Ο σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια

Γνώρισε τα βιβλία των Εκδόσεών Νέα Ακρόπολη
Ανακάλυψέ το

Η λέξη αξιοπρέπεια θα μπορούσε να οριστεί ως η αίσθηση που έχει ένας άνθρωπος όταν οι άλλοι τον σέβονται και όταν ο ίδιος νιώθει ότι έχει κάποια αξία. Η λατινική λέξη dignitas μας μιλά για το άξιο ή για αυτό που κάνει έναν άνθρωπο άξιο σεβασμού. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι επομένως το δικαίωμα κάθε ανθρώπινου όντος, να τον σέβονται και να τον εκτιμούν ως άτομο και κοινωνικό ον, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, και μόνο από το γεγονός ότι είναι άτομο.

Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναφέρει στο άρθρο 1 της ότι: «Όλα τα ανθρώπινα όντα γεννιούνται ελεύθερα και ίσα στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα και, όπως είναι προικισμένα με λογική και συνείδηση, πρέπει να συμπεριφέρονται αδελφικά μεταξύ τους», ενώ στο προοίμιό της αναφέρεται πως η αξιοπρέπεια είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας και αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο.

Το ελληνικό Σύνταγμα κατοχυρώνει στο άρθρο 2§1 τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου. Η κατοχύρωση της αξίας του ανθρώπου δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό και σε καμία επιφύλαξη νόμου ούτε σε συνταγματική αναθεώρηση (άρθρο 110 § 1 Σ) και αναγνωρίζεται ως θεμελιώδης συνταγματική αξία, συστατική της φυσιογνωμίας της συνταγματικής τάξεως, την οποία το κράτος οφείλει να σέβεται και να προστατεύει. Η διάταξη του άρθρου 2§1Σ δεν συνιστά απλώς μία κατευθυντήρια διάταξη, αλλά είναι νομικά πλήρως δεσμευτική. Η αρχή του σεβασμού και της αξίας του ανθρώπου αποτελεί ερμηνευτικό εργαλείο για τον εφαρμοστή όχι μόνο του Συντάγματος, αλλά και όλου του δικαίου.

Σύμφωνα δε με την πάγια νομολογία του Ομοσπονδιακού Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, αντίκειται στην ανθρώπινη αξία η μεταχείριση του ανθρώπου ως απλού μέσου για την επίτευξη κρατικών σκοπών, η μεταχείριση δηλαδή που θέτει υπό αμφισβήτηση την ιδιότητα του ατόμου ως υποκειμένου. Πρόκειται περί της αποδόσεως στον άνθρωπο της αξίας που του πρέπει ως υποκειμένου της ιστορίας και της μη χρησιμοποιήσεώς του ως απλού αντικειμένου για την εξυπηρέτηση οποιασδήποτε σκοπιμότητας. Αντίστοιχη νομολογία του ΣτΕ δέχεται ότι «στην αξία του ανθρώπου περιλαμβάνεται πρωτίστως η ανθρώπινη προσωπικότητα ως εσωτερικό συναίσθημα τιμής και ως κοινωνική αναγνώριση υπόληψης».

Οι παραπάνω σύγχρονες αντιλήψεις για τον απόλυτο σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, υπήρξαν αποτέλεσμα και εξέλιξη παλαιότερων αντιλήψεων, οι οποίες δομήθηκαν μέσα από διάφορες προσπάθειες και χιλιάδες χρόνια ιστορίας. Κάθε εννοιολογική προσέγγιση του όρου από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας έχει συμβάλει καθοριστικά στον εμπλουτισμό του και έχει δώσει ώθηση στον στοχασμό γι’ αυτόν.

