για μια αναγέννηση του Βυζαντίου όσο για την ίδρυση μιας νέας μορφής κράτους, με έδρα τον Μορέα, εμπνεόμενο από την «Πολιτεία» του Πλάτωνα.

Το σύστημά του αποβλέπει στην επικράτηση μιας παγκόσμιας θρησκείας, βασισμένης κυρίως στη νεοπλατωνική φιλοσοφία. Μόνος οδηγός του ανθρώπου, σύμφωνα με τον Πλήθων είναι η φιλοσοφία.

Το υπόμνημά του προς τον δεσπότη Θεόδωρο Β’ λέει ότι οι σύμβουλοι των βασιλέων πρέπει όχι μόνο να είναι «πεπαιδευμένοι», αλλά και να προέρχονται από τις τάξεις εκείνων που δεν είναι «ουθ’ οι παμπλούσιοι, ουθ’ οι απορώτατοι» και διαιρεί την κοινωνία σε τρείς τάξεις:

Ο Πλήθων οραματιζόταν τη δημιουργία ενός κόσμου όπου ο Χριστιανισμός θα αποτελούσε παρελθόν και θα ήταν μόνο μια μικρή παρένθεση στη ζωή του Ελληνισμού. Μόνο έτσι πίστευε ότι ο Ελληνισμός θα επανερχόταν στις ρίζες του και θα αναγεννιόταν. Σύμφωνα με όσα γράφει ο Γεώργιος Τραπεζούντιος στο πόνημά του «Σύγκρισις Πλάτωνος και Αριστοτέλους», όταν ο Πλήθων βρισκόταν στη Φλωρεντία, είπε ότι σύντομα όλοι οι άνθρωποι «Μια ψυχή και καρδία», θα ασπάζονταν μια νέα θρησκεία.

Και όταν ο Τραπεζούντιος τον ρώτησε αν αυτή θα ήταν ο Χριστιανισμός ή το Ισλάμ, ο Πλήθων του απάντησε, ούτε η μία ούτε η άλλη αλλά η «Πατρώα»…

Στα έργα του ο Πλήθων «θεολογεί» και «φιλοσοφεί», στο «Περί Νόμων Συγγραφή» το οποίο έγραψε σε προχωρημένη ηλικία, συνοψίζεται η φιλοσοφική, θεολογική και κοινωνική σκέψη του. Δυστυχώς σώζονται σήμερα μόνο 16 από τα 101 κεφάλαια της συγγραφής γιατί το χειρόγραφο, μετά τον θάνατο του Πλήθωνος, έπεσε στα χέρια του Γενναδίου, ο οποίος έκαψε το μοναδικό στον κόσμο χειρόγραφο των Νόμων Συγγραφής, διατάζοντας και όσους είχαν αντίγραφα να κάνουν το ίδιο. Ο μαθητής του Πλήθωνος, Δημήτριος Ραούλ Καβάκης, αν και ήταν φίλος του Γεννάδιου, δεν υπάκουσε και διατήρησε τα αποσπάσματα εκείνα που είχε ο ίδιος αντιγράψει και σώζονται μέχρι τις μέρες μας.

 

Πλήθων και μετενσάρκωση

Ο Πλήθων ως γνήσιος φιλόσοφος υποστήριζε την αθανασία της ψυχής. Στο εικοστό δεύτερο κεφάλαιο του «Περί νόμων συγγραφή» που το ονομάζει «Περί αθανασίας της ψυχής της ανθρωπίνης», υποστήριζε, όπως λέει ο πατριάρχης Γεννάδιος σε επιστολή του προς τον Ιωσήφ Έξαρχο, τη μετενσάρκωση.

Ο Πλήθων υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος είναι «σύνθετος», μέσα του σημειώνεται η διασταύρωση δύο ειδών, «του μεν θηριώδους και θνητού, του δε αθανάτου τε και τοις θεοίς συγγενούς». Η ευδαιμονία του ανθρώπου έγκειται στην εκτέλεση πράξεων που ανταποκρίνονται στη θεία φύση του. Η συνύπαρξη του θνητού και του αθάνατου στοιχείου μέσα μας είναι αναγκαία για την πληρότητα, την τελειότητα και την ισορροπία του σύμπαντος. Η ψυχή είναι αθάνατη, είναι ίδια στο είδος με τους θεούς και αυτοί την στέλνουν σ’ αυτό τον κατώτερο κόσμο για να ενωθεί με ένα θνητό σώμα, διαφορετικό κάθε φορά ανάλογα με τις περιστάσεις. Και αναφέρει συγκεκριμένα σ’ αυτό το έργο…

«Σ’ ό,τι μας αφορά, η ψυχή μας όντας παρόμοια με τους θεούς, εξακολουθεί να είναι αθάνατη και αιώνια μέσα στα όρια που περιορίζουν τον δικό μας κόσμο. Περιοριζόμενη πάντα σ’ ένα θνητό περίβλημα, στέλνεται από τους θεούς κάποιες φορές σε ένα σώμα, άλλες φορές σε άλλο, σε σχέση με την παγκόσμια αρμονία».

