Raffaello Sanzio da Urbino (1483-1520)

 

Ο ζωγράφος Raffaello Sanzio da Urbino γνωστός σε όλους ως Raphael, έχει μείνει στην ιστορία της Τέχνης σαν ένας μεγαλοφυής καλλιτέχνης αλλά και σαν ένας άνθρωπος «με καλοσύνη και ταπεινοφροσύνη συνδυάζοντάς τες με την ομορφιά και μια γλυκιά φιλικότητα», σύμφωνα με τα λόγια του πρώτου του βιογράφου, Giorgio Vasari.

Ο Rafael, παρά τον πρώιμο θάνατό του σε ηλικία 37 ετών, άφησε έναν τεράστιο όγκο έργων, όσον αφορά στην ποσότητα αλλά και το καλλιτεχνικό ύψος. Μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρεις φάσεις ή τρία στυλ κατά τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του πορείας: τα πρώτα χρόνια στην Perugia, στη συνέχεια τα τέσσερα χρόνια που διέμενε και δημιουργούσε στη Φλωρεντία και τέλος τα πυρετώδη και θριαμβευτικά 12 τελευταία χρόνια της ζωής του στη Ρώμη.

Γεννήθηκε το 1483 στην πόλη Urbino της Ιταλίας και είχε την ιδιαίτερη τύχη να ανατραφεί από έναν πατέρα καλλιτέχνη, ο οποίος μάλιστα έδωσε μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση του μικρού Rafael μέσα σε ένα ασφαλές και υψηλού μορφωτικού επιπέδου οικογενειακό περιβάλλον.

Ο πατέρας του Giovanni Santi, ήταν ένας μέτριος ζωγράφος αλλά έδωσε τις πρώτες γνώσεις στον γιο του ο οποίος άρχισε από πολύ μικρή ηλικία να τον βοηθά στα έργα που αυτός αναλάμβανε για το κράτος του Urbino. Σύντομα αντιλήφθηκε το ταλέντο του μικρού του γιου και δεν άργησε να αποδεχθεί πως η δική του καθοδήγηση δεν αρκούσε για τη ζωγραφική αυτή μεγαλοφυΐα. Έτσι λοιπόν αποφάσισε να αναθέσει τη διδασκαλία του γιου του στον γνωστό ως μεγαλύτερο ζωγράφο της εποχής του, Pietro Perugino.

Έτσι ο μικρός Rafael έκλαιγε φεύγοντας από την αγκαλιά της μάνας του, για να γίνει μαθητευόμενος στην Perugia. Στο εργαστήρι του Pietro ξεχώρισε το ταλέντο του και ο Rafael κατάφερε σχεδόν αμέσως να μιμείται το στυλ του δασκάλου του, σε βαθμό που δεν μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει ποιος από τους δύο είναι ο δημιουργός του έργου.

Εξ’ αιτίας του ότι ήταν έξοχος σχεδιαστής, τον κάλεσαν ως βοηθό σε ένα έργο στη Siena. Εκεί ήρθε σε επαφή με πολλούς καλλιτέχνες της εποχής, που μεταξύ άλλων του μίλησαν για δύο ζωγραφικά έργα στη Φλωρεντία, ένα του Michelangelo και ένα του Leonardo. Οι δύο αυτοί δάσκαλοι ήταν ήδη αναγνωρισμένοι ως οι πιο σημαντικοί καλλιτέχνες που υπήρξαν ποτέ, αν και κανείς από τους δύο δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με τη ζωγραφική!