Η πρώτη φορά που, ιστορικά τουλάχιστον, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στο ζήτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ήταν την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Οι βάσεις για την ανάπτυξη της θεωρίας των Ρωμαίων περί ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τέθηκαν από τη φιλοσοφία των Στωικών. Οι στωικοί φιλόσοφοι υποστήριξαν ανοιχτά την ισότητα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φυλής, καθώς ανέφεραν πως όλοι μπορούν να κατακτήσουν την ηθική συμπεριφορά που απαιτείται προκειμένου κάποιος να συμφιλιωθεί με τη φύση, οπότε αυτό τους κάνει αυτόματα και άξιους του ίδιου σεβασμού, αλλά και των ίδιων υποχρεώσεων. Η αξιοπρέπεια στον ρωμαϊκό κόσμο είναι θέμα κατάκτησης και έχει να κάνει με την επιτέλεση διαφόρων πράξεων εκ μέρους όσων ήθελαν να θεωρούνται αξιοπρεπείς. Οι Ρωμαίοι δίδασκαν στους πολίτες εγκράτεια και κυριαρχία της λογικής πάνω στα πάθη τους και παράλληλα τους οδηγούσαν σε μια μορφή κοινωνικής συμπεριφοράς πιο αξιοπρεπή, σύμφωνα με τα πρότυπα της εποχής.

Προσπάθησαν, δηλαδή, να εντάξουν τη στωική φιλοσοφία στο δικό τους νομικό σύστημα, έτσι ώστε να επιτύχουν μια ενοποίηση στις απόψεις όλων των πολιτών, με αποτέλεσμα να είναι οι πρώτοι που έδωσαν οικουμενική προοπτική στο ζήτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Στο έργο του Κικέρωνα «De officiis», δηλαδή «Περί καθηκόντων», εκφράζεται ακριβώς αυτή η φιλοσοφία ενώ ο συγγραφέας ορίζει την αξιοπρέπεια ως την εξουσία κάποιου να κάνει τον εαυτό του άξιο τιμής, αναγνώρισης και σεβασμού. Ο Κικέρωνας δομεί ένα σύστημα για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το οποίο αποτελείται από ηθικές πράξεις που οδηγούν τον άνθρωπο σε αυτήν και επομένως θεωρεί την αξιοπρέπεια όχι ως κάτι δεδομένο, αλλά ως μία αρετή προς κατάκτηση. Η αξιοπρέπεια δηλαδή θεωρούνταν ως κάτι το οποίο ο άνθρωπος οφείλει να κατακτήσει, προκειμένου να εξασφαλίσει την κοινωνική αποδοχή και την εκτίμηση των συνανθρώπων του.

Στην περίοδο της Αναγέννησης, οι ουμανιστές φιλόσοφοι, οι οποίοι προωθούσαν μια παιδεία πιο κοντά στα κλασικά πρότυπα, ισχυρίζονταν πως η αξιοπρέπεια δεν είναι προσωπικό χαρακτηριστικό του κάθε ανθρώπου. Τον 15ο αιώνα, ο Giovanni Pico de la Mirandola συνέγραψε το έργο «Λόγος επί της αξιοπρεπείας του ανθρώπου», στο οποίο μίλησε για την ιδιαίτερη και διαφορετική φύση του ανθρώπου ως θεϊκού δημιουργήματος. Υποστήριξε πως ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να καθορίζει ο ίδιος τη φύση του και να ομοιάζει στο θείο ή να υποβαθμίζει τον εαυτό του και να καθίσταται ζώο. Όπως φαίνεται και από τον Mirandola, η αξιοπρέπεια κατακτάται από τον άνθρωπο μέσω της επαφής του με τον θεϊκό κόσμο.