Στα σχόλια του πάνω στους Χαλδαϊκούς Χρησμούς, ασχολείται με την περιοδική επιστροφή της ψυχής στη γήινη ζωή, σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Πορφύριου και του Ιάμβλιχου.

Γράφει στο σχόλιο του πάνω στο 12ο χρησμό:

«Τότε η ψυχή κατέχει, λόγω ασφαλώς της ίδιας της, της αιωνιότητας, πολλά από αυτά που βρίσκονται στις πτυχές του κόσμου, δηλ. στα διάφορα μέρη του κόσμου. Τα αποκτά, κάθε φορά, σύμφωνα με αυτά που βίωσε σ’ αυτόν τον κατώτερο κόσμο».

Στην περίφημη διένεξη που τον έφερε αντιμέτωπο με τον Σχολάριο για τις διαφορές ανάμεσα στη φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, έγραφε:

«Ωστόσο, δεν θα με εξέπληττε σ’ ό,τι τον αφορά, αν, από νοητική οκνηρία δεν έχει ήδη καταλάβει ότι όποιος υποθέτει ταυτόχρονα την αιωνιότητα του κόσμου και την αθανασία της ανθρώπινης ψυχής, θα έπρεπε αναγκαστικά όχι μόνο να αποδέχεται ότι αυτή δεν γεννιέται στο χρόνο, αλλά να αποδέχεται επίσης ότι η ψυχή κάνει πολλές καθόδους σε θνητά σώματα, που συμφωνούν ή όχι με τον λόγο».

 

Επίλογος

Ο Πλήθων πρόσφερε στον κόσμο μια μέγιστη υπηρεσία! Αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον της Δύσης ιδιαίτερα για το έργο του Πλάτωνα, αλλά και γενικότερα για το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και προλείανε το έδαφος για την επερχόμενη αναγέννηση, δίνοντας καθοριστική ώθηση για τη δημιουργία της Νεοπλατωνικής Σχολής Φιλοσοφίας στη Φλωρεντία.

Ο Πλήθων πέθανε γηραιός στη Σπάρτη στις 26 Ιουνίου 1452, την ίδια μέρα ακριβώς που πριν από χίλια χρόνια είχε πέσει στις αχανείς πεδιάδες της Περσίας, μαχόμενος με την εμπροσθοφυλακή του τους Πέρσες από ένα αδέσποτο δόρυ, ο τελευταίος Φιλόσοφος Αυτοκράτορας Ιουλιανός.

Οι φίλοι και μαθητές του Βησσαρίων, Μανουήλ Χρυσολωράς, Γρηγόριος μοναχός, Ιερώνυμος Χαριτώνυμος, Λαόνικος Χαλκοκονδύλης κ.ά. πένθησαν την απώλεια του δασκάλου τους με κείμενα που υμνούν τη σοφία και την αρετή του.
Ακόμα και οι αμείλικτοι εχθροί του Γ. Σχολάριος και Γ. Τραπεζούντιος παραδέχονταν ότι ο Πλήθων ήταν ο πλέον σοφός άνδρας του 15ου αιώνα.

Το 1465 Ιταλοί θαυμαστές του με επικεφαλής τον Σιγισμούνδο Μαλατέστα, συγγενή της δέσποινας Κλεόπας Μαλατέστα που γνώριζε καλά ο Πλήθων, ήρθαν με πλοία στην Λακεδαίμονα, εισέβαλαν στον τουρκοκρατούμενο Μυστρά, έσκαψαν κι έκλεψαν τα οστά του και τα μετέφεραν στο Ναό του Αγίου Φραγκίσκου, το Tempio Malatestiano στο Ρίμινι, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα… «Για να βρίσκεται ο μεγάλος διδάσκαλος μεταξύ ελευθέρων ανθρώπων…»

 

Πηγές:

Ετικέτες: Αναγέννηση Πλήθων Γεμιστός
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα TEXNH

Σχετικά Άρθρα

×