Το πνεύμα αναζήτησης και η αγάπη για την τελειοποίηση της τέχνης του, τον οδήγησαν στη Φλωρεντία. Η αναγεννησιακή αυτή πόλη, αποτελεί ένα φαινόμενο για την ιστορία της τέχνης. Ιδιαίτερα τον 14ο και 15ο αιώνα, στη μικρή πόλη της Φλωρεντίας συναντάμε όλους τους γνωστούς γλύπτες, ζωγράφους, ποιητές, αρχιτέκτονες που αν προσπαθούσαμε να απαριθμήσουμε τα ονόματα ή τα έργα τους θα χρειαζόμασταν αρκετές σελίδες. Μελετώντας σήμερα το ιστορικό αυτό φαινόμενο, παρατηρούμε με έκπληξη πως η Φλωρεντία της εποχής λειτουργεί σαν ένας μικρός πυρήνας, μια καρδιά που τα επιτεύγματα στον τομέα της τέχνης πυροδοτούν την αναγέννηση σε όλη την Ευρώπη.

Είναι απαραίτητο σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε πως σταδιακά η αναγεννησιακή τέχνη σχετίζεται θεματολογικά, εκτός από ζητήματα Θεολογίας που ήταν κάτι αναμενόμενο, με θέματα φιλοσοφικά και μυθολογικά. Αυτό δεν είναι τυχαίο, αλλά οφείλεται σε μια φιλοσοφική αφύπνιση κάποιων ανθρώπων της εποχής, όπως η πολύ γνωστή οικογένεια των Μεδίκων. Οι Μέδικοι φαίνεται να ασχολούνται ιδιαίτερα με την τέχνη και τη φιλοσοφία και προωθούν την ανάπτυξή τους. Στηρίζουν οικονομικά καλλιτέχνες και φιλοσόφους, δίνοντάς τους παιδεία αλλά και προκλήσεις. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι η δημιουργία της φιλοσοφικής Ακαδημίας της Φλωρεντίας με κύριο εκπρόσωπό τον Μαρσίλιο Φιτσίνο (1433-1499).

Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο νεαρός Rafael κατάφερε να εμπλουτίσει εκτός από το στυλ του, τη θεματολογία του και την αγάπη για τη συμβολική ζωγραφική. Τα τέσσερα χρόνια που διέμεινε στην πόλη της Φλωρεντίας μελέτησε τον Masaccio, τον Leonardo, τον Fra Bartolommeo και τον Michelangelo και έτσι εμπλούτισε τις δυνατότητές του σε σχέση με τους χρωματισμούς, τη σχεδίαση και την προοπτική η οποία αρχίζει και διαφαίνεται στα μετέπειτα έργα του.

Απρόσμενα εκείνη την περίοδο και με τη βοήθεια του συμπολίτη του και εξαίσιου ζωγράφου Bramante, τον καλεί στη Ρώμη ο πάπας Ιούλιος ο οποίος του δίνει την ευκαιρία να ζωγραφίσει κάποια από τα αθάνατα αριστουργήματά του. Καμβάς του θα γίνει η περίφημη «Sala de la Segnatura», το δωμάτιο όπου υπέγραφε ο πάπας τις δικαστικές αποφάσεις.

Σε αυτόν το μικρό χώρο ο νεαρός καλλιτέχνης δημιούργησε μεγαλοπρεπή και πολύ γνωστά έργα όπως «η σχολή των Αθηνών», «Ιησούς, Παναγία και Ιωάννης Βαπτιστής», «Παρνασσός» καθώς και μικρότερες απεικονίσεις. Τα θέματά του είναι όλα συμβολικά μεταφυσικά ή φιλοσοφικά και τα έχει δανειστεί από τη χριστιανική παράδοση. Όμως κυρίαρχο ρόλο επίσης παίζει η αρχαία ελληνική μυθολογία και φιλοσοφία.

Ο Giorgio Vasari αναφέρει για τα συγκεκριμένα έργα: «Το σύνολο είναι τόσο ωραία στημένο και με τέτοια αρμονία, που ο Raphael με το έργο του αυτό έδειξε τον δυναμισμό της τέχνης του, ενώ ήθελε πάση θυσία να προωθήσει αυτούς που δουλεύουν με το πινέλο στην πρώτη θέση. Διακόσμησε αυτό το έργο με τον κανόνα της προοπτικής και ένα πλήθος μορφών σ’ ένα τόσο τρυφερό και απαλό στυλ, που ο πάπας διέταξε να αποξεστούν όλα τα έργα των παλαιότερων και των νεότερων και ο Raphael να αναλάβει μόνος του τη διακόσμηση».

Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ένα ενδιαφέρον στοιχείο για τον άνθρωπο Raphael, το οποίο ενδεχομένως σπάει κάπως τη σημερινή εικόνα που έχουμε για τον καλλιτέχνη. Ο Raphael, εξ αιτίας της ανατροφής και εκπαίδευσης που είχε από τον πατέρα του, είναι ένα άτομο πολύ πειθαρχημένο και εργατικό. Σε αντίθεση με αρκετούς γνωστούς καλλιτέχνες της εποχής του, ολοκληρώνει τα έργα του σωστά και στην ώρα τους. Δεν χρειάζεται χρόνο για να αναζητήσει την έμπνευση, αλλά μπορεί και εκτελεί παραγγελίες ή έργα δικής του έμπνευσης με εκπληκτική αποτελεσματικότητα και αρτιότητα. Για παράδειγμα οι «αίθουσες του Raphael» που σήμερα αποτελούν μέρος του μουσείου του Βατικανού, ολοκληρώθηκαν από τον καλλιτέχνη εντός μόνο 2 ετών.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «σχολή των Αθηνών» όπου απεικονίζονται κυρίως φιλόσοφοι από την αρχαία Ελλάδα και όχι μόνο. Το έργο αυτό φιλοτεχνήθηκε μεταξύ 1510-11 και σήμερα αποτελεί μέρος του μουσείου του Βατικανού. Φυσικά ονομάστηκε έτσι μεταγενέστερα από τους μελετητές, ενώ ο ίδιος ο Ραφαήλ είχε χαράξει πάνω από το έργο τις λέξεις «Causarum Cognitio», δηλαδή «Να γνωρίζεις τις αιτίες». Μέσα στο έργο απεικόνισε πρόσωπα που θαύμαζε στον ρόλο κάποιων φιλοσόφων, όπως τον Michelangelo στο ρόλο του Ηράκλειτου, ή τον Leonardo στο ρόλο του Πλάτωνα. Δεν παρέλειψε να απεικονίσει τον φίλο του Bramante αλλά και μια δική του αυτοπροσωπογραφία.

Με την εικαστική του ιδιοφυΐα είχε ζωντανέψει ξανά μέσα στις αίθουσες του Βατικανού τον Πλάτωνα που συνομιλεί με τον Αριστοτέλη, τον Πυθαγόρα να διδάσκει γεωμετρία, τον Επίκουρο, τον Ζήνωνα και τόσους άλλους. Αυτό μπορεί σήμερα να μας φαίνεται κάτι απλό, όμως ήταν κάτι επαναστατικό για την εποχή, αφού δεν ήταν ακόμη αποδεκτή η συμβατότητα της χριστιανικής διδασκαλίας και της φιλοσοφίας. Μην ξεχνάμε πως όχι πολλά χρόνια πριν, και ενώ ο μεσαίωνας ήταν στο μεγαλύτερο σκοτάδι του, οι διδασκαλίες περί πίστης ή γνώσης έδρευαν σε αντίπαλα στρατόπεδα.

Ένα ποίημα, ένας ζωγραφικός πίνακας ή ένα γλυπτό μπορεί να μας φέρει σε επαφή με κάτι όμορφο ίσως επειδή ξεκλειδώνει κάτι όμορφο που υπάρχει ξεχασμένο μέσα μας. Γι’ αυτό η πραγματική επαφή με την τέχνη πάντα είναι μια απελευθερωτική εμπειρία. Πόσο περισσότερο μάλιστα αν μέσα από την έρευνα και τη φιλοσοφία καταφέρουμε να γνωρίσουμε τους ανθρώπους, την εποχή ή την περίσταση που γέννησαν αυτά τα αριστουργήματα!

 

Ετικέτες: Αναγέννηση Ραφαήλ
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα TEXNH

Σχετικά Άρθρα

×