Κατά τον Kant, το μόνο ον μέσα στον κόσμο που είναι αυτοσκοπός και ως εκ τούτου έχει απόλυτη αξία είναι ο άνθρωπος ως πρόσωπο. Αυτή την απόλυτη αξία του ανθρώπου, που ταυτίζεται με την έλλογη ουσία, την ονομάζει αξιοπρέπεια. Μέσα στο έργο του «Θεμέλια της Μεταφυσικής των Ηθών» υποστηρίζει πως σημαντικότερο δεν είναι οι άνθρωποι να είναι αξιοπρεπείς, καθώς αυτό είναι και θέμα συγκυριών, αλλά να είναι άξιοι να είναι αξιοπρεπείς. Επομένως, ο άνθρωπος είναι αξιοπρεπής μόνο όταν αποζητά την αξιοπρέπεια χωρίς να προσδοκά κανένα άλλο όφελος. Άρα, είναι πλήρως αυτόνομος να ορίζει τις πράξεις του βάσει της λογικής του. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, η πράξη του καθορίζεται από εξωτερικά αίτια και δεν μπορούμε να μιλάμε για συμπεριφορά αρμόζουσα σε ανθρώπινο ον που επιζητά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Ο Kant αναφέρει πως ο τρόπος με τον οποίον κάποιος θα πρέπει να αντιμετωπίζει τους άλλους ανθρώπους, θα είναι να μην τους βλέπει ως μέσα προκειμένου να πετύχει κάτι για τον εαυτό του, καθώς, όπως ισχυρίζεται, αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να καταστεί καθολικός νόμος της φύσης, επομένως δεν είναι κάτι ηθικό. Ο σεβασμός που δείχνει ο κάθε άνθρωπος για τον άλλο, αλλά και αυτός που ο άλλος θα απαιτήσει απ’ τον καθένα, είναι η αναγνώριση της αξιοπρέπειας (dignitas), δηλαδή μιας αξίας που δεν έχει τιμή, ούτε ισοδύναμο. Κάθε άνθρωπος έχει θεμιτή αξίωση για σεβασμό από τους συνανθρώπους του και υποχρεούται γι’ αυτόν αμοιβαίως προς κάθε άλλον.

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να χρησιμοποιείται από κανέναν άνθρωπο, ούτε από το ίδιο τον εαυτό του ως μέσο, αλλά ως σκοπός και σε αυτό συνίσταται η αξιοπρέπειά του, λόγω της οποίας υψώνεται πάνω από όλα τα άλλα όντα. Είναι δηλαδή απαραίτητο να αναγνωρίζει την αξιοπρέπεια της ανθρωπότητας στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, πράγμα που σημαίνει πως δεσμεύεται από το καθήκον του σεβασμού, που οφείλεται σε κάθε άνθρωπο. Προκειμένου δε ο κάθε άνθρωπος να είναι άξιος της αξιοπρέπειας, θα πρέπει να φροντίζει έτσι ώστε οι πράξεις του να συμβαδίζουν πάντοτε, τουλάχιστον στην πρόθεσή του, με τους καθολικούς ηθικούς νόμους.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ο άνθρωπος βρίσκεται στο μέσον των δύο κόσμων, του αισθητού και του νοητού. Για να συνδυαστούν αυτοί οι δύο κόσμοι, σύμφωνα με τον Kant, απαιτείται ο άνθρωπος να φτάσει να θεωρεί τον εαυτό του καθολικό νομοθέτη, δηλαδή όλες του οι πράξεις να θέλει να μπορούν να γίνουν καθολικοί ηθικοί νόμοι. Μόνο έτσι θα είναι πραγματικά άξιος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Επομένως, για να κατακτήσει την έννοια της αξιοπρέπειας ο άνθρωπος, πρέπει να καθυποτάξει την αισθητή του φύση, προκειμένου μέσω της πορείας του στον νοητό κόσμο, να κατανοήσει τον ηθικό νόμο και να ρυθμίσει τη ζωή του σύμφωνα με αυτόν, όχι ευελπιστώντας σε κάποιο συμφέρον, αλλά χάρη της ίδιας της ηθικής.

Η συμβολή της σκέψη του Kant στο θέμα της αξιοπρέπειας υπήρξε καθοριστική, καθώς η προσέγγισή του έδωσε μία νέα και ιδιαίτερα δυναμική ώθηση στην έννοια αυτή. Ο Kant μιλά για την αξιοπρέπεια του υποκειμένου, για τα στάδια και τα βήματα κατάκτησης της αξιοπρέπειας, αλλά και για τη σχέση μεταξύ της εσωτερικής ηθικής αξίας του καθενός και του καθήκοντος του σεβασμού προς τους άλλους, λέγοντας πως κάθε άνθρωπος «επιπλέον υποχρεούται να αναγνωρίζει την αξιοπρέπεια της ανθρωπότητας σε κάθε άλλον άνθρωπο, επομένως τον δεσμεύει ένα καθήκον που αναφέρεται στον σεβασμό ο οποίος πρέπει κατ’ ανάγκη να επιδεικνύεται σε κάθε άλλον άνθρωπο».

Σε πολιτικό επίπεδο, η αντίληψη του Kant για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια έχει συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το γεγονός πως η αξιοπρέπεια πλέον μετριέται με βάση την ανθρώπινη ιδιότητα του ατόμου και όχι τις πράξεις του, αλλά και το ότι είναι κάτι που μπορεί να διαθέτει ο κάθε άνθρωπος από τη φύση του και δεν του αποδίδεται έξωθεν, έχει συντελέσει στη δόμηση μιας ισότιμης αντιμετώπισης των ανθρώπων, ανεξαρτήτως εθνικότητας, φύλου, κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου, θρησκείας ή άλλου, επιδρώντας στη μείωση του ρατσισμού και άλλων συμπεριφορών, οι οποίες υποβαθμίζουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπινου υποκειμένου.

Επομένως, βλέπουμε να συντελείται μια σημαντική αλλαγή, καθώς το ανθρώπινο υποκείμενο νοείται πλέον ως αυτό που φέρει την αξιοπρέπεια αφ’ εαυτού του, ανεξαρτήτως των εξωτερικών συνθηκών. Δεν είναι πια η έννοια της αξιοπρέπειας κάτι εξωτερικό από τον άνθρωπο, το οποίο μέσω των ηθικών πράξεων οφείλει να κατακτήσει, αλλά κάτι που υπάρχει μέσα στο κάθε υποκείμενο και πρέπει να φανεί αντάξιός του. Η σημασία της λογικής παίρνει εδώ ένα εντελώς καινούριο νόημα, καθώς δεν χρησιμοποιείται προκειμένου να οδηγήσει τον δρώντα σε αξιοπρεπείς πράξεις, αλλά περισσότερο οδηγεί τον άνθρωπο στη διαμόρφωση ενός πνευματικού και ψυχικού κόσμου, με στόχο να έρθει σε επαφή με την αξιοπρέπεια που έχει μέσα του και να διάγει τη ζωή του με βάση αυτή και μόνο γι’ αυτή ανεξαρτήτως αποτελέσματος.

Παρατηρούμε δηλαδή ότι από τη σύγχρονη εποχή και μετά, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στο πρόσωπο του ανθρώπου ως κάποιου, ο οποίος φέρει εκ φύσεως την αξιοπρέπεια. Υπό αυτό το πρίσμα είναι πια διαφορετική και η προσέγγιση των πράξεων και των καθηκόντων κάποιου, τα οποία δεν δρουν πλέον προς χάριν της κατάκτησης της αξιοπρέπειας, αλλά υποβοηθώντας και υποστηρίζοντας την έκφραση και εκδήλωση της ήδη υπάρχουσας αξιοπρέπειας του ανθρώπινου υποκειμένου.

Η προσέγγιση της έννοιας της αξιοπρέπειας είναι ένα ανεξάντλητο θέμα. Πρόκειται για έναν όρο με πολλές εννοιολογήσεις και διαρκή εξέλιξη. Άλλαξε, αλλάζει και θα συνεχίσει να αλλάζει, γιατί είναι στενά συνυφασμένος με τη ζωή του ανθρώπου, η οποία επίσης αλλάζει συνεχώς. Όπως εξαιρετικά το διατυπώνει ο Kant: «Humanity itself is a dignity» (Η ίδια η ανθρωπότητα είναι μια αξιοπρέπεια), αναζητώντας μια καθολική ανθρώπινη αξιοπρέπεια με σεβασμό στο άτομο. Πρόκειται για μια έννοια απόλυτα συνδεδεμένη με τη βελτίωση της προσωπικής και συλλογικής ζωής του ανθρώπου και οφείλουμε να την ερμηνεύουμε υπό αυτό το πρίσμα.

Πηγές

Γνώρισε τα βιβλία των Εκδόσεών Νέα Ακρόπολη
Ανακάλυψέ το
Ετικέτες: Ανθρώπινη αξιοπρέπεια Καντ Κοινωνία
Εκτύπωση

Από το ίδιο Τεύχος

Περισσότερα Άρθρα ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Σχετικά Άρθρα

×